Ενώ μία νέα περίοδος αβεβαιότητας ξεκίνησε από σήμερα για τις Ευρωπαϊκές τράπεζες, μετά την παράδοση των αποτελεσμάτων των stress tests στις διοικήσεις τους, στην Ελλάδα, προκαλεί τρόμο το γεγονός, ότι μη έμπειρα τραπεζικά στελέχη, με παντελή έλλειψη γνώσης της εγχώριας πραγματικότητας, μπορεί να ηγηθούν των πιστωτικών ιδρυμάτων σε μία κρίσιμη συγκυρία. Όχι μόνο για το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη. Οι ζημιές της Deutsche Bank, τα υπέρογκα πρόστιμα που έχει δεχθεί, κυρίως στις ΗΠΑ, τα 700 δις. ευρώ «κόκκινα δάνεια» των Ιταλικών τραπεζών, οι ζημιές που γράφουν στο πρώτο εξάμηνο Γερμανικές τράπεζες, όπως η Commertzbank, η μόνιμη απειλή Σόιμπλε για κούρεμα καταθέσεων, προκειμένου να διασωθούν τραπεζικά ιδρύματα, χωρίς στήριξη από την ΕΚΤ, είναι μόνο μερικά από τα ζητήματα που συνθέτουν την εικόνα της Ευρωπαϊκής τραπεζικής αγοράς. Και μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, μετά το «πείραμα» του κουρέματος των καταθέσεων των Κυπριακών τραπεζών, επιχειρείται ένα ακόμα «πείραμα», αυτό της τοποθέτησης διοικήσεων που ουδεμία σχέση μπορεί να έχουν με την αγορά και την οικονομία. Αυτός είναι ο μεγάλος φόβος, τόσο των επιχειρηματιών, όσο και των άλλων τραπεζιτών, που το ΤΧΣ δεν έχει μεγάλη συμμετοχή, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της Eurobank και της Alpha (από 15% και κάτω).
Κι ενώ η δίκαιη επιλογή της κυβέρνησης να θέλει να αποκόψει τον ομφάλιο λώρο της «διαπλοκής» με το τραπεζικό σύστημα, είναι το στοίχημα για την επιστροφή στη βιώσιμη και λειτουργική ανάπτυξη, ουδείς εγγυάται ότι το ενδεχόμενο να μπει λουκέτο σε μεγάλες επιχειρήσεις και βιομηχανίες που έχουν «κόκκινα δάνεια» δεν θα μεγεθύνει το πρόβλημα από τις στρατιές ανέργων που θα δημιουργηθούν.
Μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι αλλαγές στις διοικήσεις των τραπεζών. Και ένα μήνα νωρίτερα θα πρέπει να έχει επιλεγεί νέα διοίκηση στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, με τον Έλληνα πρόεδρό του να μην έχει μεγάλη εκτελεστική ευθύνη. Δηλαδή, μέσα στο Φθινόπωρο, οι ξένοι managers που θα αναλάβουν τις τύχες των τραπεζικών ιδρυμάτων, θα πρέπει να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους: Να καθαρίσουν τους ισολογισμούς των τραπεζών των οποίων θα προϊστανται. Ήδη, η διοίκηση της Alpha, για παράδειγμα, τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις, κινώντας εγκαίρως τις διαδικασίες για την πώληση του Hilton. Λίγο νωρίτερα, κάτι αντίστοιχο έπραξε η Eurobank πουλώντας ουσιαστικά την ασφαλιστική της Eurolife στην Fairfax, που ούτως ή άλλως είναι μεγαλομέτοχος στην τράπεζα. Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε και η Τράπεζα Πειραιώς επί Μιχάλη Σάλλα, με τελευταία πράξη την ρευστοποίηση μετοχών στα Ελληνικά Πετρέλαια, που είχε «κληρονομήσει» από την Αγροτική Τράπεζα.
