Συνθήκες ολιγοπωλίου στην αγορά ηλεκτρισμού
Ολιγοπωλιακές συνθήκες αγοράς, δομικές αδυναμίες στον σχεδιασμό της, εξαγωγές με χρήση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρισμού είναι κάποια μόνο από τα χαρακτηριστικά που καθιστούν ακριβή την ελληνική αγορά ηλεκτρισμού και τη διαφοροποιούν από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες,
Πρόκειται για ορισμένες από τις βασικές επισημάνσεις του προέδρου της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) Αντώνη Κοντολέοντα στην ομιλία του στο 8ο Thessaloniki Summit, για τις Ανισορροπίες στην Ενέργεια και την Ενεργειακή Συνεργασία στη ΝΑ Ευρώπη.
Όπως ανέφερε ο κ. Κοντολέων «όταν διαμορφώθηκαν συνθήκες υψηλής ζήτησης στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης τον περασμένο Ιούλιο, υπήρχαν ήδη οι κατάλληλες συνθήκες για χειραγώγηση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται τιμές που δεν δικαιολογούνται από το κόστος παραγωγής». Πρόσθεσε ότι το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται στη χονδρική αγορά από το περασμένο Νοέμβριο ως σήμερα και μάλιστα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, λόγω της υψηλής ζήτησης για εξαγωγές. Επισήμανε την θεαματική αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή, που δεν δικαιολογείται από την εγχώρια ζήτηση, η οποία αυξήθηκε μεν αλλά σε ρυθμό υποπολλαπλάσιο από την αύξηση της χρήσης αερίου.
Σε μία αγορά που θα λειτουργούσε ορθολογικά, η εκτόξευση της χονδρικής τιμής του ρεύματος θα προκαλούσε την αντίδραση των προμηθευτών. Αυτό όμως δεν συμβαίνει, υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ γιατί “η κυβέρνηση επέλεξε οι τιμές του Χρηματιστηρίου Ενέργειας να περνάνε αυτόματα στα οικιακά «πράσινα» τιμολόγια από την 1η Ιανουαρίου του 2024”, όπως ανέφερε, συμπληρώνοντας ότι οι αυξήσεις περνούν και στα επιχειρηματικά τιμολόγια στη Μέση και την Υψηλή Τάση. Πρόσθεσε ότι οι καθετοποιημένες εταιρίες, ως παραγωγοί, διαμορφώνουν τις τιμές στη αγορά χονδρικής σε όποια επίπεδα επιθυμούν, ανάλογα με τις συνθήκες (αυξημένη εγχώρια ζήτηση, μειωμένη παραγωγή ΑΠΕ, αυξημένη ζήτηση για εξαγωγές), επειδή ως προμηθευτές δεν είναι εκτεθειμένοι στο ρίσκο των υψηλών τιμών της χονδρεμπορικής αγοράς.
Σχετικά με την ηλεκτροπαραγωγή από φυσικό αέριο, ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ ανέφερε ότι τον Δεκέμβριο του 2024 αυξήθηκε κατά 77,7% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους, ενώ η ζήτηση αυξήθηκε μόνον κατά 2,88%, αφήνοντας να εννοηθεί ότι μεγάλο μέρος της αυξημένης παραγωγής αφορούσε εξαγωγές. ‘Ομως οι τιμές της ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο καθορίζουν κατά κύριο λόγο τη διαμόρφωση της τιμής στη χονδρική αγορά, η οποία σταθερά τους τελευταίους μήνες κινείται σε υψηλά επίπεδα.
Παράλληλα, ο κ. Κοντολέων έθεσε το θέμα των υψηλών τιμών που διαμορφώνονται στην Αγορά Εξισορρόπησης και συγκεκριμένα στον Λογαριασμό Προσαυξήσεων 3 (ΛΠ3) ο οποίος αυξήθηκε κατά 97% για τις επιχειρήσεις που τροφοδοτούνται στην Υψηλή Τάση Ιούνιο έως τον Νοέμβριο του 2024. Όπως υποστηρίζει θα πρέπει να θεσπιστούν εκπτώσεις στις χρεώσεις του συστήματος (uplifts) για τις βιομηχανίες ανάλογα με την ισχύ τους στις ώρες αιχμής και πρότεινε να αναπτυχθεί ένας σταθερός μηχανισμός αποζημίωσης της ευέλικτης ζήτησης.
‘Οσον αφορά στις υψηλές τιμές που διαμορφώνονται στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, καθώς και στη διαφορά των αλγορίθμων που αποτρέπει τις εξαγωγές από χώρες της κεντρικής Ευρώπης ο κ. Κοντολέων υποστήριξε ότι πρέπει να υπάρξει κεντρικός έλεγχος του αλγορίθμου για τις διασυνδέσεις ώστε να επιτευχθεί γρήγορα η ενοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά και να μην γίνεται ξεχωριστά από κάθε κράτος.
Δήλωσε ότι οι ΑΠΕ από μόνες τους δεν μπορούν να ρίξουν τις τιμές και γι’ αυτό η αποζημίωση τους πρέπει να γίνεται εκτός χρηματιστηρίου μέσω CfD (Συμβόλαια για τη Διαφορά) και ΡΡΑ.
Τέλος, η ΕΒΙΚΕΝ θεωρεί ότι υπάρχουν πρακτικές και λύσεις που έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες, τις οποίες θα μπορούσε να υιοθετήσει η Ελλάδα για τη μείωση του κόστους της ενέργειας. Χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Ιταλία το Βέλγιο, η Γαλλία και η Γερμανία παίρνουν άμεσα μέτρα, ενώ η Ελλάδα περιμένει λύσεις από τις Βρυξέλλες και μάλιστα σε μια περίοδο που η Ευρώπη κινείται «χωρίς πυξίδα» και παρακολουθεί αδιάφορη και χωρίς έλεγχο τη χειραγώγηση των τιμών στο χρηματιστήριο του φυσικού αερίου (TTF), κατέληξε ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ.