Με μια «μεσοβέζικη» απόφαση στην προσφυγή της ΑΓΕΤ Ηρακλής για τις ομαδικές απολύσεις το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ανοίγει «παράθυρο» για την ανατροπή της ισχύουσας νομοθεσίας.
Το δικαστήριο, εκδικάζοντας την προσφυγή της ΑΓΕΤ Ηρακλής, κρίνει ότι το ελληνικό πλαίσιο δεν είναι αντίθετο στην ευρωπαϊκή νομολογία αρκεί να μην τίθενται εμπόδια στην πραγματοποίηση των ομαδικών απολύσεων. Με την απόφαση που εξέδωσε και το προδικαστικό ερώτημα που έχει καταθέσει η ελληνική δικαιοσύνη, το ευρωπαϊκό δικαστήριο τάσσεται έμμεσα υπέρ της απελευθέρωσης στο όριο των ομαδικών απολύσεων και το υπουργικό βέτο.
Δέχεται ότι το ελληνικό κράτος διατηρεί και μπορεί να τοποθετείται σε υποθέσεις ομαδικών απολύσεων, σημειώνει όμως ότι δεν μπορεί να επικαλείται οικονομική κρίση ή αύξηση της ανεργίας για να εξαιρείται από το κοινοτικό δίκαιο.
Αναφέρει ότι το ελληνικό πλαίσιο είναι ασαφές και στέλνει πίσω στο εθνικό δικαστήριο την υπόθεση της ΑΓΕΤ.
Η απόφαση είναι πιθανό να προκαλέσει και εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις στο κομμάτι των εργασιακών στην περίπτωση που μπει στο τραπέζι των συζητήσεων από τους δανειστές.
Υπενθυμίζεται ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με το οποίο ερωτά αν η προηγούμενη διοικητική έγκριση που απαιτείται (από το υπουργείο Εργασίας) είναι σύμφωνη με την οδηγία για τις ομαδικές απολύσεις και την ελευθερία εγκατάστασης που κατοχυρώνεται από τις Συνθήκες.
Τα κρίσιμα σημεία της απόφασης
Η οδηγία 98/59/ΕΚ, δεν αντιτίθεται, καταρχήν, σε εθνική νομοθετική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, δυνάμει της οποίας, ελλείψει συμφωνίας με τους εκπροσώπους των εργαζομένων επί σχεδίου ομαδικών απολύσεων, ο εργοδότης δεν μπορεί να προβεί στις απολύσεις αυτές, εφόσον η αρμόδια δημόσια αρχή στην οποία το σχέδιο πρέπει να κοινοποιηθεί, δεν εγκρίνει, με αιτιολογημένη απόφασή της εντός της προβλεπόμενης από την ως άνω ρύθμιση προθεσμίας και κατόπιν εξετάσεως του φακέλου και αξιολογήσεως των συνθηκών της αγοράς εργασίας, της καταστάσεως της επιχειρήσεως και του συμφέροντος της εθνικής οικονομίας, την εν όλω ή εν μέρει υλοποίηση των σχεδιαζόμενων απολύσεων.
Δεν ισχύει όμως το ίδιο, εάν διαπιστωθεί ότι, λόγω των τριών κριτηρίων αξιολογήσεως στα οποία παραπέμπει η ρύθμιση αυτή και της κατά περίπτωση εφαρμογής της από την ως άνω δημόσια αρχή υπό τον έλεγχο των αρμοδίων δικαστηρίων, η επίμαχη ρύθμιση έχει ως συνέπεια να καθίστανται οι διατάξεις της οδηγίας άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας, ζήτημα του οποίου η εξέταση απόκειται στο αιτούν δικαστήριο.
Σε περίπτωση όπως αυτή που αποτελεί αντικείμενο της κύριας δίκης, το άρθρο 49 ΣΛΕΕ αντιτίθεται σε εθνική νομοθετική ρύθμιση όπως η διαλαμβανόμενη στην πρώτη περίοδο του πρώτου εδαφίου του παρόντος σημείου του διατακτικού.
Το γεγονός ότι σε ένα κράτος μέλος επικρατούν συνθήκες χαρακτηριζόμενες από οξεία οικονομική κρίση και ιδιαίτερα υψηλό δείκτη ανεργίας δεν διαφοροποιεί τις απαντήσεις που παρατίθενται στο σημείο 1 του παρόντος διατακτικού.
Οπως αναφέρει, η κακή οικονομική συγκυρία στην Ελλάδα δεν μπορεί από μόνη της να αποτελεί δικαιολογία για ακύρωση από την πλευρά του κράτους, σχεδίων για ομαδικές απολύσεις σε συγκεκριμένες εταιρείες, αποφάνθηκε σήμερα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εξετάζοντας σχετική προσφυγή της ΑΓΕΤ Ηρακλής. Το δικαστήριο έκρινε την ελληνική νομοθεσία ασαφή και εκτίμησε ότι ισοδυναμεί με περιορισμό στην εγκατάσταση και την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Το Δικαστήριο εξέτασε την ελληνική νομοθεσία στη βάση της κοινοτικής οδηγίας, η οποία επί της αρχής δεν αντιτίθεται, σε εθνική ρύθμιση που παρέχει σε δημόσια αρχή την εξουσία να μην επιτρέψει ομαδικές απολύσεις υπό την προϋπόθεση ότι η ρύθμιση αυτή δεν καθιστά την οδηγία άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας.
Το Δικαστήριο όμως έκρινε, συναφώς, ότι η ελληνική ρύθμιση ενδέχεται να αποτελέσει σοβαρό εμπόδιο για την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης στην Ελλάδα.