Για τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Brexit, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ήταν μια δικαίωση και λύτρωση.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ πιστεύει και αυτός πως η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια έξοχη ιδέα. Ακόμα καλύτερα, φαίνεται να προσφέρει ένα ιδανικό μονοπάτι διαφυγής.
Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να εγκαταλείψει το βυθιζόμενο πλοίο της Ε.Ε. και να ανέβει στο αστραφτερό θωρηκτό της «Αγγλόσφαιρας».
Είναι ένα δελεαστικό όνειρο. Δυστυχώς, είναι εντελώς λάθος. Η εκλογή του κ. Τραμπ έχει μετατρέψει το Brexit από μια ριψοκίνδυνη απόφαση σε μια μεγάλη καταστροφή. Για τα τελευταία 40 χρόνια, η Βρετανία είχε δύο βασικούς πυλώνεςστην εξωτερική της πολιτική: τη συμμετοχή στην Ε.Ε. και την «ειδική σχέση» με τις ΗΠΑ.
Η απόφαση για έξοδο από την Ε.Ε. αφήνει τη Βρετανία πολύ πιο εξαρτημένη από τις ΗΠΑ, σε μια στιγμή που η Αμερική εξέλεξε έναν ασταθή πρόεδρο που είναι αντίθετος με τις βασικές αρχές στις οποίες βασίζεται η εξωτερική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου.
Κατά τη διάρκεια του σύντομου ταξιδιού της Βρετανίδας πρωθυπουργού Τερέζα Μέι στην Ουάσιγκτον, η δυσάρεστη αυτή αλήθεια κρύφθηκε πίσω από ασήμαντα πράγματα και από τις δηλώσεις για το εμπόριο. Η απόφαση του κ. Τραμπ να επιστρέψει την προτομή του Γουίνστον Τσόρτσιλ στο Οβάλ γραφείο χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από τους θιασώτες του Brexit. Επιπλέον, η κυβέρνηση Τραμπ ξεκαθάρισε ότι είναι διατεθειμένη να συνάψει μια εμπορική συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο μόλις βγει το διαζύγιο με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αλλά με το που έφυγε η κα. Μέι από την Ουάσιγκτον, ο κ. Τραμπ είχε προλάβει να προκαλέσει πανικό «με την απαγόρευση για τους Μουσουλμάνους», η οποία επηρεάζει μετανάστες και πρόσφυγες σε επτά χώρες.
Μετά από κάποιες αοριστολογίες, η πρωθυπουργός αναγκάστηκε να πάρει αποστάσεις από το νέο της φίλο στον Λευκό Οίκο.
Η αναταραχή με το διάταγμα για τους μετανάστες υπογράμμισε πόσο διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις έχουν η κα. Μέι και ο κ. Τραμπ. Ακόμα και όσον αφορά το εμπόριο, την υποτιθέμενη βάση της νέας τους ειδικής σχέσης, οι δύο ηγέτες έχουν εντελώς διαφορετικές απόψεις.
Η κα. Μέι λέει ότι θέλει το Ηνωμένο Βασίλειο να γίνει ο πρωταθλητής στο παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο. Αλλά ο κ. Τραμπ είναι υποστηρίζει τον προστατευτισμό όσο κανένας άλλος Αμερικανός πρόεδρος μετά το 1930. Πρόκειται για μια προφανή σύγκρουση αντιλήψεων που δεν θα είναι εύκολο να αγνοηθεί, αν και όταν ο κ. Τραμπ αρχίσει να βάζει δασμούς σε ξένα προϊόντα και να αγνοεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Επιπρόσθετα, οποιαδήποτε εμπορική συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ θα είναι πιθανότατα δύσκολο να χωνευτεί από τη Βρετανία και θα περιλαμβάνει δύσκολες παραχωρήσεις για το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τη γεωργία.
Οι ηγέτες της Βρετανίας και των ΗΠΑ έχουν επίσης εντελώς διαφορετική στάση έναντι των διεθνών οργανισμών. Η κα. Μέι πιστεύει ακράδαντα στην σημασία του ΝΑΤΟ και των Ηνωμένων Εθνών (η μόνιμη θέση της Βρετανίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι ένα από τα τελευταία εναπομείναντα τοτέμ του κύρους μιας μεγάλης δύναμης). Αλλά ο κ. Τραμπ έχει αποκαλέσει δύο φορές το ΝΑΤΟ παρωχημένο και απειλεί να περικόψει τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ στον ΟΗΕ.
