Αντίθετη η ΔΕΗ στα μέτρα που προτείνει το Χρηματιστήριο Ενέργειας για το 2025
Αντίθετη στην επιβολή ανώτατου ορίου όσον αφορά στην ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που μπορεί να αγοράσει ένας προμηθευτής μέσω διμερών συμβάσεων φυσικής παράδοσης από το Χρηματιστήριο Ενέργειας εμφανίζεται η ΔΕΗ, εκτιμώντας ότι αυτός δεν είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την επίτευξη αντιπροσωπευτικών τιμών στην Αγορά Επόμενης Ημέρας, ενώ θα έχει άμεση επίπτωση στις διμερείς συμβάσεις προμήθειας μεταξύ παραγωγών ΑΠΕ και προμηθευτών.
Στην επιστολή που κατέθεσε στη δημόσια διαβούλευση της ΡΑΑΕΥ επί της εισήγησης του Χρηματιστηρίου Ενέργειας για τη θέσπιση ορίων στους προμηθευτές με μερίδιο λιανικής άνω ενός ποσοστού (δεν προσδιορίζεται στην πρόταση του ΕΧΕ), όσον αφορά στη ποσότητα ενέργειας φυσικής παράδοσης που αγοράζουν με διμερείς συμβάσεις μέσω ΕΧΕ, η ΔΕΗ ζητεί την επαναξιολόγηση και αναθεώρηση του μέτρου, θεωρώντας μάλιστα ότι δεν συμβαδίζει με τους στόχους που έχουν τεθεί για μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΔΕΗ επισημαίνει τα εξής:
. Ο περιορισμός των συναλλαγών δεν αφορά στις χρηματοοικονομικές μακροχρόνιες διμερείς συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρισμού μεταξύ προμηθευτή και παραγωγού, οι οποίες συνδέονται με συγκεκριμένες μονάδες παραγωγής ή χαρτοφυλάκια μονάδων παραγωγής, καθώς το όριο αφορά μόνον στις συμβάσεις φυσικής απόληψης/παράδοσης. Ωστόσο η τιμή χονδρικής της προσφερόμενης ενέργειας στις χρηματοοικονομικές συμβάσεις μπορεί να επηρεαστεί από τη συμφωνημένη τιμή και τους όρους της σύμβασης, με τελικό αποτέλεσμα οι τιμές στην Αγορά Επόμενης Ημέρας να μην αντανακλούν το βραχυπρόθεσμο οριακό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας. ΄
. Ο περιορισμός της ποσότητας ενέργειας για τις διμερείς συμβάσεις φυσικής παράδοσης μέσω ΕΧΕ επιδρά αρνητικά και στη σύναψη διμερών συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και δεν διευκολύνει στη χρηματοδότηση νέων έργων ΑΠΕ, καθώς οι επενδυτές έχουν ανάγκη τη σύναψη διμερών συμβάσεων μεταξύ προμηθευτών και παραγωγών ΑΠΕ. Υποστηρίζει δε ότι το μέτρο δεν συνάδει με τους στόχους της ενεργειακής πολιτικής για την περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ
. Είναι σαφές ότι τα όρια αποσκοπούν στην άμβλυνση της ισχύος αγοράς του κυρίαρχου παίκτη, (σσ εν προκειμένω της ίδιας της ΔΕΗ) . Η εταιρία θεωρεί ότι οποιοδήποτε μέτρο με στόχο την εν λόγω άμβλυνση θα πρέπει να αφορά μόνον σε ποσότητες επί αυτοσυμβάσεων του ιδίου του συμμετέχοντος και ότι δεν είναι σκόπιμο να έχει επίπτωση και στις υπόλοιπες συμβάσεις.
Επίσης ζητεί να ληφθεί υπόψη ότι το καθαρό φορτίο (residual demand), από το οποίο εξαρτάται και η must-run παραγωγή όπως και η παραγωγή από ΑΠΕ με πολύ χαμηλό παραγωγικό κόστος, που καλύπτεται από προσφορές με οικονομικά σήματα κόστους παραγωγής, δεν επηρεάζεται από τις δηλώσεις προγραμμάτων φυσικής απόληψης/παράδοσης που σχετίζονται με διμερείς συμβάσεις.
Σύμφωνα με την εταιρία δεν πρέπει να υπάρχει κανένας περιορισμός στις συμβάσεις φυσικής παράδοσης, όπως ακριβώς δεν υπάρχει περιορισμός στις χρηματοοικονομικές μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Οι περιορισμοί δυσχεραίνουν την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Επιπρόσθετα ο τρόπος που λειτουργεί το μοντέλο αγοράς, σύμφωνα με το οποίο δηλώνονται υποχρεωτικά οι διμερείς συμβάσεις στην Αγορά Επόμενης Ημέρας (DAM) , δεν συμβάλλει καθόλου στην επίτευξη ρευστότητας στην DAM, παρά μόνον στην τεχνητή αύξηση του όγκου της αγοράς.
Τέλος, δεδομένου ότι οι ποσότητες φυσικής παράδοσης αυτών των διμερών συμβολαίων είναι οι ίδιες, προκύπτει ότι και η τιμή στη DAM θα ήταν ακριβώς ή ίδια, ακόμα και αν οι συμβάσεις αυτές δεν δηλώνονταν με τον τρέχοντα τρόπο, αλλά δηλώνονταν απ ευθείας στον Διαχειριστή του Συστήματος, όπως υποστηρίζει η ΔΕΗ, Με το σκεπτικό αυτό η εταιρία ζητεί να “επανεκτιμηθεί η αναγκαιότητα, η καταλληλότητα και η αποτελεσματικότητα του εν λόγω μέτρου, αλλά και συνολικά του σχεδιασμού υποχρεωτικής δήλωσης των συμβάσεων φυσικής παράδοσης στη DAM , κατά τρόπο αντίστοιχο με αυτό που ισχύει στις περισσότερες ώριμες αγορές της ΕΕ”, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η ΔΕΗ στην επιστολή της.