Η Ελλάδα βρίσκεται και πάλι στο μυαλό των ανθρώπων καθώς πλησιάζουμε στο μέσο του προγράμματος διάσωσης 86 δισ. ευρώ που συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 2015. Υπάρχουν σημαντικές αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν στη συνέχεια και πρέπει να ληφθούν προς το γενικό συμφέρον της Ελλάδας και της υπόλοιπης ευρωζώνης. Οι εκλογές που θα διενεργηθούν στην Ευρώπη το 2017 δεν θα τις κάνουν ευκολότερες, όμως η κωλυσιεργία θα ήταν ανεύθυνη.
Η αξιολόγηση του πρώτου προγράμματος ολοκληρώθηκε επιτυχώς και το Eurogroup την περασμένη εβδομάδα συμφώνησε σε βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Στελέχη των Ευρωπαϊκών Θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εργάζονται τώρα με τις Ελληνικές αρχές για να καταλήξουν σε συμφωνία για τις μεταρρυθμίσεις και τα δημοσιονομικά μέτρα που χρειάζονται για να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση. Η συμφωνία αυτή θα μπορούσε να επιτευχθεί σύντομα –αν όλοι οι εταίροι συμμετέχουν εποικοδομητικά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραμένει δεσμευμένη να το πράξει. Δυστυχώς, άλλοι ορισμένες φορές φαίνεται να προτιμούν να εμπλέκονται σε ένα παιχνίδι απόδοσης ευθυνών ως τρόπο για να υπερασπίσουν τις θέσεις τους. Η συμπεριφορά αυτή κινδυνεύει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη και την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα. Αυτό θα ήταν άδικο δεδομένων των προσπαθειών του Ελληνικού λαού και της οικονομικής στήριξης από τους Ευρωπαίους εταίρους.
Σε αυτή την εποχή της επωνομαζόμενης «μετά-αλήθειας» πολιτικής, είναι σημαντικό να μην αφήσουμε ορισμένους ισχυρισμούς να περάσουν χωρίς αμφισβήτηση. Ας αρχίσουμε με τον ισχυρισμό ότι η Ελλάδα δεν υλοποιεί τις δεσμεύσεις της. Η Ελλάδα έχει κάνει πρωτοφανείς προσπάθειες στη δημοσιονομική πολιτική, περιλαμβανομένων σημαντικών μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος, του συστήματος φορολόγησης εισοδήματος φυσικών προσώπων και του συστήματος ΦΠΑ. Έχουν ληφθεί ενέργειες προκειμένου να στηριχθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, να αντιμετωπιστούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η φορολογική απάτη και φοροδιαφυγή, και να βελτιωθεί η είσπραξη εσόδων. Το κράτος έχει αποπληρώσει καθυστερημένες οφειλές ύψους άνω των 3,5 δισ. ευρώ.
Ως αποτέλεσμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας αναμένεται να διαμορφωθεί χαμηλότερα του 3% του ΑΕΠ φέτος. Αναμένεται να υπεραποδώσει του συμφωνημένου στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 0,5% για το 2016 και να υλοποιήσει τον στόχο του 1,75% το 2017. Η οικονομική ανάπτυξη άγγιξε το 1,8% το δ’ τρίμηνο σε ετήσια βάση. Η ανεργία μειώνεται, παρά το ότι εξακολουθεί να παραμένει σε απαράδεκτα υψηλό επίπεδο. Εν ολίγοις, εφαρμόζοντας ένα απαιτητικό πρόγραμμα, η Ελλάδα επί τέλους γυρνάει σελίδα.
Τότε υπάρχει η υπόνοια ότι οι Ελληνικές συντάξεις είναι σε Γερμανικά επίπεδα. τα στοιχεία των κρατών-μελών της ΕΕ δείχνουν πως οι μέσες δημόσιες συντάξεις το 2013 ήταν 1.233 ευρώ μηνιαίως στη Γερμανία, 45% υψηλότερα από τα 846 ευρώ μηνιαίως στην Ελλάδα. Οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις σημαίνουν πως οι νέες συντάξεις που αποδίδονται στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερες. Και θυμηθείτε πως η Ελλάδα δεν διαθέτει ένα καλά αναπτυγμένο δίκτυ κοινωνικής προστασίας: σε πολλές οικογένειες, οι συντάξεις είναι η μοναδική πηγή εισοδήματος.
Και ο ισχυρισμός πως οι μισοί Έλληνες φορολογούμενοι εξαιρούνται από τον φόρο εισοδήματος; Αυτό αγνοεί το γεγονός πως ο γενικός φορολογικός συντελεστής στα εισοδήματα, περιλαμβανομένων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, είναι άνω του μέσου όρου της ΕΕ. Και η φετινή μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος έχει διευρύνει σημαντικά τη φορολογική βάση.
Τέλος, μήπως η Κομισιόν είναι υπερβολικά επιεικής με την Ελλάδα, σε αντίθεση με την δήθεν πιο ρεαλιστική θέση του ΔΝΤ; Φυσικά όχι! Ενώ έχει εργαστεί ακάματα για να βοηθήσει την Ελλάδα να οικοδομήσει μια βιώσιμη ανάκαμψη, έχει επίσης πιέσει τις αρχές της χώρας να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους. Η Κομισιόν υπήρξε ένας έντιμος διαμεσολαβητής, εκπροσωπώντας τα συμφέροντα του συνόλου της ευρωζώνης.
Το επόμενο βήμα είναι να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος, κάτι που εξαρτάται από μια συμφωνία να συμμετέχει και το ΔΝΤ. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί όσο οι θέσεις καθορίζονται από δόγματα ή βραχυπρόθεσμες πολιτικές τακτικές χωρίς να υπολογίζεται η κοινωνική επίπτωση των προτεινόμενων μέτρων.
Είναι ζωτικής σημασίας να υπάρξει ταχέως μια συμφωνία για αξιόπιστους δημοσιονομικούς στόχους για τα χρόνια πέραν της λήξης του προγράμματος, και πως οι στόχοι αυτοί δεν υπερεκτιμούν την ικανότητα της Ελλάδας να τους επιτύχει χωρίς να υπονομεύει την ανάπτυξη. Δεν θα πρέπει να είναι πολύ υψηλοί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα – η Ελλάδα δεν μπορεί να καταδικαστεί σε λιτότητα για πάντα – ούτε όμως θα πρέπει να βασίζονται σε εσκεμμένα απαισιόδοξες προβλέψεις ή να συνδέονται με απαιτήσεις που είναι πολιτικά αδύνατες, οικονομικά ανεπιθύμητες και κοινωνικά απαράδεκτες.
Ας μην παίζουμε σκιώδη παιχνίδια με το μέλλον της Ελλάδας. Οι τεχνικές εργασίες έχουν σχεδόν τελειώσει. Οι πολιτικοί ηγέτες της ευρωζώνης και των θεσμών πιστωτών της Ελλάδας πρέπει να αναλάβουν την πρωτοβουλία. Χρειάζονται αποφάσεις προς το κοινό συμφέρον, ώστε το δεύτερο ήμισυ του προγράμματος να προετοιμάσει την Ελλάδα για μια βιώσιμη επιστροφή στις αγορές κεφαλαίου και για ένα σταθερό μέλλον στην ευρωζώνη. Χρειαζόμαστε όλοι οι εταίροι να μοιραστούν την ευθύνη για την επίτευξη αυτού, και να σεβαστούν τις δεσμεύσεις που έχουν γίνει.