O Mάριο Ντράγκι ήθελε να γίνει βαρετός το 2017. Ίσως να μην είναι τόσο τυχερός. Καθώς ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ετοιμάζεται για μια χρόνια που ήλπιζε ότι θα απαιτούσε εύκολες αποφάσεις, χωρίς αλλαγές στα επιτόκια ή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της τράπεζας, επικριτές από όλες τις πλευρές ετοιμάζονται να διαταράξουν την ηρεμία του.
Από τη μία πλευρά, φωνές με επιρροή στη Γερμανία, την ατμομηχανή της ευρωζώνης, εκφράζουν όλο και πιο έντονα ανησυχία για τις χαλαρές νομισματικές πολιτικές της τράπεζας σε μια στιγμή που η αύξηση του πληθωρισμού διαβρώνει τις αποδόσεις των αποταμιευτών. Η ΕΚΤ μπορεί να δεχθεί πίεση για περαιτέρω περικοπές στο QE αν διατηρηθεί ο γερμανικός πληθωρισμός ή σκαρφαλώσει υψηλότερα.
Από την άλλη, οικονομολόγοι που απογοητεύτηκαν από την απόφαση του Δεκεμβρίου για μείωση του QE φοβούνται πως η κεντρική τράπεζα θα καταστρέψει την αξιοπιστία της βασικής αποστολής της -της διατήρησης του πληθωρισμού κοντά στο 2%- αν υποκύψει σε πιέσεις για περιορισμό των αγορών ομολόγων.
Λένε πως η ΕΚΤ έχει γίνει κάθε άλλο παρά βαρετή, που όσον αφορά τις κεντρικές τράπεζες σημαίνει την αντίδραση στα οικονομικά νέα με προβλέψιμο τρόπο. Πιστεύουν ότι ο Ντράγκι και οι συνάδελφοι του στο Διοικητικό Συμβούλιο έχουν αλλάξει ρότα στέλνοντας σήμα πως φέτος θα μείνουν άπραγοι.
«Το μήνυμα τους μέχρι πρόσφατα ήταν πως είναι έτοιμοι να αντιδράσουν ανά πάσα στιγμή» λέει ο Ρίτσαρντ Μπάργουελ, οικονομολόγος της BNP Paribas Investment Partners. «Oι στόχοι φαίνονται τώρα πολύ πιο συγκρατημένοι και οι πράξεις λιγότερο θαρραλέες».
Ο κ. Μπάργουελ υποστηρίζει πως η τράπεζα μοιάζει περισσότερο με ένα θεσμό που κάνει ότι μπορεί για να αποφύγει τον αποπληθωρισμό, παρά με κάποιον που ανησυχεί για το στόχο του πληθωρισμού.
«Υπάρχει κίνδυνος να χάσεις την αξιοπιστία σου: υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα σε έναν ανεξάρτητο θεσμό που έχει σαν στόχο τον πληθωρισμό και σε έναν που προσπαθεί να αποφύγει τον αποπληθωρισμό αντιμέτωπος με περιορισμούς» σημειώνει.
Ο Ντράγκι οδήγησε την τράπεζα σε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην τελευταία συνεδρίαση το Δεκέμβριο, επιτρέποντας την μείωση του μηνιαίου ρυθμού αγοράς ομολόγων αλλά παρατείνοντας τη διάρκεια του προγράμματος. Η τράπεζα αποφάσισε ότι από τον Απρίλιο θα αγοράζει 60 δισ. ευρώ ομόλογα το μήνα ως το τέλος του έτους από 80 δισ. ευρώ τώρα.
Κάνοντας το βήμα αυτό, η ΕΚΤ ήλπιζε να βγει από το πολιτικό κάδρο το 2017, μια χρονιά με σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη. Οι Ολλανδοί και οι Γάλλοι ψηφίζουν την άνοιξη, πριν από τις κάλπες στη Γερμανία το φθινόπωρο, όπου οι περικοπές των επιτοκίων και οι αγορές κρατικών ομολόγων δεν είναι καθόλου δημοφιλείς.