Οι κυβερνήσεις Μέι και Τραμπ διαφωνούν και σε κρίσιμα ζητήματα όπως αυτό για το μέλλον της Ε.Ε. και για τη Ρωσία. Ο κ. Τραμπ περιφρονεί ανοιχτά την Ε.Ε. και οι βοηθοί του έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί να διαλυθεί. Αυτό αντανακλά τις απόψεις του Νάιτζελ Φάρατζ και του UKIP, αλλά όχι της σημερινής βρετανικής κυβέρνησης.
Η κα. Μέι γνωρίζει ότι οι δύσκολες διαπραγματεύσεις της με την Ε.Ε. θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολες αν τα κράτη μέλη πιστέψουν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο συνεργάζεται με τον κ. Τραμπ για να καταστρέψει το μπλοκ.
Η επίσημη θέση της είναι ότι η Βρετανία θέλει να συνεργαστεί με μια ισχυρή Ε.Ε.
Είναι πιθανό να το εννοεί κιόλας, δεδομένων των οικονομικών και πολιτικών κινδύνων που θα ακολουθούσαν από τη διάλυση της.
Ο μεγαλύτερος από τους κινδύνους αυτούς θα είναι η απειλή μιας αναγεννημένης Ρωσίας. Η βρετανική κυβέρνηση εργάστηκε στενά με την κυβέρνηση Ομπάμα για να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στη χώρα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Αλλά ο κ. Τραμπ φλερτάρει ήδη με την άρση των κυρώσεων.
Η πραγματικότητα είναι πως το Ηνωμένο Βασίλειο είναι αντιμέτωπο με ένα Αμερικανό πρόεδρο ο οποίος βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την βρετανική αντίληψη για τον κόσμο. Η κυβέρνηση Μέι το γνωρίζει αυτό, παρά τα αναγκαστικά χαμόγελα στο Οβάλ γραφείο την περασμένη εβδομάδα.
Για πολιτικούς λόγους, ο Μπόρις Τζόνσον, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, είναι αναγκασμένος να καλλιεργεί προσδοκίες για μια εμπορική συμφωνία με τον κ. Τραμπ. Αλλά μόλις πριν από μερικούς μήνες, ο κ. Τζόνσον υποστήριζε πως ο κ. Τραμπ «ήταν ξεκάθαρα παλαβός» και επιδεικνύει μια «εκπληκτική άγνοια» για τον κόσμο.
Αν δεν είχε συμβεί το Brexit, το οποίο με τόσο ενθουσιασμό είχε στηρίξει ο κ. Τζόνσον, η βρετανική κυβέρνηση θα ήταν σε θέση να υιοθετήσει μια πιο προσεκτική στάση απέναντι στον κ. Τραμπ. Αν η Βρετανία είχε ψηφίσει να μείνει εντός της Ε.Ε., η προφανής απάντηση για την έλευση ενός φιλο-ρωσικού Οβάλ γραφείου που θα υποστήριζε τον προστατευτισμό θα ήταν η ενίσχυση των σχέσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Η Βρετανία θα μπορούσε να προστατεύσει το ελεύθερο εμπόριο πιο αποτελεσματικά με τη στήριξη της Ε.Ε. και θα μπορούσε επίσης να αρχίσει να διερευνά τις δυνατότητες για στενότερη αμυντική συνεργασία. Όπως έχουν τα πράγματα, η Βρετανία έχει πέσει στα χέρια ενός Αμερικανού προέδρου που ο υπουργός Εξωτερικών της έχει αποκαλέσει τρελό.
Στα χρόνια της παρακμής της βρετανικής αυτοκρατορίας, ορισμένοι από τους πολιτικούς της ισχυρίζονταν ότι μπορούν να «γίνουν Έλληνες στους Ρωμαίους τους», προσφέροντας χρήσιμη καθοδήγηση στην νέα Αμερικάνικη αυτοκρατορία.
Αλλά τώρα την εξουσία στην Ουάσιγκτον έχει πάρει ο αυτοκράτορας Νέρωνας και οι Βρετανοί πρέπει να γελάνε και να χειροκροτούν καθώς βάζει φωτιές και παίζει την άρπα του.