Την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη ως το 2021 αλλά και πρόωρες εκλογές το 2017-2018 προβλέπει το Economist Intelligence Unit στην τελευταία έκδοση με την ανάλυση για την ελληνική οικονομία, ενώ διατυπώνει σοβαρές επιφυλάξεις για την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Διατηρώντας τον σκεπτικισμό για τις προοπτικές της οικονομίας, η έκθεση εκτιμά ότι η ανάπτυξη το 2017 θα είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο των σχετικών προβλέψεων, γύρω στο 1% και θεωρεί ότι η μεταρρυθμιστική κόπωση της κυβέρνησης θα έχει ως αποτέλεσμα την μη πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής ως τη λήξη του μνημονίου το 2018, με αρνητικές συνέπειες στις σχέσεις της Αθήνας με τους πιστωτές.
Προβλέπει αυξανόμενη πολιτική πίεση στην κυβέρνηση όσο προχωρά η εφαρμογή των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων και αμφισβητεί την ικανότητα της να διατηρήσει το μεταρρυθμιστικό μομέντουμ των προηγούμενων δύο ετών. Επισημαίνει ότι, παρά το πολιτικό του χάρισμα, η εικόνα του Αλέξη Τσίπρα έχει τρωθεί και επικαλείται τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων.
Ο πρωθυπουργός μπορεί να ελπίζει στην ανάκαμψη της οικονομίας για να διατηρήσει την εξουσία, έχει όμως μπροστά του τα 113 προαπαιτούμενα που θα πρέπει να εκπληρώσει για να κλείσει την τρίτη αξιολόγηση. Το πακέτο αυτό περιλαμβάνει μέτρα όπως η αξιολόγηση και η υποχρεωτική κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων, η προώθηση ιδιωτικοποιήσεων, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, συμπεριλαμβανομένων ρυθμίσεων που θα κάνουν πιο δύσκολη την κήρυξη απεργίας, η εναρμόνιση της αναλογίας καθηγητών/σπουδαστών και των ωρών διδασκαλίας με τις καλύτερες πρακτικές των χωρών – μελών του ΟΟΣΑ κλπ. Επιπρόσθετα θα χρειαστεί να προχωρήσει σε νέες δημοσιονομικές περικοπές προκειμένου να πετύχει το στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το 2018 και για κάθε ένα από τα επόμενα χρόνια ως το 2022 και βέβαια να εφαρμόσει την 13η περικοπή στις συντάξεις που θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ με τη λήξη του προγράμματος.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να μετατοπίσει το επίκεντρο από τα μέτρα λιτότητας στην ανάπτυξη. Είναι πιθανόν να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης, κάτι που ως ένα βαθμό είναι αναμενόμενο δεδομένης της μεγάλης και παρατεταμένης πτώσης των προηγούμενων ετών. Ωστόσο οι στόχοι για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια δείχνουν ότι η δημοσιονομική λιτότητα θα συνεχίσει να υφίσταται για αρκετό καιρό ακόμα.
‘Εμφαση δίνει η κυβέρνηση και στην επιστροφή στις αγορές ομολόγων το ταχύτερο δυνατόν, με τη λογική ότι αν το δημόσιο μπορεί να εξασφαλίσει ιδιωτική χρηματοδότηση η Ελλάδα δεν θα εξαρτάται πια από τους πιστωτές της και δεν θα χρειάζεται να εφαρμόζει επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν πέσει σημαντικά τον τελευταίο καιρό με τη μέση απόδοση του δεκαετούς ομολόγου να διαμορφώνεται στο 5,86% τον Ιούνιο σε σχέση με το 7,04% του Ιανουάριου. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι με επιτόκια κάτω του 5% η Ελλάδα θα μπορούσε να δοκιμάσει την έξοδό της στις αγορές, με μία νέα ομολογιακή έκδοση.
Μπορεί να φαίνεται παράδοξο ότι η Ελλάδα θα ήθελε να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων με δεδομένο το κόστος μίας τέτοιας κίνησης, αφού σήμερα δανείζεται από τον EFSF και τον ESM με επιτόκια κάτω του 1,2%. Η κυβέρνηση όμως ελπίζει ότι μία σειρά από επιτυχημένες ομολογιακές εκδόσεις θα αποτελέσουν ένας είδος ψήφου εμπιστοσύνης από τις αγορές, ικανού να πείσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η Ελλάδα μπορεί να βγει στις αγορές τους επόμενους 12 μήνες αλλά παραμένουμε σκεπτικοί όσον αφορά στην ένταξή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αναφέρουν οι αναλυτές του Economist Intelligence Unit.
Το τρέχον πρόγραμμα προσαρμογής λήγει το 2018 και με την επιτυχή ολοκλήρωσή του η Αθήνα ελπίζει σε αναθεώρηση της βιωσιμότητας του χρέους και ενδεχομένως σε κάποιας μορφής αναδιάρθρωσής του. Το μέγεθος μίας τέτοιας αναδιάρθρωσης παραμένει ασαφές. Ωστόσο, τίθενται πολλά ερωτηματικά για το αν η κυβέρνηση διαθέτει την πολιτική βούληση και την ικανότητα να εφαρμόσει μέσα στους επόμενους 12 μήνες όλα τα μέτρα που απαιτούνται από το πρόγραμμα προσαρμογής. Μέχρι στιγμής ο πρωθυπουργός έχει καταφέρει να κρατήσει όλες τις διαφορετικές συνιστώσες του κόμματός του αλλά όλο και περισσότερο η δυναμική του δείχνει να εξασθενεί. Καθώς το μομέντουμ χάνεται δεν αναμένουμε πλήρη ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής εντός του χρονοδιαγράμματος που έχει συμφωνηθεί. Ο κίνδυνος να διαρραγούν οι σχέσεις της Ελλάδας με τους πιστωτές της στη ζώνη του ευρώ μέσα στον επόμενο χρόνο είναι υψηλός, καταλήγει η έκθεση.