Την εντατικοποίηση των ελέγχων για την καταπολέμηση της «μαύρης» εργασίας προανήγγειλε η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, στη συνέντευξή της στο ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο». Αναφερθείσα στο πρόβλημα της «μαύρης» και ανασφάλιστης εργασίας, η κ. Αχτσιόγλου δήλωσε ότι η θεσμική απορρύθμιση των προηγούμενων ετών επέτρεψε και την καλλιέργεια φαινομένων εργοδοτικής αυθαιρεσίας και ασυδοσίας στους χώρους εργασίας. Όπως είπε, γίνεται προσπάθεια για την επαναφορά της νομιμότητας στην αγορά εργασίας μέσα από τη δράση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ).
Σύμφωνα με την κ. Αχτσιόγλου, πλέον λειτουργεί ένα ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα, το οποίο επιτρέπει να γίνονται πιο στοχευμένοι έλεγχοι, ενώ μέχρι σήμερα οι έλεγχοι μπορούσαν να γίνονται μόνο κατόπιν καταγγελιών ή με βάση έναν σχεδιασμό σε συγκεκριμένους κλάδους.
Όπως εξήγησε, «μέσα από το πληροφοριακό σύστημα, που κάνει ανάλυση του κινδύνου των επιχειρήσεων με βάση τα καταγεγραμμένα δεδομένα, μπορούν πλέον να γίνουν στοχευμένοι έλεγχοι. Φαίνεται, δηλαδή, ποιες επιχειρήσεις σε ενεστώτα χρόνο είναι περισσότερο πιθανό να παρανομήσουν. Αν, για παράδειγμα, μία επιχείρηση δηλώνει ότι λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και έχει δηλωμένους μόνο εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, κάτι δεν πάει καλά».
Ανέφερε παράλληλα πως έχει αναπτυχθεί ένα σχέδιο 25 δράσεων και ότι θα διενεργούνται έλεγχοι από μεικτά κλιμάκια όχι μόνο από το ΣΕΠΕ, αλλά και από το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, την Οικονομική Αστυνομία και από το αντίστοιχο όργανο του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Τον επόμενο μήνα, όπως σημείωσε, θα δράσουν από κοινού στην Περιφέρεια Αττικής για την πάταξη της αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας. «Ήδη, τα Χριστούγεννα, με τους εντατικούς ελέγχους που έγιναν και τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν, πάρα πολλοί εργαζόμενοι πήραν το Δώρο Χριστουγέννων» ανέφερε. Η υπουργός επισήμανε ότι τα έσοδα από τα πρόστιμα σε επιχειρήσεις πηγαίνουν στον ΕΦΚΑ, καθώς «είναι ουσιαστικά κλεμμένοι πόροι από την κοινωνική ασφάλιση».
Για τη διαπραγμάτευση στα εργασιακά
Παράλληλα, η κ. Αχτσιόγλου προανήγγειλε την άμεση νομοθέτηση της επαναφοράς τόσο της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης όσο και της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων, με ημερομηνία εφαρμογής την 1η Σεπτεμβρίου του 2018.
Επίσης, υπογράμμισε ότι η ελληνική πλευρά πέτυχε να μην υπάρχει διπλασιασμός του ορίου ομαδικών απολύσεων στο 10% από 5% σήμερα, παρά τις σχετικές απαιτήσεις του ΔΝΤ. Αντίστοιχα, όπως είπε, αποκρούστηκαν οι απαιτήσεις του Ταμείου για το συνδικαλιστικό νόμο και, συγκεκριμένα, την επαναφορά της ανταπεργίας (lock out). Αναφορικά με το συνδικαλιστικό νόμο είπε ότι αυτή τη στιγμή, δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στο νομικό πλαίσιο για την απεργία, αλλά θα γίνουν αλλαγές στους λόγους απόλυσης των συνδικαλιστών, όπως με την προσθήκη κάποιων ποινικών αδικημάτων.
Για την αξιολόγηση
Μεταξύ άλλων, η υπουργός Εργασίας είπε ότι η ελληνική κυβέρνηση μπόρεσε να επιτύχει μία συμφωνία, «η οποία θα λέει ότι θα ληφθούν μέτρα για μετά το τέλος του προγράμματος, το 2019 και το 2020, αλλά τα μέτρα αυτά θα είναι μηδενικού δημοσιονομικού αντίκτυπου».
