Σύμφωνα με τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων της ελληνικής στατιστικής αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) διαμορφώθηκε στα €26,17 δισ. το 1ο τρίμηνο 2017 παρουσιάζοντας οριακή πτώση της τάξης του -0,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (€26,2 δισ.).
Όπως σημειώνει η Eurobank στο εβδομαδιαίο δελτίο για την οικονομία, βάσει της μεθοδολογίας κατασκευής των συγκεκριμένων λογαριασμών, η προαναφερθείσα ετήσια μείωση του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά -€27 εκατ. προήλθε: από την αύξηση του ακαθάριστου ισοζυγίου πρωτογενών εισοδημάτων (+€338 εκατ.), τη μείωση των καθαρών κοινωνικών εισφορών και παροχών (-731 εκατ.), την αύξηση των καθαρών λοιπών τρεχουσών μεταβιβάσεων (+€156 εκατ.) και τη συρρίκνωση των τρεχουσών φόρων εισοδήματος και πλούτου (-€210 εκατ.). Η τελευταία μεταβλητή εισέρχεται αφαιρετικά στον υπολογισμό του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Όπως έχει αναφέρει η τράπεζα σε παλαιότερα τεύχη του δελτίου 7ημέρες ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (7ΗΟ), τα τελευταία 5 χρόνια στην ελληνική οικονομία καταγράφεται συνεχής αποσυσσώρρευση του πλούτου (wealth) των νοικοκυριών. Η εν λόγω εξέλιξη αποτυπώνεται στην αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών.
Δηλαδή, ο συγκεκριμένος θεσμικός τομέας της οικονομίας πραγματοποιεί καταναλωτικές δαπάνες (καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες) οι οποίες υπερβαίνουν το αντίστοιχο ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημά του.
Για παράδειγμα, το 1ο τρίμηνο 2017 οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών ανήλθαν στα €29,68 δισ. και το αντίστοιχο ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε στα €26,172 δισ. Ως εκ τούτου, το επίπεδο της αποταμίευσης διαμορφώθηκε στο αρνητικό έδαφος των -€3,5 δισ.
Σημειώνουμε ότι από το 1ο τρίμηνο 2012 μέχρι το 1ο τρίμηνο 2017 η σωρευτική απώλεια πλούτου των νοικοκυριών λόγω αρνητικής αποταμίευσης ήταν -€32,588 δισ. Το συγκεκριμένο ποσό χρηματοδότησε ένα ποσοστό της αντίστοιχης καταναλωτικής δαπάνης. Το υπόλοιπο χρηματοδοτήθηκε από το πραγματοποιηθέν ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα.
Σε όρους ποσοστού, ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών (αποταμίευση / ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα) διαμορφώθηκε στο -13,4% το 1ο τρίμηνο 2017 (-10,3%, κινητός μέσος 4 τριμήνων) από -8,9% και -9,8% το 4ο τρίμηνο 2016 και το 1ο τρίμηνο 2016 αντίστοιχα (-9,4% και -7,2%, κινητός μέσος 4 τριμήνων). Η πτωτική πορεία του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών αντικατοπτρίζεται στον υψηλότερο ρυθμό μεταβολής της καταναλωτικής τους δαπάνης σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματός τους. Ως γνωστόν, το συγκεκριμένο φαινόμενο ονομάζεται «εξομάλυνση της κατανάλωσης».
Μπορεί η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης να αποτέλεσε έναν μοχλό ενίσχυσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας τα τελευταία τρίμηνα, ωστόσο, ο αρνητικός ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών δύναται να αποτελέσει σημαντικό τροχοπέδη για την πορεία ανάκαμψης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας στο μέλλον, καταλήγει η τράπεζα.