Περίπου το 42% των δανείων, τα οποία ρυθμίζονται σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, και το 32% όσων πήραν μακροπρόθεσμη ρύθμιση, εμφανίζουν εκ νέου καθυστέρηση μόλις ένα τρίμηνο (!), μετά την εφαρμογή της νέας συμφωνίας.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου του 2017, οι τράπεζες υπέβαλαν αναθεωρημένους επιχειρησιακούς στόχους για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με αυτούς, ο στόχος για το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο τέλος του 2019 διαμορφώνεται σε 64,2 δισ. ευρώ (από 66,4 δισ. ευρώ που ήταν αρχικά).
Η βελτίωση αυτή εκτιμάται ότι θα προέλθει από αυξημένες πωλήσεις δανείων, καλύτερα αποτελέσματα στο ισοζύγιο εξυγίανσης έναντι δημιουργίας νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων και από αύξηση των διαγραφών.
Παρά την αναμενόμενη μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 35% στο τέλος του 2019 (από 33,9% που ήταν ο αρχικός στόχος), εξαιτίας της αναθεώρησης προς τα κάτω του εκτιμώμενου ρυθμού πιστωτικής επέκτασης και της διενέργειας αυξημένων διαγραφών και πωλήσεων δανείων.