Δεν υπάρχει καμία προσδοκία ότι η σημερινή συνεδρίαση θα αλλάξει το κόστος δανεισμού ή το QE. Χωρίς μια δραστική οικονομική επιδείνωση, ο Ντράγκι θέλει να μην κάνει καμία κίνηση στις άλλες επτά συνεδριάσεις της φετινής χρονιάς και να μείνει στο πακέτο που ανακοίνωσε το Δεκέμβριο.
Οι πιέσεις στις τιμές είναι πιο αδύναμες από το στόχο της ΕΚΤ για πληθωρισμό κοντά στο 2% και δεν προβλέπεται μια πιο επιθετική αύξηση τιμών. Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη βρίσκεται στο 1,7% και προβλέπεται να είναι κάτω από το στόχο της ΕΚΤ ως το 2019, σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις.
Η Γερμανία είναι το κρίσιμο σημείο, όπου ο πληθωρισμός αυξήθηκε από το 0,8% το Νοέμβριο στο 1,7% τον περασμένο μήνα. Σε ένα περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων και αντι-ευρωπαϊκού κλίματος, εκφράστηκαν άμεσα εκκλήσειςπρος την ΕΚΤ να σταματήσει να τιμωρεί τους Γερμανούς αποταμιευτές και αυξήσεις επιτοκίων.
Τα «γεράκια» στο Διοικητικό Συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας, με πρωταγωνιστή τον πρόεδρο της Bundesbank, Γιενς Βάιντμαν, δεν αναμένεται να πιέσουν άμεσα για περαιτέρω περικοπές στο QE. Είναι πιο πιθανό να περιμένουν τουλάχιστον μέχρι το Μάρτιο, όπου οι νέες προβλέψεις της ΕΚΤ θα μπορούσαν να δείξουν μια πιο ισχυρή από την αναμενόμενη αύξηση του πληθωρισμού και της ανάπτυξης.
Από το απέναντι στρατόπεδο, οι ανησυχίες για τους περιορισμούς στην ΕΚΤ έχουν αυξηθεί μετά τη δημοσίευση των πρακτικών του Δεκεμβρίου, που έδειξαν ότι η απόφαση για περιορισμό του QE δεν λήφθηκε μόνο με οικονομικά κριτήριααλλά και υπό το φόβο ότι η ΕΚΤ μπορεί να μην έχει άλλα ομόλογα να αγοράσει.
Οι υποθέσεις των οικονομολόγων πως η τράπεζα θα μπορούσε να αυξήσει την ποσότητα που έχει δικαίωμα να αγοράσει από ένα συγκεκριμένο ομόλογο διαψεύστηκαν, καθώς στα πρακτικά εκφράζονται φόβοι ότι υπάρχουν πολλά νομικά εμπόδια και υπάρχει κίνδυνος να πληγεί η αξιοπιστία.
«Η μεγάλη απογοήτευση το Δεκέμβριο ήταν η ξεκάθαρη ένδειξη για το ρόλο που είχαν παίξει στην απόφαση τα τεχνικά όρια και οι πολιτικοί περιορισμοί. Πήρα το μήνυμα, είχα υποτιμήσει τα εμπόδια, αλλά αυτό δεν είναι συνεπές με την δήλωση του Ντράγκι ότι η ΕΚΤ θα κάνει «whatever it takes» λέει ο Φρεντερίκ Ντουκροζέ, οικονομολόγος στην Pictet Asset Management.
H διαχείριση της πολιτικής πίεσης έχει νόημα τώρα, αλλά μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερο πονοκέφαλο μακροπρόθεσμα, τονίζει ο κ. Ντουκροζέ.
«Η μεγάλη πρόκληση θα έρθει τον Ιούνιο ή το Σεπτέμβριο, όταν το Συμβούλιο θα πρέπει να αποφασίσει τι θα κάνει την επόμενη χρονιά. Αν ο δομικός πληθωρισμός παραμείνει χαμηλός, τότε δεν ξέρω τι μπορούν να κάνουν στη συνέχεια τώρα που παραδέχτηκαν αυτά τα όρια», προσθέτει.