Πριν από λίγες εβδομάδες, ο Ντόναλντ Τραμπ θέσπισε ένα ρεκόρ που θεώρησα ακλόνητο. Η Τερέζα Μέι από τότε το έχει ξεπεράσει με ευκολία. Οι ηγέτες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βρετανίας έχουν γίνει τόσο επιδέξιοι στην αλλαγή πλεύσης που ο όρος «στροφή 180 μοιρών» πλέον δεν αρκεί. Ο Ντόναλντ και η Τερέζα κάνουν πολιτικά οχτάρια.
Ο κ. Τραμπ έχει μια διαβόητα ευέλικτη προσέγγιση απέναντι στις ίδιες τις υποσχέσεις του. Έχει αντιστρέψει την πορεία του σε θέματα τόσο ποικίλα, από το αν θα βάλει τη Χίλαρι Κλίντον φυλακή (ναι, αλλά μετά όχι), αν θα εξαναγκάσει την έγκριση μεταρρυθμίσεων στην ιατρική φροντίδα (ναι, αλλά μετά όχι) και αν ήταν συνετό να επιτεθεί στη Συρία (όχι, αλλά μετά ναι).
Η πιο βλακώδης ημέρα του, στα μέσα Απριλίου, περιλάμβανε στροφές 180 μοιρών σε μια χαοτική σειρά ουσιαστικών ζητημάτων πολιτικής: στο ΝΑΤΟ («είπα ότι είναι παρωχημένο. Δεν είναι πια παρωχημένο»), στο αν η Κίνα χειραγωγεί το νόμισμά της, σε ένα πάγωμα προσλήψεων ομοσπονδιακών εργαζομένων, στο κλείσιμο της αμερικανικής Τράπεζας Εξαγωγών-Εισαγωγών και στο αν ενδέχεται να ξαναορίσει την Τζάνετ Γέλεν ως επικεφαλής της Fed.
Ήταν ένα εντυπωσιακό ρεκόρ -αλλά σίγουρα δεν είναι πια ρεκόρ. Στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου, η Τ. Μέι έχει αλλάξει γνώμη για τα πάντα, από το Brexit μέχρι ένα νομοσχέδιο για τα δικαιώματα, την τιμολόγηση στην ενέργεια και την πυρηνική ενέργεια. Αναίρεσε ένα εκλογικό πρόγραμμα του 2015, αναίρεσε την αναίρεση, και τώρα προχώρησε στην άνευ προηγουμένου κίνηση να σκίσει σελίδες από το ίδιο το μανιφέστο της, ελάχιστες ημέρες μετά τη δημοσιοποίησή του. Προσφέρει ένα «ισχυρό και σταθερό» σύνθημα, μια αδύναμη και ασταθή πραγματικότητα και μια πλούσια «φλέβα» ειρωνείας.
Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο σε όλα αυτά είναι ότι ο κ. Τραμπ και η κ. Μέι αμαυρώνουν την ίδια την ιδέα του να αλλάζει κάποιος άποψη. Οι στροφές 180 μοιρών μπορούν να έχουν αξία, αλλά ήδη έχουν κακή φήμη, αντανακλώντας ένα τεμπέλικο δημοσιογραφικό σχήμα λόγου. Η «στροφή 180 μοιρών» είναι δώρο για ένα δημοσιογράφο που βιάζεται: είτε η πολιτική ήταν πριν λανθασμένη ή είναι λανθασμένη τώρα. Λίγα χρειάζεται να ειπωθούν από εκεί και πέρα.
Βεβαίως υπάρχουν πλεονεκτήματα στην συνέπεια. Η ανυποχωρησία στις διαπραγματεύσεις είναι επικίνδυνη, αλλά μπορεί να είναι και ατού. Η εξωτερική πολιτική απαιτεί σύμμαχοι και εχθροί να γνωρίζουν που βρίσκονται. Όταν οι πολιτικοί υπόσχονται κάτι στους ψηφοφόρους, θα πρέπει να κάνουν μια προσπάθεια να το πραγματοποιήσουν.
Αλλά είναι πολύ εύκολο να το παρατραβήξει κανείς με την συνέπεια. Για πολλούς, η πιο ξεκάθαρη λύση σε ένα σοβαρό πολιτικό λάθος είναι να σταματήσεις και να κάνεις κάτι άλλο. Αυτό είναι κάτι που το Συντηρητικό κόμμα καλά θα έκανε να ακολουθήσει στην περίπτωση ενός ζημιογόνου φραγμού στη μετανάστευση που έχει υποσχεθεί τρεις φορές και ούτε μία δεν έχει καν πλησιάσει στο να εφαρμόσει.
