Εδώ και εννέα περίπου μήνες η Ισπανία είναι ακυβέρνητη. Όλες οι προσπάθειες σχηματισμού κυβέρνησης στην τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης έπεσαν στο κενό. Και δεν διαφαίνεται φως στο τούνελ.
Όταν το περασμένο Σάββατο απογειωνόταν από την Ισπανία το αεροσκάφος που μετέφερε τον Μαριάνο Ραχόι στη Σύνοδο Κορυφής του G20 στην Κίνα, η όλη σκηνή έκρυβε και κάτι βαθιά συμβολικό: τις τελευταίες μέρες πληθαίνουν οι φωνές εκείνων στη Μαδρίτη που ζητούν την παραίτηση-αποχώρηση του ηγέτη των συντηρητικών.
Ο 61χρονος πολιτικός, ο οποίος έχασε την περασμένη Παρασκευή και τη δεύτερη ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, εκτελεί εδώ και οκτώ και πλέον μήνες καθήκοντα υπηρεσιακού πρωθυπουργού. Όπερ σημαίνει ότι έχει φυσικά περιορισμένες αρμοδιότητες. Αυτό που χρειάζεται πλέον άμεσα η χώρα, όπως εκτιμούν αναλυτές, είναι ένας νέος και «φρέσκος» υποψήφιος που δεν έχει φθαρεί ακόμη. Εντούτοις και με βασικό γνώμονα τις προσωπικές τους φιλοδοξίες, τόσο ο Μαριάνο Ραχόι όσο και ο βασικός αντίπαλός του και επικεφαλής των Σοσιαλιστών Πέδρο Σάντσεθ μπλοκάρουν κάθε πιθανή διέξοδο από το πολιτικό αδιέξοδο. Η El Mundo κάνει λόγο για τη «χειρότερη κρίση της δημοκρατίας των τελευταίων 40 χρόνων».
«Game Over»
Η Ισπανία δεν έχει παρουσιάσει ακόμη το προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2017, γεγονός που προκαλεί την οργή των Βρυξελλών. Νέα νομοσχέδια και μεγάλα πρότζεκτ έχουν μπει στον πάγο ενώ ο Μαριάνο Ραχόι ακύρωσε ακόμη και τη συμμετοχή του στη Σύνοδο Κορυφής των χωρών της νοτίου Ευρώπης, την οποία συγκάλεσε ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας για τις 9 Ιουνίου, με την αιτιολογία ότι είναι απλώς υπηρεσιακός πρωθυπουργός.
«Game Over» έγραψε πρόσφατα η El País ενόψει της φαινομενικά αναπόφευκτης τρίτης εκλογικής αναμέτρησης σε διάστημα ενός μόλις έτους, η οποία θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μάλιστα ανήμερα των Χριστουγέννων. Και θεωρείται ήδη σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα καταφέρει να ανατρέψει τους νυν συσχετισμούς δυνάμεων και να δρομολογήσει την έξοδο από την πολιτική κρίση των τελευταίων μηνών.
Την περασμένη Παρασκευή και παρά τις προειδοποιήσεις του υπουργού Εξωτερικών Γκαρσία-Μαργκάλο ότι η χώρα κινδυνεύει να γίνει «διεθνής περίγελος», οι αντιπολιτευόμενοι Σοσιαλιστές και Podemos είπαν για δεύτερη φορά εντός 48 ωρών «όχι» σε μια νέα κυβέρνηση υπό τον Μ. Ραχόι.
Όλοι οι πρωταγωνιστές της ισπανικής πολιτικής σκηνής έχουν τώρα δυο μήνες στη διάθεσή τους για να βρουν μια λύση. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να ξαναστηθούν κάλπες.
Ποιος θα «θυσιαστεί»;
Και τώρα τι, διερωτώνται δημοσιογράφοι, αναλυτές και διανοούμενοι στην Ισπανία. Ο συγγραφέας Ρουμπέν Αμόν, επιφανής αρθρογράφος της El Pais διακρίνει μόνον μια λύση: να θυσιαστεί ένας από τους διεκδικητές του θρόνου. Μόνον εάν το Λαϊκό Κόμμα αντικαταστήσει τον αμφιλεγόμενο Ραχόι με έναν άλλο βασικό υποψήφιο, ενδέχεται να υπαναχωρήσουν οι Σοσιαλιστές μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, εκτιμά ο Ρούμπεν Αμόν.
Πολλοί συμμερίζονται τις εκτιμήσεις αυτές. Διότι οι Σοσιαλιστές υποσχέθηκαν στους ψηφοφόρους τους να αποτρέψουν πάση θυσία τη συνέχιση της πολιτικής της λιτότητας και να βάλουν τέλος στη διαφθορά. Σε περίπτωση που αποχωρήσει ο Μαριάνο Ραχόι οι Σοσιαλιστές θα μπορούσαν να συμβάλουν δια της αποχής στο σχηματισμό μιας συντηρητικής κυβέρνησης, χωρίς αυτό να θεωρηθεί εξαπάτηση των ψηφοφόρων. Θεωρητικά βέβαια θα μπορούσε να υπάρξει και μια σοσιαλιστική εκδοχή της «θυσίας» αυτής. Μολονότι εντός του κόμματος δεν φαίνεται να δημιουργείται ακόμη κλίμα εναντίον του Σάντσεθ, δεν είναι λίγοι εκείνοι που τον επικρίνουν για τα διόλου ικανοποιητικά εκλογικά αποτελέσματα.
Σε κεντρικό της άρθρο και υπό τον τίτλο «Ούτε ο Ραχόι ούτε ο Σάντσεθ», η El Pais έγραψε την Κυριακή: «Παρακαλούμε τους δυο υπεύθυνους αυτής της κατάστασης να κάνουν ένα βήμα προς τα πίσω».
Με παρόμοιο τρόπο είχε εκφραστεί ενώπιον της Βουλής και ο αρχηγός των Ciudadanos Άλμπερτ Ριβέρα, μια από τις λίγες φωνές της λογικής στο ισπανικό θέατρο του παραλόγου : «Γιατί δεν αναζητεί το Λαϊκό Κόμμα έναν υποψήφιο που θα μπορούσε να καταλήξει σε έναν συμβιβασμό; Το ίδιο ερώτημα θα μπορούσε να θέσει κανείς και για τον αρχηγό των Σοσιαλιστών. Και εάν αποχωρούσαν και οι δύο, δεν θα υπήρχε τότε η δυνατότητα να επιτευχθεί συμφωνία;».