Οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες πληρώνουν αρκετά χαμηλότερους φόρους από ό,τι πριν την παγκόσμια κρίση του 2008, σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times, που δείχνει πως δέκα χρόνια προσπαθειών από τις κυβερνήσεις για φορολογική μεταρρύθμιση και μείωση των ελλειμμάτων έχει αφήσει τον κόσμο των εταιρειών αλώβητο.
Οι πραγματικοί συντελεστές εταιρικού φόρου, το ποσοστό επί των κερδών που αναμένεται να πληρώσουν οι εταιρείες με βάση όσα αναφέρουν στις ανακοινώσεις τους, έχουν υποχωρήσει κατά 9% (δύο ποσοστιαίες μονάδες) μετά την παγκόσμια κρίση.
Η πτώση αυτή συνέβη παρά τις συντονισμένες πολιτικές προσπάθειες για να αντιμετωπιστεί η επιθετική φοροαποφυγή. Η περικοπή του εταιρικού φόρου από τις κυβερνήσεις εξηγεί μόνο τη μισή περίπου από τη συνολική πτώση, κάτι που δείχνει πως οι πολυεθνικές εταιρείες βρίσκονται ένα βήμα πιο μπροστά από τις κυβερνητικές προσπάθειες για πιο αυστηρή φορολογική πολιτική.
Με βάση τις φορολογικές δηλώσεις 25 ετών, οι Financial Times εξέτασαν τους φορολογικούς συντελεστές για τις 10 μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες με βάση την κεφαλαιοποίηση σε εννιά διαφορετικούς τομείς. Εξετάστηκαν επίσης και οι συντελεστές των 10 πολυεθνικών με τα μεγαλύτερα αποθέματα ρευστού στο εξωτερικό.
Τα αποτελέσματα δείχνουν πως η συνεισφορά των εταιρειών στα δημόσια οικονομικά έχει υποχωρήσει από το 2008 ως ποσοστό των κερδών, είτε αυτή μετρηθεί με βάση τους κύριους συντελεστές αναφοράς, είτε με τους δηλωμένους συντελεστές, είτε με τους συντελεστές που πληρώνονται τελικά στις κυβερνήσεις.
Οι κανονισμοί που επιτρέπουν στις εταιρείες να καθυστερούν την πληρωμή μερικών φόρων σημαίνουν ότι οι δηλωμένοι πραγματικοί συντελεστές και τα ποσά που πληρώνονται στην πράξη μπορούν να διαφέρουν σημαντικά σε μια συγκεκριμένη χρονιά.
Η μακροχρόνια τάση είναι ακόμα πιο αισθητή, με τους δηλωμένους πραγματικούς συντελεστές να υποχωρούν κατά ένα περίπου τρίτο από το 2000, στο 24% από 34%.
«Έχουν γίνει πολλές δράσεις και χειρονομίες που είναι ορατές, αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οι μειώσεις συντελεστών και οι φοροαπαλλαγές για την πνευματική ιδιοκτησία είναι οι κυρίαρχες δυνάμεις στην εταιρική φορολόγηση και αυτό αντανακλά τις δυναμικές του φορολογικού ανταγωνισμού» ανέφερε ο Μιχίρ Ντεσάι, καθηγητής χρηματοοικονομικών στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. «Πείτε το μεγάλη ειρωνεία ή υποκρισία, είναι πάντως κάτι από αυτά τα δύο».
Από την οικονομική κρίση και μετά, ο μέσοι δηλωμένοι συντελεστές εταιρικού φόρου έχουν υποχωρήσει κατά 13% για τις μεγαλύτερες τεχνολογικές και βιομηχανικές εταιρείες, με βάση την έρευνα των Financial Times. Έχουν μείνει σε γενικές γραμμές αμετάβλητοι στους τομείς της υγείας, της παροχής καταναλωτικών αγαθών και των πρώτων υλών.
Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν πως η μακροχρόνια καθοδική τάση των συντελεστών εταιρικού φόρου των χωρών του ΟΟΣΑ συνεχίζεται, σε μια εποχή που οι φόροι στους καταναλωτές και τους εργαζόμενους αυξάνονται.
Από το 2008, οι χώρες έχουν μειώσει τους συντελεστές εταιρικού φόρου κατά 5%, ενώ οι κυβερνήσεις έχουν αυξήσει κατά μέσο όρο τους φόρους σε πρόσωπα κατά 6%, σύμφωνα με στοιχεία της KMPG.
