Οι υπουργοί Εξωτερικών του G7 αναζήτησαν κοινή στρατηγική για να πιέσουν τη Ρωσία να αποσύρει τη στήριξη στον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ, αυξάνοντας την κριτική τους έναντι της Μόσχας αλλά παραμένοντας διχασμένοι αναφορικά με το ζήτημα νέων κυρώσεων κατά Ρώσων αξιωματικών που δουλεύουν με τη Δαμασκό.
Καθώς η πρώτη από τις δύο ημέρες συζητήσεων ξεκίνησε στην ιταλική πόλη Lucca, ο Μπόρις Τζόνσον, Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, δήλωσε πως η Μόσχα «είχε την επιλογή» μετά τις επιθέσεις με χημικά από το συριακό καθεστώς και την επίθεση των ΗΠΑ που ακολούθησε.
«Η επιλογή είναι να μείνει προσκολλημένη στο καθεστώς Άσαντ, το τοξικό καθεστώς που δηλητηριάζει τους ανθρώπους του και την υπόληψη της Ρωσίας, ή να δουλέψει με τον υπόλοιπο κόσμο για να βρει πολιτική λύση», δήλωσε.
Τα σχόλια Τζόνσον έρχονται μετά τον σκληρότερο τόνο που υιοθέτησε κατά της Μόσχας ο Ρεξ Τίλερσον, Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, πριν από το ταξίδι του στη Ρωσία αυτή την εβδομάδα, αποκαλώντας τον Άσαντ «δολοφονικό καθεστώς». Ο Τίλερσον δεσμεύτηκε επίσης τη Δευτέρα ότι θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε έθνος διαπράττει εγκλήματα κατά των πολιτών, σηματοδοτώντας μια στροφή 180 μοιρών από την εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ που είχε σύνθημα τη «μη παρέμβαση».
«Δεσμευόμαστε να θέσουμε προ των ευθυνών τους όλους όσοι διαπράττουν εγκλήματα κατά αθώων οπουδήποτε στον κόσμο», δήλωσε στην Sant' Anna di Stazzema, ένα χωριό όπου οι στρατιώτες των ναζί σφαγίασαν περισσότερους από 500 κατοίκους κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. «Αυτό το μέρος θα αποτελεί έμπνευση για τις πράξεις μας», είπε.
Ενώ όμως οι G7 σκληραίνουν τη στάση τους απέναντι στη στήριξη της Ρωσίας στον Άσαντ, εμφανίζονται πιο ήπιοι στην ιδέα που έβαλε η Μεγάλη Βρετανία να επιβληθούν νέες κυρώσεις σε Ρώσους αξιωματικούς που δουλεύουν με τη Δαμασκό.
«Οι κυρώσεις [κατά της Ρωσίας] δεν είναι το κατάλληλο εργαλείο και δεν μπορούν να επιβληθούν γρήγορα», είπε ένας διπλωμάτης του G7. «Τώρα πρέπει να εντείνουμε τον διάλογο με τη Ρωσία, προκειμένου να χρησιμοποιήσουμε από κοινού το υφιστάμενο μομέντουμ για μια πολιτική διαδικασία. Δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να βάλουμε τη Ρωσία περισσότερο στη γωνία και σιωπηρά να ενισχύσουμε τον δεσμό με το συριακό καθεστώς, ακριβώς το αντίθετο», συμπλήρωσε ο διπλωμάτης.
Άλλος διπλωμάτης δήλωσε ότι δεν θα βοηθήσει την προσπάθεια να πειστεί η Ρωσία να αλλάξει πορεία το να συμφωνήσει το G7 σε κυρώσεις, πριν ο Τίλερσον επισκεφτεί τη Μόσχα.
Ιταλοί αξιωματούχοι που φιλοξενούν τις συναντήσεις είπαν πως η Ρώμη επίσης «δεν σκέπτεται νέες κυρώσεις». Χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ήταν και στο παρελθόν διχασμένες στο ζήτημα των ποινών κατά της Ρωσίας. Κατά τη διάρκεια του βομβαρδισμού του Aleppo τον περασμένο Οκτώβριο, η Ιταλία απέρριψε αιτήματα από τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Γερμανία για νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Υποστηριζόμενη από άλλους Ευρωπαίους διπλωμάτες, η Ρώμη πιστεύει ότι η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην επανέναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στη Γενεύη, που στηρίζει ο ΟΗΕ και η επιβολή της παραπαίουσας κατάπαυσης πυρός. «Θέλουμε να βάλουμε πίεση στη Μόσχα να πάρει αποστάσεις από τον Άσαντ, να μειώσουμε τις εντάσεις και να αποκλιμακώσουμε», είπε Ιταλός αξιωματούχος.
Η Ιταλία ζήτηση από Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Τουρκία και Ιορδανία να πάρουν μέρος στις έκτακτες συναντήσεις στο περιθώριο του G7. Ο Angelino Alfano, Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, συζήτησε την κρίση της Συρίας με τον Mohammad Javad Zarif, Ιρανό υπουργό Εξωτερικών.
Το focus στη Συρία επισκίασε την κατάσταση στη Λιβύη, άλλη μια πηγή μεγάλης αστάθειας στη Μεσόγειο, όπου η Ιταλία επιδιώκει ξεκάθαρη στήριξη στην εύθραυστη κυβέρνηση της Τρίπολης που στηρίζει ο ΟΗΕ και της οποίας ηγείται ο Fayez al-Sarraj.
Ωστόσο υπάρχουν αυξανόμενες ανησυχίες για ρωσικές παρεμβάσεις στη χώρα και στήριξη του αντιισλαμιστή στρατηγού Khalifa Haftar που ελέγχει την ανατολική πλευρά της χώρας. Υπό τον Ντ. Τραμπ, οι ΗΠΑ δεν έχουν ξεκάθαρη πολιτική για τη Συρία, αυξάνοντας τις ανησυχίες της Ρώμης ότι μπορεί να διάκειται ευνοϊκά απέναντι στον Haftar.