Ζημίες μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €73 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017 από ζημιές €63 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2016, παρουσίασε το πρώτο εξάμηνο η Εθνική Τράπεζα αντικατοπτρίζοντας, σύμφωνα με τη διοίκηση, τις αυξημένες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια (+34% σε ετήσια βάση σε €431 εκατ.), η οποίες αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την ανάκαμψη των οργανικών εσόδων (+19% σε ετήσια βάση). Αν λήφθεί υπόψη το κέρδος από την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής ύψους €144 εκατ., τα καθαρά κέρδη της Τράπεζας διαμορφώνονται σε €90 εκατ. στην Ελλάδα το Α’ εξάμηνο του 2017.
Αναλυτικά:
Τα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων στην Ελλάδα διαμορφώθηκαν σε €448 εκατ. το Α’ εξάμηνο του 2017 (+19% σε ετήσια βάση), αντανακλώντας τη θετική επίδοση των καθαρών εσόδων από προμήθειες (+81% σε ετήσια βάση) και τη σημαντική περιστολή των λειτουργικών δαπανών (-9% σε ετήσια βάση).
Στην Ελλάδα, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο βελτιώθηκε κατά 30 μ.β. σε ετήσια βάση ανερχόμενο σε 304 μ.β. το Α’ εξάμηνο του 2017, παρά τη μικρή υποχώρηση των καθαρών εσόδων από τόκους σε €764 εκατ. (-2% σε ετήσια βάση), ως αποτέλεσμα της δανειακής απομόχλευσης αντανακλώντας την αβεβαιότητα κατά το Α’ εξάμηνο στην εγχώρια αγορά.
Οι εγχώριες λειτουργικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 9% σε ετήσια βάση το Α’ εξάμηνο του 2017, οδηγώντας το δείκτη κόστους προς οργανικά έσοδα σε επίπεδα κάτω του 50%. Οι δαπάνες προσωπικού μειώθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση, αντικατοπτρίζοντας την επιτυχία του Προγράμματος Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2016 και αφορούσε στο 10% περίπου του προσωπικού στην Ελλάδα.
Οι εγχώριες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια αποκλιμακώθηκαν κατά 14% σε τριμηνιαία βάση σε €199 εκατ. το Β’ τρίμηνο του 2017.
Τα κέρδη μετά φόρων σε επίπεδο Ομίλου διαμορφώθηκαν σε οριακά θετικά επίπεδα το Α’ εξάμηνο του 2017, λαμβάνοντας υπόψη το κέρδος από την επικείμενη ολοκλήρωση της πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής, καθώς και την απομείωση της αξίας των Banca Romaneasca και Vojvodjanska Banka κατά €151 εκατ., ως αποτέλεσμα των σχετικών συμφωνιών πώλησής τους.
Τα εγχώρια Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν κατά 0,3 δισ. σε τριμηνιαία βάση το Β’ τρίμηνο του 2017, αντανακλώντας τον αρνητικό ρυθμό δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και τις διαγραφές πλήρως καλυμμένων από προβλέψεις δανείων. Η συνολική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων ανέρχεται σε €3,3 δισ. από το τέλος του 2015. Εξαιρουμένων των διαγραφών, ο ρυθμός δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων διαμορφώνεται σε -€1,5 δισ.
Οι εγχώριοι δείκτες κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκαν σε 56% και 75%. Οι δείκτες Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών διαμορφώθηκαν σε 45% και 34% στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, ο ρυθμός δημιουργίας νέων δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών διαμορφώθηκε σε αρνητικά επίπεδα (-€52 εκατ.) το Β’ τρίμηνο του 2017.
Στην Ελλάδα, τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών μειώθηκαν επίσης κατά 0,3 δισ. σε τριμηνιαία βάση το Β’ τρίμηνο του 2017.
Η χρηματοδότηση μέσω ΕLA μειώθηκε κατά €3,0 δισ. από την αρχή του χρόνου σε μόλις €2,6 δισ. Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα διαμορφώθηκε σε €6,8 δισ. από €12,3 δισ. το τέλος του Δ’ Τριμήνου 2016.
