Η ανάκαμψη του ελληνικού μεταποιητικού τομέα συνεχίστηκε τον Μάιο, καθώς καταγράφηκαν περαιτέρω αυξήσεις στην παραγωγή, στις νέες παραγγελίες και στην απασχόληση.
Επιπλέον, οι ρυθμοί ανάπτυξης καθενός από αυτούς τους δείκτες επιταχύνθηκαν σε σύγκριση με τον Απρίλιο.
Εν τω μεταξύ, οι πληθωριστικές πιέσεις αυξήθηκαν, καθώς το υψηλότερο κόστος πρώτων υλών αρκετές φορές μετακυλίστηκε στους πελάτες μέσω της αύξησης των τιμών πώλησης.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® - PMI®) -ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας- αυξήθηκε καταγράφοντας τιμή στις 54.2 μονάδες τον Μάιο, από τις 52.9 μονάδες του Απριλίου.
Οι επιχειρηματικές συνθήκες βελτιώνονται πλέον κάθε μήνα σε όλη τη διάρκεια του τελευταίου έτους, ενώ η βελτίωση της υγείας του τομέα ήταν σημαντικότερη από αυτήν που καταγράφηκε τον προηγούμενο μήνα.
Κατ’ αναλογία με την εικόνα που παρουσιάζει ο δείκτης PMI, η παραγωγή στον μεταποιητικό τομέα αυξάνεται συνεχώς κατά τη διάρκεια των 12 τελευταίων μηνών. Η αύξηση που καταγράφηκε τον Μάιο ήταν σημαντική, καθώς μέλη του πάνελ ανέφεραν αύξηση της παραγωγής σε αντιστοιχία με τα υψηλότερα επίπεδα νέων παραγγελιών.
Το σύνολο των νέων εργασιών αυξήθηκε με ταχύτερους ρυθμούς τον Μάιο, όπως και οι νέες παραγγελίες εξαγωγών που κατέγραψαν υψηλό τριών μηνών. Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν ότι οι νέες παραγγελίες από πελάτες του εσωτερικού συνέβαλαν επίσης στην αύξηση του συνόλου των νέων εργασιών.
Οι εταιρείες αντέδρασαν στις υψηλότερες απαιτήσεις παραγωγής προσλαμβάνοντας επιπλέον προσωπικό τον Μάιο. Επιπροσθέτως, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας ήταν λίγο κάτω από την υψηλή τιμή ρεκόρ του Μαρτίου.
Η βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών έδωσε τη δυνατότητα στους κατασκευαστές να μειώσουν τον όγκο αδιεκπεραίωτων εργασιών, παρά τη σημαντική αύξηση των νέων παραγγελιών. Τα επίπεδα ανεκτέλεστων εργασιών μειώθηκαν για δεύτερο συνεχή μήνα.
Πέρα από την πρόσληψη νέου προσωπικού, οι εταιρείες υποστήριξαν επίσης την ανάπτυξη της παραγωγής αυξάνοντας την αγοραστική τους δραστηριότητα. Επιπλέον, ο ρυθμός ανάπτυξης επιταχύνθηκε.
Υπήρξαν επιπλέον ενδείξεις πίεσης στην αλυσίδα εφοδιασμού, λόγω της αυξημένης ζήτησης εισροών.
Ο χρόνος παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκε σημαντικά και με ταχύτερο ρυθμό σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.
Οι πληθωριστικές πιέσεις εντάθηκαν τον Μάιο, καθώς τόσο το κόστος εισροών όσο και οι τιμές εκροών αυξήθηκαν με εντονότερο ρυθμό σε σύγκριση με τον Απρίλιο. Η αύξηση των τιμών εισροών ήταν η ταχύτερη που έχει καταγραφεί από τον Ιανουάριο, καθώς αναφέρθηκε υψηλότερο κόστος πρώτων υλών όπως του πετρελαίου και των μετάλλων. Εν τω μεταξύ, ο ρυθμός αύξησης των τιμών εκροών ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί από τον Αύγουστο του 2008.
Τα αποθέματα προμηθειών αυξήθηκαν για πέμπτο συνεχή μήνα κατά τη διάρκεια του Μαΐου. Αντίθετα, τα αποθέματα τελικών προϊόντων μειώθηκαν για πρώτη φορά σε τρεις μήνες.
Τα επίπεδα αισιοδοξίας στον Ελληνικό μεταποιητικό τομέα παρέμειναν υψηλά, παρότι εξασθένησαν από το υψηλό ρεκόρ του Απριλίου. Ποσοστό μεγαλύτερο του 45% των ερωτηθέντων στην έρευνα προέβλεψε αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος, γεγονός το οποίο συνδέθηκε με τις προβλέψεις για βελτίωση των οικονομικών συνθηκών και υψηλότερα επίπεδα νέων παραγγελιών.
Ο Andrew Harker, Associate Director της IHS Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI® είπε:
«Τα στοιχεία της έρευνας του Μαΐου υπέδειξαν ότι η ανάκαμψη του μεταποιητικού τομέα της Ελλάδας έφτασε σε ένα σημαντικό ορόσημο, καθώς η παραγωγή παρουσιάζει αύξηση κάθε μήνα κατά τη διάρκεια ενός έτους.
Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της παραγωγής, των νέων παραγγελιών και της απασχόλησης αυξήθηκαν σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα. Ωστόσο, η πορεία προς την ανάκαμψη παραμένει μακρά, μετά την πολύχρονη ύφεση που έχει υποστεί.
Ακόμη ένα σημαντικό στοιχείο από την τελευταία έρευνα για τον δείκτη PMI είναι το γεγονός ότι καταγράφηκε η ταχύτερη αύξηση των τιμών εκροών από τον Αύγουστο του 2008. Η αυξανόμενη ικανότητα των εταιρειών να μετακυλήσουν την υψηλότερη επιβάρυνση κόστους στους πελάτες υποδεικνύει ότι υπάρχει κάποια εμπιστοσύνη ως προς τη διατήρηση της ζήτησης».