Η Αθήνα, τα τελευταία χρόνια, έχει αυξήσει την ελκυστικότητα της ως τουριστικού προορισμού και ως προορισμού εγκατάστασης. Αυτό είναι αποτέλεσμα γεωπολιτικών, κυρίως, εξελίξεων, στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής, καθώς και της σημαντικής μείωσης που έχει επέλθει στο κόστος διαβίωσης λόγω της πολυετούς κρίσης, σημειώνει ο ΣΕΒ στην εβδομαδιαία ανάλυσή του.
Οι ίδιοι αυτοί παράγοντες έχουν επηρεάσει θετικά τις τουριστικές προοπτικές της Ελλάδας και έχουν οδηγήσει σε διπλασιασμό του εισερχόμενου τουρισμού στη χώρα.
Η κατάταξη λοιπόν της Αθήνας στην πρώτη θέση -σε σχετική έρευνα του INSEAD και της ADECCO- μεταξύ 90 πόλεων στον κόσμο όσον αφορά στη διάθεση ταλαντούχων ατόμων να την επιλέξουν ως πόλη εγκατάστασης πρέπει να μας κινητοποιήσει για να πετύχουμε στην πράξη αυτό το αποτέλεσμα: να μετατρέψουμε δηλαδή την Αθήνα σε μια πόλη-hub, έναν κόμβο έρευνας και τεχνολογίας, για τους νέους όλου του κόσμου που διαθέτουν υψηλές δεξιότητες και θα έρθουν στην Ελλάδα για να δημιουργήσουν.
Η κατάταξη αυτή γίνεται με βάση μια σειρά παράγοντες που αναφέρονται στις συνθήκες διαμόρφωσης, προσέλκυσης, ανάπτυξης, συγκράτησης και διεθνικότητας (ενσωμάτωσης στο διεθνές περιβάλλον) του ταλαντούχου ατόμου. Αυτό που ωθεί την Αθήνα στην 1η θέση όσον αφορά στη συγκράτηση είναι, σύμφωνα με τη μελέτη, το σχετικά χαμηλό κόστος διαβίωσης, η προσωπική ασφάλεια και η πυκνότητα γιατρών (καλές συνθήκες ιατρικής φροντίδας).
Είναι σημαντικό ότι η τάση αυτή καταγράφεται παρά την πλήρη απουσία μιας συγκροτημένης στρατηγικής κινήτρων «διακράτησης ταλέντου» στη χώρα, αντίστοιχης με αυτές που εφαρμόζουν πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Πορτογαλία και η Κύπρος.
Η Αθήνα, επίσης, έχει υψηλές επιδόσεις όσον αφορά στην ποιότητα ζωής και περιβάλλοντος, τη διάδοση του ίντερνετ στον πληθυσμό και την παρουσία υψηλού αριθμού φοιτητών στην πόλη, που δημιουργούν έναν δυναμικό τρόπο διαβίωσης. Από την άλλη μεριά, η Αθήνα υστερεί σε δαπάνες Έρευνας και Ανάπτυξης, στην παρουσία μεγάλων διεθνών επιχειρήσεων, στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, στην παρουσία σημαντικών διεθνών πανεπιστημίων και στη δυσκολία συνεργασίας των ντόπιων πανεπιστημίων και ερευνητικών ιδρυμάτων με τις επιχειρήσεις, διεθνείς οργανισμούς κ.ά.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να εξηγήσει την παρατηρούμενη έξοδο από τη χώρα νέων ανθρώπων με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και υψηλά επαγγελματικά προσόντα (brain drain), λόγω της συγκυρίας της υψηλής ανεργίας και της αναιμικής ανάπτυξης. Αλλά εξηγεί, επίσης, και την αμφιθυμία όσων φεύγουν, και την εκφραζόμενη επιθυμία για παλινόστηση σε κάποιο χρονικό σημείο στο μέλλον. Βεβαίως, τίποτα δεν θα γίνει από μόνο του, και μόνο από τη φορά των πραγμάτων. Απαιτείται εμπλοκή όλων μας, και της δημόσιας διοίκησης, και της τοπικής αυτοδιοίκησης, και της εκπαιδευτικής κοινότητας, και, τέλος, και του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας ώστε, κάτω από την καθοδήγηση της κυβέρνησης, να επιταχυνθεί η όλη διαδικασία.
Βεβαίως, καταλήγει ο ΣΕΒ, η προσφάτως ψηφισθείσα από τη Βουλή ρύθμιση για την επιβολή «ψηφιακού» τέλους 6% για ηλεκτρονικές συσκευές εγγραφής ήχου και εικόνας και για ηλεκτρονικούς αποθηκευτικούς δίσκους άνω των 4 GB, πέραν της ήδη εφαρμοζόμενης επιβάρυνσης 2% επί της αξίας σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, smartphones και tablets, καθώς και η στάση της επίσημης Πολιτείας απέναντι στην πιθανότητα εγκατάστασης στην Ελλάδα Κέντρου Πρωτονικής Θεραπείας για καρκινοπαθείς, με βάση τεχνογνωσία του CERN στους επιταχυντές, είναι απογοητευτικές και αντιστρατεύονται την προοπτική του μετασχηματισμού της χώρας σε τεχνολογικό κόμβο.