H Ν.Δ. δίνει σήμερα στη δημοσιότητα τα πλήρη στοιχεία που αφορούν τις περιβόητες Διασκέψεις του ΟΗΕ που διεξάγονται ανά πενταετία και τις οποίες επικαλείται o κ. Νίκος Κοτζιάς υποστηρίζοντας ψευδέστατα ότι η Ελλάδα έχει τάχα από το 1977 αναγνωρίσει την “Μακεδονική γλώσσα”, ενισχύοντας έτσι -κατά τρόπο ανεξήγητο και απαράδεκτο- την επιχειρηματολογία της γειτονικής μας χώρας.
Όπως εύκολα θα διαπιστώσει κανείς, η ΝΔ όχι μόνον δεν συναίνεσε ποτέ στον ισχυρισμό της ΠΓΔΜ ότι η γλώσσα της είναι τάχα η “Μακεδονική”, αλλά στις εν λόγω διασκέψεις του ΟΗΕ είχε αντιδράσει δύο φορέςεπί κυβερνήσεων Καραμανλή και Σαμαρά το 2007 και το 2012. Οι επιφυλάξεις της ΝΔ, μάλιστα, υπάρχουν επισήμως καταγεγραμμένες στις εκθέσεις των δύο αυτών διασκέψεων, κάτι που παραδόξως δεν συμβαίνει στην έκθεση της τελευταίας Διάσκεψης του ΟΗΕ (2017) στην οποία μετείχε εκπρόσωπος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Τα δεδομένα έχουν ως εξής:
Ο κ. Κοτζιάς επικαλείται την τελική Έκθεση της Τρίτης Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών ονομάτων που έλαβε χώρα στην Αθήνα το 1977, προκειμένου να προβάλει έναν ανυπόστατο ισχυρισμό ότι η Ελλάδα αποδέχθηκε από τότε την ύπαρξη “Μακεδονικής γλώσσας”.
Αυτό παρά το γεγονός ότι επί δεκαετίες, όπως γνωρίζει πολύ καλά ο κ. Κοτζιάς, οι Έλληνες διπλωμάτες, αλλά και οι Έλληνες αξιωματούχοι άλλων Υπουργείων που συμμετέχουν σε διεθνείς διασκέψεις, έχουν ρητές οδηγίες να καταγράψουν την άρνησή τους και να αντιταχθούν σε οποιαδήποτε χρήση του ονόματος “Μακεδονία” για την ΠΓΔΜ, αλλά και να μην δεχθούν οποιαδήποτε χρήση του επιθέτου “Μακεδονική/Μακεδονικός” σε σχέση με την εθνότητα, τη γλώσσα, την κυβέρνηση ή άλλους θεσμούς της εν λόγω χώρας.
Ο κ. Κοτζιάς αγνόησε -προφανώς σκόπιμα- το γεγονός ότι στο κείμενο της επίμαχης προαναφερόμενης έκθεσης υπάρχει ρητή επισήμανση ότι “Οι προσδιορισμοί που χρησιμοποιούνται και η παρουσίαση του υλικού σε αυτήν την έκδοση (δηλαδή και ο τρόπος που αναφέρονται οι γλώσσες) δεν υπονοούν την έκφραση οποιασδήποτε άποψης από πλευράς της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με το νομικό καθεστώς οποιασδήποτε χώρας, επικράτειας, πόλης, περιοχής ή των Αρχών του, ή αναφορικά με την οριοθέτηση των συνόρων ή των ορίων του”.
Η επισήμανση αυτή τονίζει και επιβεβαιώνει, όπως ορθά υποστηρίζει ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης, τον αμιγώς τεχνικό χαρακτήρα της Διάσκεψης και της τελικής έκθεσης, η οποία αφορά θέματα τυποποίησης τοπωνυμίων και, στο πλαίσιο αυτό, αναφέρεται και στην τυποποιημένη μεταφορά των γλωσσών της πρώην Γιουγκοσλαβίας από το κυριλλικό στο λατινικό αλφάβητο. Τονίζει, δηλαδή, ότι δεν είναι στις προθέσεις ούτε των συντακτών της έκθεσης ούτε, πόσο μάλλον, των συμμετεχόντων στη Διάσκεψη η δημιουργία πολιτικών τετελεσμένων οποιασδήποτε μορφής.
