Όταν ο πρόεδρος νιώθει μοναξιά και βαριέται στο προεδρικό μέγαρο τα απογεύματα της Κυριακής, στέλνει μηνύματα σε φίλους: «Passe me voir» - Πέρνα να τα πούμε.
Είναι δύσκολο να αρνηθείς μια τέτοια πρόσκληση. Τους τελευταίους μήνες όμως, ένας από τους αποδέκτες τέτοιων προσκλήσεων, μια γνωστή προσωπικότητα του κόσμου της τέχνης, ομολογεί ότι ανταποκρίνεται με απροθυμία. «Η ατμόσφαιρα είναι πραγματικά ζοφερή», λέει. «Και είναι δύσκολο να του πεις αυτά που σκέφτεσαι, γιατί μοιάζει να έχει αποκοπεί από τον πραγματικό κόσμο».
Μόλις οκτώ μήνες απομένουν για την ολοκλήρωση της προεδρικής θητείας του Ολάντ και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αν βάλει υποψηφιότητα για μια νέα θητεία, δεν θα περάσει στον δεύτερο γύρο. Ισως μάλιστα να μην κερδίσει καν τις προκριματικές εκλογές του κόμματος. Οι σύμβουλοί του ήδη ετοιμάζονται για την έξοδο και ψάχνουν δουλειά. Πότε-πότε καταλαμβάνονται από μια τρελή ελπίδα: μήπως το αφεντικό έχει κάτι στο μυαλό του και καταφέρει να γυρίσει το παιχνίδι;
Ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, που τρώει με τον πρόεδρο κάθε Δευτέρα, μοιάζει να μην έχει ιδέα για το κατά πόσον ο Ολάντ έχει αποφασίσει αν θα είναι υποψήφιος. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλους υπουργούς. «Οποτε αναφερόμαστε σε ένα πολυετές πρόγραμμα ή σε κάτι που είναι προγραμματισμένο για μετά τον Μάιο του 2017, υπάρχει πάντα μια μικρή σιωπή», λέει ένας σύμβουλος.
Οι τακτικοί επισκέπτες του προέδρου δηλώνουν κι αυτοί άγνοια. Ο Ολάντ ζητά τη γνώμη τους για κάποια ομιλία του ή για τον προκάτοχο, και επίδοξο διάδοχό του, τον Νικολά Σαρκοζί. Κι όταν αναφέρεται στην προεδρία του, το κάνει με το ύφος ενός απόμακρου αρθρογράφου. Όπως λέει ένας επιχειρηματίας που τον συναντά συχνά, «ο πρόεδρος σχολιάζει διάφορα υποθετικά σενάρια στα οποία δεν μοιάζει να συμμετέχει».
Ο Ολάντ έμοιαζε πάντα πιο ικανός να διαχειρίζεται μια προεκλογική εκστρατεία παρά να κυβερνά. Προτού εκλεγεί πρόεδρος, το 2012, η μόνη του εμπειρία στον τομέα της διοίκησης ήταν η δημαρχία της Τιλ, μιας μικρής πόλης 14.000 κατοίκων στη νοτιοδυτική Γαλλία. Βασικά ήταν άνθρωπος του κομματικού μηχανισμού. Αφού εργάστηκε ως βοηθός του προέδρου Μιτεράν, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, εξελέγη βουλευτής και πολύ γρήγορα ανέλαβε τα ηνία του κόμματος. Εκεί απέκτησε φήμη ως μεσολαβητής ανάμεσα σε αντιμαχόμενες τάσεις. Υποψήφιος για την προεδρία αναδείχθηκε από σύμπτωση, όταν ο Ντομινίκ Στρος-Καν είδε την καριέρα του να τερματίζεται πρόωρα σε ένα δωμάτιο ενός ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης.
