Τα ρέστα του δίνει πάλι ο καθηγητής κ. Λιαργκόβας, ο οποίος έρχεται όλο και πιο κοντά στην αξιωματική αντιπολίτευση.
Όπως αναφέρει στη σχετική του έκθεση ο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, οι κινήσεις αυτές συνεπάγονται υπερβολική λιτότητα και επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη. Όμως επηρεάζουν και τα διαπραγματευτικά περιθώρια της χώρας, επιτρέπουν στην κυβέρνηση να διοχετεύσει πόρους σε στόχους που έχουν για την ίδια πολιτική προτεραιότητα και οδηγούν στη δημιουργία ταμειακών αποθεμάτων, ιδίως για τη μεταβατική περίοδο μετά τη λήξη του Μνημονίου.
Σύμφωνα με το Σχέδιο Προϋπολογισμού, στόχος είναι να συζευχθεί η «δημοσιονομική υπευθυνότητα με κοινωνική δικαιοσύνη». Με τη διπλωματική διατύπωση «υπευθυνότητα» εννοείται η εφαρμογή των όσων έχουν συμφωνηθεί στο τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής, σημειώνεται στην έκθεση. Όπως όμως έχει υποστηριχθεί, ο συνδυασμός λιτότητας και αδικίας μειώνει τις πιθανότητες επιτυχίας ενός προγράμματος προσαρμογής.
Τη γενική στόχευση ως προς την κοινωνική διάσταση υπηρετεί μεν η εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης και η διανομή του «κοινωνικού μερίσματος», αλλά αυτήν ακριβώς αντιστρατεύονται άλλα μέτρα που προβλέπει το ίδιο το Σχέδιο Προϋπολογισμού (π.χ. η σαφής προτίμηση υπέρ των έμμεσων φόρων, ειδικά όσο οι έμμεσοι φόροι δεν χρηματοδοτούν αναδιανεμητικές μεταβιβάσεις, η κατάργηση των μειωμένων συντελεστών στα νησιά, η μείωση του επιδόματος θέρμανσης κ.ά.
Το Σχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2018 συνεχίζει τη φοροκεντρική προσαρμογή για την επίτευξη του στόχου ως προς ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το τρέχον Πρόγραμμα, τονίζεται. Η συντριπτική υπεροχή της στάθμισης των παρεμβάσεων στα φορολογικά έσοδα σε σχέση με τις συνολικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις (και εν γένει οι δημοσιονομικές προσαρμογές που βασίζονται κυρίως σε αυξήσεις φορολογικών εσόδων παρά σε μόνιμες περικοπές πρωτογενών δαπανών), δημιουργεί ένα ασφυκτικό περιβάλλον στην υπό ανάκαμψη οικονομία, περιορίζοντας τις προοπτικές της.