Το να απορρίπτεις κάτι που δε λειτουργεί αποτελεί σημαντικό κομμάτι της προόδου σχεδόν σε όλα τα πεδία της ζωής. Σχεδιαστές και μηχανικοί δημιουργούν πρωτότυπα μοντέλα. Οι προγραμματιστές εντοπίζουν σφάλματα. Οι συγγραφείς συντάσσουν κείμενα. Οι ιατρικοί ερευνητές δοκιμάζουν με τυχαιοποίηση το αν μια θεραπεία έχει αποτέλεσμα ή είναι άχρηστη. Η εξέλιξη λειτουργεί με την επιβίωση του ισχυρότερου. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει τρόπος να αξιολογήσεις και να απορρίψεις ό,τι αποτυγχάνει.
Η οικονομική ανάπτυξη έχει χτιστεί πάνω στη δοκιμή και στο λάθος, με τις καλές ιδέες να επιταχύνονται και τις κακές να εξαφανίζονται. Οι επιδέξιες επιχειρήσεις αναδημιουργούν τους εαυτούς τους, αλλά συχνά η αγορά κάνει αυτή τη δουλειά αντί για εκείνους μέσω των δικαστηρίων πτώχευσης.
Η χάραξη πολιτικής χρειάζεται τον ίδιο μηχανισμό και συχνά δεν τον έχει. Επειδή οι κυβερνήσεις μπορούν να επιβάλλουν φόρους, να διανείμουν επιδοτήσεις και να αλλάζουν τους κανόνες του παιχνιδιού, μπορούν να κάνουν πολλά καλά -αλλά μπορούν και να υποστηρίζουν κακές ιδέες επ’ αόριστον.
Αυτό είναι αληθές ακόμη και στις δημοκρατίες. Στις δικτατορίες, οι δραστηριότητες των ισχυρών για τα δικά τους συμφέροντα μπορούν να κατασπαταλήσουν χρήμα σχεδόν χωρίς όριο. Η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε, εν μέρει, από την ανικανότητα του καθενός να επικρίνει και να τροποποιήσει διαδικασίες που αποτύγχαναν. Και η Κίνα άρχισε να απομακρύνεται από την φτώχεια όταν ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ επέτρεψε αρχικά στους αγρότες και έπειτα στα στελέχη της βιομηχανίας, να πειραματιστούν με νέες ιδέες και να δώσουν τέλος στις παλιές.
Για πολλές κυβερνητικές πολιτικές, είναι σημαντικό να υπάρχει μια έκτακτη διακοπή, ώστε να εμποδίζει κακές ιδέες από το να γίνουν χειρότερες. Αλλά ο κ. Τραμπ και η κ. Μέι είναι σαν επιβάτες τραίνου που πατάνε το κουμπί έκτακτης στάσης γιατί έχουν μια ωραία κουβεντούλα στο τηλέφωνο και δε θέλουν να τους διακόψει το τούνελ. Θα έπρεπε να υπάρχει ποινή σε περιπτώσεις κατάχρησης -και μάλλον θα υπάρξει.
Δεν αντιλέγω στο να αντιστρέφονται κακές ιδέες, αλλά το πρόβλημα εδώ είναι ότι οι «αναστροφές» είναι τόσο απροκάλυπτα πολιτικές.
Ένας συνετός φορέας χάραξης πολιτικής αλλάζει την πορεία του ως εξής: «Είχαμε μια υποσχόμενη ιδέα, την δοκιμάσαμε στη μικρότερη δυνατή έκτασή της, συγκεντρώσαμε στοιχεία, επεκτείναμε το πιλοτικό μας πρόγραμμα και μετά, όταν προέκυψαν οι αποδείξεις, αποφασίσαμε πως η ιδέα δεν λειτουργεί. Πήραμε ένα μάθημα και θα σταματήσουμε».
Τέτοιες αλλαγές πλεύσης κάνουν οι ενήλικες -και κάθε χώρα με ικανή ηγεσία θα πρέπει να αναμένει πως θα τις βλέπει συχνά. Δυστυχώς δεν υπάρχει η αίσθηση ότι ο κ. Τραμπ ή η κ. Μέι έχουν αλλάξει πορεία επάνω στο οτιδήποτε λόγω νέων αποδείξεων για το αν αυτό λειτουργεί. Αντίθετα, υποσχέθηκαν αυτό που θεώρησαν δημοφιλές, αλλά μαζεύτηκαν με την πρώτη ένδειξη πως μάλλον δεν ήταν καθόλου δημοφιλές.
Εμείς οι υπόλοιποι, στο μεταξύ, συμπεραίνουμε πως οι πολιτικοί είναι ασυνεπείς ψεύτες που θα πουν το οτιδήποτε για να κερδίσουν ψήφους.
Πώς μας κατέβηκε μια τόσο εξωφρενική ιδέα;