Υψηλές συγκεντρώσεις εξασθενούς χρωμίου Cr(VΙ) πέραν του επιτρεπτού ορίου των 50 μg/L, που προβλέπει η υπάρχουσα νομοθεσία, εντοπίστηκαν στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής κοντά στον ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου.
Σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, οι μετρήσεις έγιναν από την επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ που ανέλαβε για λογαριασμό του δήμου Κοζάνης, της ΔΕΥΑ Κοζάνης και της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, να εκπονήσει έρευνα μετά την αποκάλυψη, το 2013, ότι οι κάτοικοι των δημοτικών διαμερισμάτων Ακρινής - Αγίου Δημητρίου - Ρυακίου - Κοιλάδας έπιναν επί πολλά έτη νερό από γεωτρήσεις της περιοχής με περιεκτικότητα στο συγκεκριμένο τοξικό χημικό στοιχείο, μεγαλύτερη του επιτρεπτού.
Οι επιστήμονες διέκριναν ότι οι υψηλότερες συγκεντρώσεις εξασθενούς χρωμίου Cr(VI) από 90-120 μg/L που παρατηρήθηκαν στον υδροφόρο ορίζοντα δυτικά του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου -από τον οποίο υδρεύονταν τα χωριά της περιοχής- συνδέονται με την παρουσία του αποθέτη τέφρας της ΔΕΗ, αλλά και των παλιών και νέων αποθέσεων τέφρας κοντά στον ατμοηλεκτρικό σταθμό της Επιχείρησης.
Σε γειτονικές περιοχές, όπως το Δρέπανο, αλλά και σε άλλα σημεία της λιγνιτικής λεκάνης, οι μετρήσεις του εξασθενούς χρωμίου είναι πολύ κάτω του επιτρεπόμενου ορίου. Η επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ απέκλεισε την περίπτωση, η ρύπανση των υπόγειων υδάτων να προέρχεται από διαρροή στις εγκαταστάσεις του μεγαλύτερου ατμοηλεκτρικού σταθμού της χώρας, καθώς οι χημικές αναλύσεις των νερών του σταθμού δεν έδωσαν κάποιο ανησυχητικό στοιχείο. Οι επιστήμονες φαίνεται να συσχετίζουν την παρουσία εξασθενούς χρωμίου στα υπόγεια νερά της περιοχής, με την έκπλυσή τους από την τέφρα και με τη συνύπαρξη των οφιολιθικών σχηματισμών και της ιπτάμενης τέφρας από την καύση λιγνίτη. Ο επιστημονικός υπεύθυνος της ομάδας του ΑΠΘ, επίκουρος καθηγητής Ορυκτολογίας Νικόλαος Καντηράνης, ανέφερε ότι κατά μήκος του ταινιόδρομου που μεταφέρει την τέφρα του ΑΗΣ παρατηρήθηκαν υψηλές συγκεντρώσεις ρύπανσης χρωμίου στο έδαφος κι έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την έγκαιρη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πολλά από τα στοιχεία και τα συμπεράσματα της μελέτης, που παρουσιάστηκαν από την πολυπληθή επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ, βρήκαν ισχυρό αντίλογο, ενώ υπήρξαν και στιγμές που ανέβηκαν οι τόνοι της αντιπαράθεσης ανάμεσα στους καθηγητές του ΑΠΘ και την ομάδα των επιστημόνων και χημικών μηχανικών της ΔΕΗ, που παρακολούθησαν την παρουσίαση της μελέτης.
Η Βάσω Τσαδαρη, επικεφαλής της διεύθυνσης Περιβαλλοντικής λειτουργίας της ΔΕΗ, αμφισβήτησε την άποψη, σύμφωνα με την οποία οι μεγάλες συγκεντρώσεις ασθενούς χρωμίου στο νερό προέρχονται μόνον από την απόθεση της τέφρας της ΔΕΗ, ενώ άλλοι επιστήμονες ανέφεραν περιοχές του λεκανοπεδίου, όπου υπάρχουν ανάλογες αποθέσεις τέφρας, οι μετρήσεις των υπόγειων υδάτων δεν παρουσιάζουν πρόβλημα ασθενούς χρωμίου. Τονίστηκε, επίσης, ότι η μελέτη της ΔΕΗ που εκπονήθηκε την ιδια περίοδο από το ΕΜΠ και παραδόθηκε πριν από μερικές ημέρες στην επιχείρηση θα δοθεί στη δημοσιότητα και στους εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ο υδρογεωλόγος του ΙΓΜΕ Άλκης Στάμου που παρακολουθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια τα υπόγεια νερά της περιοχής, σημείωσε ότι «δεν μπορεί να ευθύνεται η τέφρα, αφού ουδέποτε ανιχνεύτηκε εξασθενές χρώμιο στο κεντρικό ρέμα Σουλού, όπου διοχετεύονται όλα τα νερά που ξεπλένουν τις αποθέσεις τέφρας όλων των ατμοηλεκτρικών σταθμών».
«Δεν μπορώ να πω ότι έχουν δίκιο στο θέμα της τέφρας» δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αναπληρώτρια καθηγήτρια του εργαστηρίου υγρών αποβλήτων του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας Ελισάβετ Αμανατίδου και διευκρίνισε: «Το θέμα πρέπει να ερευνηθεί ακόμη περισσότερο σε συνεργασία με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής, το ΙΓΜΕ τη ΔΕΗ, το πανεπιστήμιο, το ΤΕΙ και το κέντρο Περιβάλλοντος».
Ύστερα από ερωτήσεις κατοίκων της περιοχής, εάν προσβάλλονται τα προϊόντα που καλλιεργούν, η επιστημονική ομάδα του ΑΠΘ διευκρίνισε ότι το εξασθενές χρώμιο παραμένει στη ρίζα και δεν εισέρχεται στο φυτό, διευκρινίζοντας όμως ότι δεν έγινε κάποια έρευνα της ομάδας για το συγκεκριμένο θέμα.
Για τους μελετητές του ΑΠΘ είναι η πρώτη φορά που γίνεται διερεύνηση της συσχέτισης της λειτουργίας ατμοηλεκτρικών σταθμών καύσης λιγνίτη με την παρουσία ασθενούς χρωμίου στα υπόγεια νερά της περιοχής.
Το χρώμιο Cr(III) θεωρείται απαραίτητο ιχνοστοιχείο για τον ανθρώπινο οργανισμό σε αντίθεση με το εξασθενές χρώμιο Cr(VΙ) που είναι πολύ τοξικό και αξιολογείται ως καρκινογενές.