«Αυτή είναι η διαδικασία του ανταγωνισμού μεταξύ των κυβερνήσεων και δεν μπορώ να δω πώς θα σταματήσει», υποστηρίζει ο Μισέλ Ντεβερό, καθηγητής εταιρικής φορολόγησης στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ο ίδιος ανέφερε πως η πρόσφατη μείωση του συντελεστή εταιρικού φόρου στις ΗΠΑ αναμένεται να προκαλέσει μεγαλύτερο φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ των κυβερνήσεων.
Μεγαλύτερη έκπληξη προκαλεί ο περιορισμένος αντίκτυπος μιας προσπάθειας δέκα και άνω ετών στον ΟΟΣΑ και στην G20 για την απλοποίηση ενός δικτύου εθνικών φορολογικών κανόνων, που επιτρέπει στις πολυεθνικές να ελαχιστοποιούν τον φορολογικό τους λογαριασμό.
Ο Πιερ Μοσκοβισί, Ευρωπαίος επίτροπος για φορολογικά θέματα, ανέφερε πως οι χώρες είναι ελεύθερες να θέσουν τον δικό τους συντελεστή εταιρικού φόρου, αλλά τόνισε πως χρειάζεται μια διεθνής φορολογική μεταρρύθμιση. «Να μη γελιόμαστε. Ο κύριος συντελεστής αναφοράς δεν είναι αυτός που πυροδοτεί τη φοροαποφυγή και τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό. Αυτό έρχεται από σχήματα που διευκολύνουν τη μεταφορά κερδών».
Η πολιτική βούληση να αντιμετωπιστεί αυτή η «μεταφορά κερδών» έχει γίνει πιο επιτακτική εξαιτίας των αποκαλύψεων που έγιναν για τις εταιρικές φορολογικές ρυθμίσεις από μεγάλες διαρροές και πολιτικές έρευνες σε μεγάλους τεχνολογικούς ομίλους όπως η Apple, η Google και η Amazon.
Οι ισολογισμοί σε επίπεδα ομίλου δείχνουν ότι πολλές μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες τείνουν να πληρώνουν λιγότερο φόρο στα κέρδη στο εξωτερικό από ό,τι για τα χρήματα που βγάζουν στο εσωτερικό. Οι όμιλοι υποστηρίζουν ότι πληρώνουν όλους τους απαιτούμενους φόρους και ορισμένοι αναγνωρίζουν την ανάγκη για φορολογική μεταρρύθμιση.
Εθνικοί νόμοι για την εφαρμογή του σχεδίου δράσης 15 σημείων του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής έχουν αρχίσει να τίθενται σε ισχύ. Ο κ. Ντεβερό αναμένει ότι οι νέοι περιορισμοί στις χρεώσεις τόκων μεταξύ των κρατών, που βάζουν στο στόχαστρο τα ενδοεταιρικά δάνεια που χρησιμοποιούν συχνά οι πολυεθνικές για τη μεταφορά κερδών, «θα φανεί του χρόνου, αν θα έχουν κάποιο αποτέλεσμα». Θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να ξεκαθαρίσει αν έχουν αποτέλεσμα άλλες πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί.
Το χάσμα ανάμεσα στο τι δηλώνουν οι εταιρείες για τον φόρο που αναμένουν να πληρώσουν και το πραγματικό ποσό που καταβάλλουν έχει διευρυνθεί -και αυτό, εξαιτίας ανωμαλιών στο φορολογικό σύστημα που ενθάρρυνε ορισμένες αμερικανικές εταιρείες να «παρκάρουν» ρευστό ή κέρδη στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Στο τέλος του περασμένου χρόνου, οι αμερικανικές εταιρείες είχαν συσσωρεύσει στο εξωτερικό περίπου 2,6 τρισ. δολάρια σε κέρδη, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Φορολογικής και Οικονομικής Πολιτικής.
Οι ΗΠΑ μεταρρύθμισαν τον Δεκέμβριο το φορολογικό σύστημα, επιβάλλοντας έναν εφάπαξ φόρο 15,5% στα κέρδη των εταιρειών που είναι «παρκαρισμένα» στο εξωτερικό. Μείωσαν επίσης τον συντελεστή στο 21% από 35%. Ο εφάπαξ φόρος μπορεί να αποφέρει στην Ουάσιγκτον ως και 400 δισ. δολάρια σε φορολογικά έσοδα, αλλά θα εξοικονομήσει στις εταιρείες ως και 500 δισ. δολάρια σε σχέση με τον συντελεστή που ήταν σε ισχύ όταν είχαν αποκτηθεί τα κέρδη, υπολογίζουν οι Financial Times.