Όταν το ΔΝΤ εξέδωσε δημόσια προειδοποίηση για την Τουρκική οικονομία τον περασμένο μήνα, ένας από τους ανώτερους συμβούλους του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δυσανασχέτησε. Ο Τσεμίλ Ερτέμ δήλωσε πως η έκκληση του ΔΝΤ για χαλιναγώγηση του πληθωρισμού και των δαπανών είναι «αποτυχημένες οικονομικές θεωρίες» που προωθούν «δεινόσαυροι». Και κατέληξε πως «θα κάνουμε το ακριβώς αντίθετο».
Αυτό ακριβώς είναι και το σενάριο που ανησυχεί πολλοίς οικονομολόγους. Η Τουρκία αψήφησε τις προσδοκίες πέρυσι εμφανίζοντας εκτιμώμενο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ 7% ετησίως, με τη βοήθεια κυβερνητικών κινήτρων που στόχο είχαν να δώσουν ώθηση στην οικονομία μετά την βίαια απόπειρα πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016. Όμως αυτή η ανάπτυξη ήρθε με κάποιο κόστος.
Τις τελευταίες εβδομάδες υπήρξε ένα μπαράζ προειδοποιήσεων για το διευρυνόμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας και για τον επίμονα διψήφιο πληθωρισμό. Το ΔΝΤ προειδοποίησε πως η χώρα είναι ευάλωτη στις μεταβαλλόμενες παγκόσμιες συνθήκες.
Η Moody’s υποβάθμισε το αξιόχρεο της Τουρκίας κατά δυο βαθμίδες χαμηλότερα της επενδυτικής βαθμίδας, επικαλούμενη ανησυχίες για το πολιτικό κλίμα της χώρας και την βαριά εξάρτησή της από την ξένη χρηματοδότηση. Η Goldman Sachs είπε πως η Τουρκία δείχνει τα «κλασικά σημάδια μιας οικονομίας που υπερθερμαίνεται», προειδοποιώντας πως για την εξισορρόπηση χρειάζεται χαμηλότερη ανάπτυξη.
Τώρα, εν όψει των εκλογών, ορισμένοι επενδυτές φοβούνται πως ο κ. Ερντογάν είναι απρόθυμος να ανεχτεί μια επιβράδυνση, μια προσέγγιση που ορισμένοι φοβούνται ότι αυξάνει τον κίνδυνο «ανώμαλης προσγείωσης».
Το κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) έχει «χτίσει» την πολιτική του επιτυχία στη βάση της αυξανόμενης ευημερίας. Με τις εκλογές να έχουν προγραμματιστεί για τον Μάρτιο και τον Νοέμβριο του 2019, ο πρόεδρος και οι αξιωματούχοι του έχουν καταστήσει σαφές πως θέλουν ρυθμό ανάπτυξης 5,5% φέτος.
«Υπάρχει μόνο μια προτεραιότητα για την Άγκυρα και αυτή είναι η ανάπτυξη με τον περυσινό ξέφρενο ρυθμό», σχολίασε ο Μουράτ Ουτσέρ, σύμβουλος για θέματα της Τουρκίας στην GlobalSource Partners. «Υπάρχουν μεγάλα ερωτηματικά ως προς το αν αυτό είναι δυνατό. Ακόμα και αν είναι δυνατό, τι είδους ευπάθειες θα δημιουργήσει; Στην Τουρκία, υπάρχει ένας πολύ ξεκάθαρος συμβιβασμός μεταξύ της ανάπτυξης και της ευπάθειας».
Η περυσινή χρονιά ανέτρεψε όλες τις προσδοκίες για αυτή την αναδυόμενη οικονομία. Μετά από μια απότομη τριμηνιαία συρρίκνωση, στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος, η χώρα ανέκαμψε. Το τρίτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η ανάπτυξη ήταν 11,1% -μεγαλύτερη απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη οικονομία των G20.
Αυτά τα εκπληκτικά στοιχεία στηρίχθηκαν εν μέρει στην χαμηλή βάση εκκίνησης του προηγούμενου έτους. Όμως η ισχυρή ανάπτυξη στην Ευρώπη επίσης βοήθησε ώστε να ενισχυθούν οι Τουρκικές εξαγωγές. Το στηριζόμενο από το κράτος πρόγραμμα δανείων, τα εργασιακά κίνητρα και οι φοροελαφρύνσεις, έδωσαν ώθηση στις καταναλωτικές δαπάνες και στις κατασκευές.
Η ανησυχία τώρα είναι πως η ανάπτυξη έχει δημιουργήσει ανισορροπίες. Ο δομικός πληθωρισμός βρίσκεται στο περίπου 12%. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν την περασμένη εβδομάδα έδειξαν πως το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε στα 7,1 δισ. δολάρια τον Ιανουάριο, με τα στοιχεία για το 12μηνο να ισοδυναμούν στο 6,1% του ΑΕΠ στην επίσημη πρόβλεψη για το 2018.