Η επικείμενη ολοκλήρωση των αποεπενδύσεων από την Εθνική Ασφαλιστική, τη Banca Romaneasca και Vojvodjanska Banka θα ενισχύσει τη ρευστότητα της ΕΤΕ κατά περίπου €1,7 δισ., μειώνοντας την εξάρτηση της Τράπεζας από το μηχανισμό ELA ισόποσα. Η υλοποίηση των υπόλοιπων κεφαλαιακών ενεργειών σε συνδυασμό με επιπλέον πρωτοβουλίες καθιστά το στόχο της Τράπεζας για την πλήρη απεξάρτηση από τον μηχανισμό ELA άμεσα εφικτό.
Οι εγχώριες καταθέσεις ενισχύθηκαν κατά €0,2 δισ. σε τριμηνιαία βάση και κατά €0,9 δισ. συνολικά στο διάστημα από την επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων. Οι ελαφρές εισροές καταθέσεων στην Ελλάδα συνεχίζονται μέχρι στιγμής το Γ’ τρίμηνο του 2017.
Ο δείκτης CET 1 ανέρχεται σε 16,5%2 και σε 16,3%2 με πλήρη εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ, ενσωματώνοντας την αρνητική επίπτωση (-38 μ.β.) από την πώληση των θυγατρικών της ΕΤΕ σε Σερβία και Ρουμανία σε τιμή χαμηλότερη από την εύλογη αξία τους.
Το Β’ εξάμηνο του 2017, εκτός της θετικής κεφαλαιακής επίπτωσης από την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής, η μείωση των σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού λόγω των αποεπενδύσεων από τις South African Bank of Athens, Banca Romaneasca και Vojvodjanska Banka (-€1,8 δισ.), αναμένεται να ενισχύσουν τα κεφάλαια της ΕΤΕ περαιτέρω, σημειώνεται.
Φραγκιαδάκης: Εφικτή η άμεση απεξάρτηση από τον ELA
«Το δεύτερο τρίμηνο του έτους σηματοδοτήθηκε από την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του οικονομικού προγράμματος της χώρας, αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, βελτιώνοντας τις συνθήκες ρευστότητας και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για οικονομική ανάκαμψη», τονίζει ο διευθύνων σύμβουλος.
Η Τράπεζα ολοκλήρωσε την αποεπένδυση από τις Βουλγαρικές θυγατρικές, UBB και Interlease, στην KBC Bank NV, εκπληρώνοντας τις δεσμεύσεις μας στην Επιτροπή Ανταγωνισμού και τους μετόχους μας. Η πώληση ενίσχυσε τη ρευστότητα της ΕΤΕ κατά €0,8 δισ., τα οποία αξιοποιήθηκαν για τη μείωση της χρηματοδότησης από το μηχανισμό ELA που σήμερα ανέρχεται σε μόλις €2,6 δισ., καταδεικνύοντας το συγκριτικό της πλεονέκτημα της Τράπεζας σε όρους ρευστότητας ενόψει της ανάκαμψης της εγχώριας οικονομίας.
Η ολοκλήρωση των πρόσφατα συμφωνηθέντων αποεπενδύσεων από την Εθνική Ασφαλιστική, τη Banca Romaneasca και τη Vojvodjanska Banka, σε συνδυασμό και με άλλες πρωτοβουλίες, θα ενισχύσουν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαιακής μας επάρκειας, ενώ ταυτόχρονα καθιστούν την άμεση απεξάρτηση από το μηχανισμό ELA εφικτή.
Οι εξελίξεις όσον αφορά την ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου παραμένουν ενθαρρυντικές. Η Τράπεζα κατόρθωσε να περιορίσει τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο, με τη συνολική μείωση να ανέρχεται σε €3,3 δισ. από το τέλος του 2015 και την υπεραπόδοση ύψους €0,7δισ. σε σχέση με τον στόχο για το 2017 να παραμένει αμετάβλητη.
Αναφορικά με τις επιδόσεις μας σε λειτουργικό επίπεδο, ο Όμιλος κατόρθωσε να αυξήσει τα κέρδη προ προβλέψεων κατά 20% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της ανθεκτικότητας των καθαρών εσόδων από τόκους, της ανάκαμψης των εσόδων από προμήθειες και της σημαντικής περιστολής των λειτουργικών εξόδων.
Όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 16,5%, και αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω από την ολοκλήρωση των συμφωνηθέντων κεφαλαιακών ενεργειών της Τράπεζας».