Η κυκλική οικονομία είναι μια νέα τάση στην παραγωγική και καταναλωτική διαδικασία, που ήδη έχει δρομολογήσει νέες επενδύσεις ύψους €550 δισ. στην Ευρώπη και έχει σαν στόχο τη μείωση του αποτυπώματος της οικονομικής δραστηριότητας στις πρώτες ύλες και στο περιβάλλον, αναφέρει ο ΣΕΒ στην πρώτη μελέτη της χρονιάς.
Η κυκλική οικονομία είναι ένα σύνολο οικονομικών δραστηριοτήτων που εστιάζει μακροπρόθεσμα στη μείωση της σπατάλης των πόρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία, δίνοντας έμφαση στην αξιοποίηση ανανεώσιμων πόρων, φυτικών και ζωικών υποπροϊόντων και βιοαποικοδομήσιμων υλικών, την ανάκτηση και την επαναχρησιμοποίηση προϊόντων, αλλά και την παραγωγή ενέργειας από τα απόβλητα παραγωγικών διαδικασιών, τη διατήρηση ενός προϊόντος σε καλή λειτουργική κατάσταση για μακρύ χρονικό διάστημα, την οικονομική αξιοποίηση προϊόντων για την παροχή υπηρεσιών σε πολλαπλούς χρήστες (sharing economy) και, τέλος, τη χρήση της υπηρεσίας που προσφέρει ένα προϊόν και όχι την κατοχή αυτού του ίδιου του προϊόντος.
Έτσι, η κυκλική οικονομία είναι σε κάποιο βαθμό η μετεξέλιξη της ανακύκλωσης, αν και όχι μόνο. Στην ανακύκλωση, ένα χρησιμοποιημένο προϊόν αποσυντίθεται σε πρώτες ύλες που ανακτώνται προς επαναχρησιμοποίηση στην παραγωγή νέων προϊόντων. Στην κυκλική οικονομία, το προϊόν σχεδιάζεται εξαρχής έτσι ώστε να ανακατασκευάζεται ή να επαναμεταποιείται, για να επαναχρησιμοποιηθεί ως καινούργιο. Μπαίνει, έτσι, φρένο στην αλόγιστη εξάντληση, ανεπιστρεπτί, των πλουτοπαραγωγικών πόρων του πλανήτη και την καταστροφή της βιόσφαιρας λόγω της μόλυνσης του περιβάλλοντος και της συνεπαγόμενης κλιματικής αλλαγής.
Μέχρι σήμερα οι πρωτοβουλίες σε εθνικό επίπεδο είναι λίγες και αποσπασματικές, σε πλήρη αντίθεση με τη δυναμική της κυκλικής οικονομίας, τις απαιτήσεις εθνικών στόχων, όπως έχουν διατυπωθεί στους Εθνικούς Σχεδιασμούς Διαχείρισης Αποβλήτων (επικινδύνων και μη) και στις επενδυτικές ευκαιρίες που καταγράφονται.
Σύμφωνα με πρόσφατες κυβερνητικές δηλώσεις, σύντομα ολοκληρώνεται η προεργασία καθορισμού των εθνικών προτεραιοτήτων για την κυκλική οικονομία, οι οποίες όμως θα πρέπει να τύχουν εκτενούς διαβούλευσης με την αγορά και να υποστηριχθούν άμεσα από νομοθετικές παρεμβάσεις, όχι μόνο για την άρση των υφιστάμενων εμποδίων και αγκυλώσεων, αλλά και για τη δημιουργία προϋποθέσεων ικανών ώστε να ενθαρρύνουν τον ιδιωτικό τομεα στην ανάληψη του επενδυτικού ρίσκου.
Ο ΣΕΒ, από τον Μάιο του 2016, παρουσίασε στο Βιομηχανικό Συνέδριο, ειδική μελέτη που εκπόνησε για το θέμα το Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, αναδεικνύοντας ότι οι επενδυτικές ευκαιρίες της κυκλικής οικονομίας θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, με ολοκληρωμένο τρόπο, και στη χώρα μας, με πολλαπλά οφέλη για την απασχόληση και τα εισοδήματα, αλλά και για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής. Άλλωστε πέραν των ήδη δρομολογημένων επενδύσεων στην κυκλική οικονομία, εντοπίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναξιοποίητες επενδυτικές ευκαιρίες ύψους €320 δισ. σε ένα νέο κύμα δραστηριοτήτων κυκλικής οικονομίας στις αγροτικές καλλιέργειες, τη διαχείριση αποβλήτων, τις μεταφορές, τις κατασκευές, την παραγωγή ενέργειας, κοκ.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τάσεις και οι πρακτικές της κυκλικής οικονομίας ίσως να είναι περισσότερο επίκαιρες παρά ποτέ και για την ελληνική οικονομία. Το 2018 ξεκινά με την οικονομία να ανακάμπτει και τη χώρα να εισέρχεται σε μία νέα περίοδο υποχρεωτικής άσκησης συνετής οικονομικής πολιτικής. Το ζητούμενο παραμένει ένα βιώσιμο οικονομικά σύστημα αυτοτροφοδοτούμενης οικονομικής δραστηριότητας χωρίς περιττές σπατάλες και με πολιτικές που θα συμβάλουν στην ορθή διαχείριση και επαναχρησιμοποίηση των υφιστάμενων παραγωγικών πόρων της οικονομίας.
Το κλείσιμο ενός κύκλου επώδυνων θυσιών για όλο τον ελληνικό λαό και τις επιχειρήσεις δεν πρέπει να μας ξαναβρεί αμέριμνους να επιχειρούμε επιστροφή στις πρακτικές του παρελθόντος που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία δια της διόγκωσης του κράτους και της απώλειας της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η αλλαγή αναπτυξιακού υποδείγματος και νοοτροπίας και η υιοθέτηση νέων τάσεων, όπως αυτή της κυκλικής οικονομίας, παραμένουν επίκαιρα ζητούμενα και για το 2018.