Που σημαίνει ότι υπάρχει κίνδυνος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κορυφαίων Ελλήνων επιχειρηματιών, μαζί με τα ξερά να καούν και τα χλωρά. Δηλαδή, οι ξένοι managers, που θα έρθουν στην Ελλάδα για να εργαστούν και μάλιστα με αμοιβές μόλις… 50 χιλιάδες ευρώ, όταν για μία πράξη στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου μπορούν να έχουν προμήθεια το προαναφερόμενο ποσό ή και κάτι παραπάνω, θέτουν αφ εαυτού ζήτημα ποιότητας των στελεχών. Σίγουρα, δεν θα είναι καταξιωμένοι τραπεζίτες, αλλά ή δεύτερα στελέχη ή… συνταξιούχοι, θυμίζοντας την περίπτωση Άκερμαν πρώην CEO της Deutsche Bank, που τοποθετήθηκε μετά το κούρεμα των καταθέσεων στην Μεγαλόνησο, πρόεδρος στην Τράπεζα Κύπρου! Όπως και νά ‘χει όμως, το ενδεχόμενο μαζί με τα «κόκκινα δάνεια» , για να καταστούν πιο ελκυστικά, μπορεί να πουληθούν πακέτο μαζί με τα εξυπηρετούμενα και μάλιστα σε τιμές πολύ κατώτερες της αξίας τους και μάλιστα χωρίς καμία ποινική ευθύνη (σ.σ. το προβλέπει ο νόμος άλλωστε…), είναι εφιαλτικό. Κατ’ αρχήν για το σοκ που θα υποστούν οι ισολογισμοί και κατά δεύτερον για τους ίδιους τους δανειολήπτες, οι οποίοι δυσκολεύονταν να πληρώσουν την τράπεζα με το Ελληνικό management, οπότε ποιος εγγυάται ότι θα είναι συνεπείς απέναντι στα funds… Έλληνας τραπεζίτης που ασχολείται κυρίως με τη χρηματοδότηση της ναυτιλίας, αποκάλυπτε στο «b.e.» ότι, «υπάρχουν συζητήσεις με τα funds για την πώληση των κόκκινων δανείων ακόμα και στα δύο σεντς της αξίας τους». Για να δώσει μία ακόμα αφοπλιστική απάντηση: «Πίστευε κανείς ότι η αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας θα γινόταν στο ένα σεντ»;
Την ίδια ώρα, άλλες τραπεζικές πηγές τονίζουν με νόημα ότι με τις Ελληνικές τράπεζες θα υπάρξει συνέχεια. Αν κάνουν μεγάλες διαγραφές στους ισολογισμούς τους από τα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους, θεωρείται κάτι περισσότερο από βέβαιο ότι μετά το πρώτο τρίμηνο του 2017 θα χρειαστούν νέα κεφάλαια. Τα οποία θα κληθούν να ζητήσουν από τις αγορές. Σε κάθε περίπτωση, αυτό θα είναι συνάρτηση της πορείας της οικονομίας. Αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για οριακή ύφεση στο τέλος της χρονιάς, που σημαίνει ότι η χώρα για δεύτερη χρονιά με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ γράφει αρνητικό πρόσημο, τόσο πιο πολύ απομακρύνεται το σενάριο εξόδου της Ελλάδας στις αγορές. Αν δε, επαληθευτούν τα μαύρα σενάρια για κοινωνικές αναταραχές από το Φθινόπωρο, δεν είναι και λίγοι εκείνοι στην αγορά και τις τράπεζες, που δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας. Εξέλιξη, η οποία επίσης θα φέρει καθυστέρηση στην ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά και εμπόδια στο τραπεζικό σύστημα να βρει τον δρόμο του. Στο δε, Χρηματιστήριο η απομάκρυνση των τραπεζικών μετοχών από τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου του περασμένου Νοεμβρίου, αποτελεί τη μόνη επιβεβαίωση ότι τα δύσκολα είναι ακόμα μπροστά…