Οι επιδόσεις του στην προεδρία χαρακτηρίζονται στην καλύτερη περίπτωση μέτριες. Η δημοτικότητά του είναι σήμερα η μικρότερη οποιουδήποτε γάλλου προέδρου εδώ και πάνω από μισό αιώνα. Σύμφωνα με έναν σύμβουλο, ο Ολάντ και ο Βαλς πιστεύουν ότι εξάντλησαν το πολιτικό τους κεφάλαιο με την επίμαχη μεταρρύθμιση της περασμένης άνοιξης για την αγορά εργασίας. Και ο πρόεδρος μοιάζει να χρησιμοποιεί τους τελευταίους μήνες του στην εξουσία για να βοηθήσει τους συμβούλους του να βρουν δουλειά.
«Βρισκόμαστε στο τέλος της πενταετούς θητείας», λέει ένας σύμβουλός του. «Τώρα πρέπει να υπερασπιστούμε αυτά που κάναμε. Μεταρρυθμίσαμε τη Γαλλία, αντιμετωπίσαμε τεράστιες δυσκολίες, και να τα αποτελέσματα». Ένα άλλο μέλος του προεδρικού επιτελείου έχει μια άλλη προσέγγιση: «Ακόμη κι αν αποφασίσει τον Δεκέμβριο αν θα είναι υποψήφιος, είναι ανόητο να περιμένουμε τον Δεκέμβριο για να ξεκινήσουμε την προεκλογική εκστρατεία».
Το γεγονός ότι ο Ολάντ κρατά όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά τον αναγκάζει να προσπαθεί να εξουδετερώνει τους αντιπάλους του. Όταν ο πρώην υπουργός Οικονομικών Εμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε ότι θα μιλήσει στη συνάντηση των λεγόμενων «ευρωπαίων μεταρρυθμιστών» που οργάνωσε ο σοσιαλιστής δήμαρχος της Λιόν Ζεράρ Κολόμπ, η προεδρία άσκησε πίεση στα στελέχη του κόμματος να μην παραστούν.
Αν τελικά ο Ολάντ αποφασίσει να διεκδικήσει μια δεύτερη θητεία, όπως έχει επανειλημμένα υπαινιχθεί τελευταία, μπορεί να υπολογίζει στη βοήθεια αρκετών συνεργατών του. Ανάμεσά τους, η πρώην σύζυγός του Σεγκολέν Ρουαγιάλ, ο υπεύθυνος επικοινωνίας Γκασπάρ Γκαντζέρ και αρκετοί υπουργοί, που φέρονται να σχεδιάζουν ήδη την πιθανή στρατηγική του. Επικρατεί όμως πλήρης μυστικότητα, για να μη δοθεί η εντύπωση ότι χρησιμοποιούνται κρατικοί πόροι για μια εκστρατεία επανεκλογής του προέδρου.
Κάθε πρωί στις 8.30, το επιτελείο συνεδριάζει στην «Πράσινη Αίθουσα» του προεδρικού μεγάρου και εξετάζει το πολιτικό μέλλον του Ολάντ. Γενική είναι η πεποίθηση ότι η πίστη του τελευταίου στο πολιτικό του άστρο δεν πρέπει να κλονιστεί. Οι ελπίδες του εξαρτώνται από δύο σενάρια, που αμφότερα είναι στην καλύτερη περίπτωση αβέβαια. Το πρώτο είναι να κερδίσει ο Σαρκοζί το χρίσμα της κεντροδεξιάς και η υποψηφιότητά του αυτή να συναντήσει τις αντιδράσεις των μετριοπαθών. Και το δεύτερο είναι να κερδίσει ο Ολάντ τις προκριματικές εκλογές του κόμματός του και να ριχτεί στην προεκλογική εκστρατεία με τον αέρα της νίκης.
Μπορεί να μη συμβεί βέβαια τίποτα απ’όλα αυτά. Μπορεί ο Σαρκοζί να χάσει από τον Αλέν Ζιπέ και ο Ολάντ να μην εξασφαλίσει τη στήριξη των σοσιαλιστών ψηφοφόρων. Σύμφωνα με τους συμβούλους του, ο γάλλος πρόεδρος δεν θεωρεί αυτά τα σενάρια πιθανά. Ακόμη και σ’αυτό, είναι μόνος.