Ακόμη χειρότερα, o κ. Κοτζιάς αγνόησε το γεγονός ότι στην Ενάτη Συνδιάσκεψη για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα το 2007, επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή, αναφέρεται ρητώς στην τελική έκθεση (παράγραφος 123, σελ. 27) ότι “Αντιρρήσεις εγέρθησαν από τον εκπρόσωπο της Ελλάδας αναφορικά με τους κωδικούς της χώρας και της γλώσσας καθώς και της σήμανσης (label) γλώσσας σχετικά με την καταχώρηση της πρώην γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας”.
Το ίδιο ακριβώς έπραξε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης της ΝΔ και στη Δέκατη Συνδιάσκεψη για την Τυποποίηση των Γεωργραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2012 επί κυβερνήσεως Αντώνη Σαμαρά. Στην τελική έκθεση καταχωρήθηκε (στην παράγραφο 122 της σελ. 29) ρητή αναφορά ότι “Αντιρρήσεις εγέρθησαν από τον εκπρόσωπο της Ελλάδας αναφορικά με τους κωδικούς ISO της χώρας και της γλώσσας καθώς και για την ετικέτα γλώσσας σχετικά με την καταχώρηση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στη λίστα UNGEGN ονομασιών χωρών”.
Αντιθέτως στο κείμενο της έκθεσης της Ενδέκατης Συνδιάσκεψης για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων που έλαβε χώρα το 2017 επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν περιλαμβάνεται καμία επιφύλαξη της ελληνικής πλευράς, όπως αυτή είχε ρητά διατυπωθεί το 2007 και το 2012. Υπάρχει μια παραπομπή σε μια δήλωση που δεν περιελήφθη καν στην έκθεση. Γεγονός που υποδεικνύει σαφή πρόθεση -ήδη από τότε- της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να υποβαθμίσει το θέμα της γλώσσας της ΠΓΔΜ.
Συνοψίζοντας, έχει απόλυτο δίκιο ο Καθηγητής Μπαμπινιώτης, ο οποίος όλες τις τελευταίες ημέρες υπογραμμίζει με διαδοχικές δημόσιες τοποθετήσεις του ότι η Διάσκεψη του 1977 ήταν αυστηρά τεχνικού χαρακτήρα και δεν είχε καμία σημασία ως προς την αναγνώριση δήθεν “μακεδονικής γλώσσας”. Το κείμενο του 1977 δεν αφορούσε την αποδοχή ή αναγνώριση μιας γλώσσας υπό συγκεκριμένη ονομασία από την Ελλάδα ή τις άλλες συμμετέχουσες στη συνάντηση χώρες. Αφορά μόνο το πως θα μεταφέρεται μία γλώσσα από το κυριλλικό στο λατινικό αλφάβητο. Σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται αποδοχή του όρου “μακεδονική γλώσσα” και αυτό φαίνεται, άλλωστε, από τη μετέπειτα πρακτική και τις ενστάσεις που ήγειρε η Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες. Ισχυριζόμενος ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας ότι αποδεχθήκαμε τον εν λόγω όρο, το μόνο που επιτυγχάνει είναι η αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας. Υπονομεύει έτσι τη θέση της Ελλάδας σε μία μικροπολιτική προσπάθεια να πληγεί η αντιπολίτευση. Αλλά ο αντίπαλος δεν είναι η αντιπολίτευση στη συγκεκριμένη εθνική υπόθεση. Δυστυχώς αυτό δεν το κατάλαβε ποτέ ο κ. Κοτζιάς.
Κατά τα λοιπά, έχει ενδιαφέρον, αλλά είναι και ενδεικτικό της προχειρότητας και της ασυγχώρητης επιπολαιότητας στους χειρισμούς των εθνικών θεμάτων από τον κ. Κοτζιά ακόμη και ο χειρισμός της... ελληνικής γλώσσας εκ μέρους του.
Ο κ. Κοτζιάς μιλά για “επίσημες γλώσσες του ΟΗΕ” προφανέστατα γιατί αγνοεί πλήρως ότι αναγνωρισμένες ως “επίσημες γλώσσες του ΟΗΕ” είναι μόλις έξι: αγγλικά, αραβικά, γαλλικά, ισπανικά, κινεζικά και ρωσικά.