Διαστάσεις επιδημίας φαίνεται ότι έχει λάβει η δέσμευση καταθέσεων για τους φορολογούμενους μεγάλου πλούτου, η οποία, όπως προκύπτει και από δηλώσεις του πρώην προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου επί του θέματος, δείχνει να προκύπτει από το πρότυπο «άπαντες ένοχοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου».
Και αυτό καθώς αντί η εφορία να καλείται να αποδείξει ότι υπάρχει παράβαση πριν προχωρήσει σε δεσμεύσεις λογαριασμών, κινείται προκαταβολικά και ο φορολογούμενος καλείται να αποδείξει ότι όλα είναι σωστά και δεν είναι «ελέφαντας».
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το mononews.gr, παρατάθηκε για ακόμη έξι μήνες η δέσμευση των λογαριασμών του κ. Δασκαλόπουλου η οποία έχει ξεκινήσει από την 1η Ιουλίου του 2015, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες, το ίδιο έχει συμβεί και με λογαριασμούς του εφοπλιστή Παναγιώτη Τσάκου.
Ο κ. Δασκαλόπουλος, σε γραπτή του δήλωση επισημαίνει τα εξής:
«Κατά την 1η Ιουλίου πέρυσι, ενημερώθηκα ότι υφίσταμαι φορολογικό έλεγχο –όπως και πολλοί άλλοι «Φορολογούμενοι Μεγάλου Πλούτου»– και ότι από τον έλεγχο των τραπεζικών μου λογαριασμών προκύπτουν διαφορές που χρειάζονται δικαιολόγηση.
Η προκαταρκτική αυτή διαδικασία, ως γνωστόν, οδηγεί κατά τον νόμο σε προληπτική δέσμευση περιουσιακών στοιχείων για διάστημα μέχρις ενός έτους. Αυτή η ίδια δέσμευση παρατείνεται τώρα για άλλους έξι μήνες.
Μου ζητήθηκε να δικαιολογήσω 1700 επί μέρους συναλλαγές από 10 διαφορετικές τράπεζες και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ελλάδας και του εξωτερικού, ξεκινώντας από το έτος 2000.
Επί ένα έτος, ανέσυρα και παρουσίασα στις φορολογικές αρχές πλήρη και αδιαμφισβήτητα παραστατικά που δικαιολογούν μία – μία τις συναλλαγές και αποδεικνύουν ότι στη φορολογική μου ιστορία δεν υπήρξε ποτέούτε ένα ευρώ κρυμμένο εισόδημα.
Προσδοκώ την περαίωση της υπόθεσης άμεσα διότι, σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να παραμένω πρακτικά και ηθικά όμηρος μιας λεόντειας διαδικασίας που το κράτος δεν μπορεί να διεκπεραιώσει αποτελεσματικά και σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Το κράτος δικαιούται και οφείλει να ελέγχει τη φοροδιαφυγή. Ταυτοχρόνως όμως και ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να βρίσκει και το δίκιο του, ιδίως όταν το έχει αποδείξει.»