Σημείωσε επιπλέον ότι η συμφωνία αυτή «δεν θα υπήρχε με αυτούς τους όρους, αν δεν υπήρχε η ελληνική κυβέρνηση να επιμείνει για την ανάγκη να θεσμοθετηθούν παράλληλα θετικά μέτρα, τα οποία είναι μέτρα υποστήριξης του κοινωνικού κράτους».
Για τις συντάξεις
Η υπουργός Εργασίας αναφέρθηκε επίσης στον καθορισμό ανώτατου ορίου απομείωσης της προσωπικής διαφοράς, με τον οποίο θα αποφευχθούν, όπως είπε, μεγάλες μεταβολές στις συντάξεις. Συγκεκριμένα, σημείωσε ότι «αυτή η αρνητική μεταβολή θα αφορά μόνο τις προσωπικές διαφορές, το ένα τρίτο των συνταξιούχων, δηλαδή περίπου το 30% και πρόκειται για όσους έχουν πάρει συντάξεις, πριν από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου και των οποίων η σύνταξη ήταν ελαφρώς αυξημένη σε σχέση με το νέο τρόπο υπολογισμού».
«Αυτό που διαπραγματευόμαστε και νομίζω ότι θα μπορέσουμε να το κερδίσουμε είναι να υπάρξει ένα ποσοστό προστασίας της σύνταξης, δηλαδή ένα ανώτατο όριο απομείωσης της προσωπικής διαφοράς, ώστε να μην υπάρχουν πολύ μεγάλες μεταβολές», διευκρίνισε.
Για τα «μπλοκάκια»
Η κ. Αχτσιόγλου επισήμανε ότι ο ασφαλιστικός νόμος προσπάθησε να δώσει διέξοδο και σε ένα άλλο ζήτημα το οποίο είναι μία παγιωμένη παράνομη πρακτική στην αγορά εργασίας. Όπως ανέφερε συγκεκριμένα, είναι πολλές οι περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι εργάζονται στην πραγματικότητα ως μισθωτοί, αλλά ασφαλίζονται με μπλοκάκι, υποκρύπτεται, δηλαδή, εξαρτημένη εργασία. «Εμφανίζονται ως αυτοαπασχολούμενοι, ενώ στην πραγματικότητα είναι μισθωτοί. Αυτό είναι ένα πρόβλημα παραβατικότητας στην αγορά εργασίας, το οποίο θα λυθεί ως εργασιακό ζήτημα. Σκοπεύουμε να δώσουμε τη δυνατότητα στο ΣΕΠΕ να κάνει τέτοιου τύπου ελέγχους και το πρόβλημα θα λυθεί και από τη συμμόρφωση πια στην εργατική νομοθεσία» διαβεβαίωσε.
«Αυτό που έκανε ο ασφαλιστικός νόμος, είναι να πει ότι στις περιπτώσεις που ένας εργαζόμενος με μπλοκάκι έχει μέχρι δύο εργοδότες, οπότε στην πραγματικότητα φαίνεται να υποκρύπτεται σχέση εξαρτημένης εργασίας, θα πληρώνει αυτά που αντιστοιχούν σε έναν μισθωτό. Αυτό θα πρέπει να το δηλώσει ο εργοδότης ή, σε περίπτωση που δεν το δηλώνει ο εργοδότης, θα μπορεί να το δηλώσει ο εργαζόμενος. Υπάρχει ηλεκτρονική πλατφόρμα γι΄ αυτό» είπε.
Προανήγγειλε δε ότι το επόμενο διάστημα σχεδιάζεται ένα πρόγραμμα «ώστε να ενισχυθούν, να επιδοτηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι στην πραγματικότητα έχουν μισθωτή εργασία, αλλά ασφαλίζονται με μπλοκάκι». «Στόχος είναι να διευκολύνουμε αυτούς τους ανθρώπους. Το πρόγραμμα θα είναι στοχευμένο στους νέους εργαζόμενους, αλλά, ανάλογα με τα κονδύλια, θα μπορεί να επεκτείνεται περισσότερο» εξήγησε.