Για να χρηματοδοτήσει το κενό, η Τουρκία βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην βραχυπρόθεσμη ροή χρήματος που θα μπορούσε γρήγορα να εξανεμιστεί αν μεταβληθεί το κλίμα έναντι της χώρας. Για την ώρα, οι ελκυστικές αποδόσεις της Τουρκίας και η διάθεση των επενδυτών για ρίσκο, συντηρούν τη ροή κεφαλαίων. Όμως η άβολη σχέση της χώρας με τις ΗΠΑ, η στρατιωτική της επέμβαση στη Συρία και η τεταμένη εγχώρια πολιτική, αποτελούν ρίσκο. Το ίδιο και οι μεταβαλλόμενες παγκόσμιες νομισματικές συνθήκες, καθώς οι κεντρικές τράπεζες κινούνται προς την εξομάλυνση της πολιτικής, μετά από χρόνια ιστορικά χαμηλών επιτοκίων.
«Όταν μιλάμε για το πόσες αυξήσεις (επιτοκίων) θα κάνει (η Fed), πόσο σύντομα θα σταματήσει η ΕΚΤ το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, αυτή δεν είναι μια καλή στιγμή για μια αναδυόμενη οικονομία να έχει ένα μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και έναν υψηλό πληθωρισμό», σχολίασε ο Ινάν Ντεμίρ, αναλυτής αναδυόμενων αγορών της Nomura. «Θα μπορούσε να υπάρξει μεγάλο πρόβλημα αν επιδεινωθούν οι παγκόσμιες συνθήκες ρευστότητας, ή αν η Τουρκία δυσκολευτεί να προσελκύσει εξωτερική χρηματοδότηση λόγω των πολιτικών ή γεωπολιτικών κινδύνων».
Οι ανησυχίες εντείνονται λόγω του άγχους που προκαλεί η πολιτική ηγεσία της χώρας. Η Moody’s επικαλέστηκε την «εξασθένηση της θεσμικής ισχύος» ως πρωταρχικό λόγο για την υποβάθμιση, τονίζοντας ιδιαίτερα τις πιέσεις στη δικαιοσύνη και την ώθηση του κ. Ερντογάν να διευρύνει τις δικές του εξουσίες.
Μια βασική ανησυχία των επενδυτών είναι η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, την οποία επιτιμά συχνά ο κ. Ερντογάν. Ο Τούρκος πρόεδρος από καιρό υπήρξε άγριος επικριτής των υψηλών επιτοκίων, εκφράζοντας την μη συμβατική άποψη πως οδηγούν σε υψηλό πληθωρισμό. τον περασμένο μήνα επανέλαβε τη θέση του. «Δεν θα κάνουμε υποχωρήσεις, θα μειώσουμε τα επιτόκια», είπε.
Μέχρι στιγμής, η τράπεζα έχει συμβιβαστεί διατηρώντας αμετάβλητα τα επιτόκια, αναγκάζοντας όμως τις τράπεζες να δανείζονται χρησιμοποιώντας το επιτόκιο late liquidity window που ανέρχεται σε 12,75%.
Η ανησυχία είναι πως, αν υπάρξει μεταβολή του κλίματος, η κεντρική τράπεζα δεν θα αντιδράσει γρήγορα. Με την λίρα να βυθίζεται η Ολλανδική τράπεζα Rabobank προειδοποίησε πρόσφατα πως η κεντρική τράπεζα «μπορεί να επιλέξει μια σχετικά ήπια αύξηση επιτοκίων σε μια περίοδο που τα επιτόκια ήδη θεωρούνται γενικά πολύ χαμηλά».
Η Χατισέ Καραχάν, καθηγήτρια οικονομικών και σύμβουλος του κ. Ερντογάν, υποβαθμίζει την προοπτική ενός ξαφνικού «παγώματος» των ξένων κεφαλαίων. «Ακόμα και στο χειρότερο σενάριο δεν θα περίμενα να ‘στεγνώσουν’ οι ροές κεφαλαίων», είπε. Στην περίπτωση επιβράδυνσης, επιμένει πως η κεντρική τράπεζα θα κάνει ότι είναι απαραίτητο. «Αν βρουν πως χρειάζεται αύξηση επιτοκίων, τότε αυτό θα κάνουν», δήλωσε.
Η κ. Καραχάν έχει κερδίσει τον σεβασμό των διεθνών αναλυτών, που την βλέπουν πιο mainstream απ’ ότι τον κ. Ερτέμ ή τον Γιγκίτ Μπουλούτ, έναν άλλον οικονομικό σύμβουλο, που κάποτε ισχυρίστηκε πως οι ξένες δυνάμεις προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τηλεκίνηση για να σκοτώσουν τον Τούρκο πρόεδρο.
Πολλοί, ωστόσο, αμφισβητούν την επιρροή της. Η ανησυχία είναι πως, παρά τον πυρήνα των αξιοσέβαστων τεχνοκρατών που υπάρχει σε διάφορα υπουργεία-κλειδιά, οι πιο εκκεντρικές φωνές γύρω από τον Τούρκο πρόεδρο θα «πνίξουν» τις συμβουλές τους.
«Ναι, ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ισχυρές απόψεις για τα επιτόκια», σημείωσε η κα. Καραχάν, προσθέτοντας πως «πιστεύω σθεναρά πως η κεντρική τράπεζα είναι ανεξάρτητη».