Για οιονεί στασιμότητα της αναπτυξιακής δυναμικής κάνει λόγο ο ΣΕΒ με βάση τα στοιχεία του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) 2019-2022 και τις επίσημες μακροοικονομικές προβλέψεις με ρυθμό ανάπτυξης 2% στην 5ετία 2018-2022. Ο ρυθμός αυτός, λένε οι αναλυτές, κρίνεται αναντίστοιχος της απαιτούμενης ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας μετά από μια 10ετία (2007-2017) απωλειών στο ΑΕΠ κατά 25%. Στο σενάριο αυτό, οι καθαρές εξαγωγές αντί να έχουν θετική και αυξανόμενη, έχουν, αντιθέτως, μηδενική συμβολή στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Αυτό κρίνεται από τον Σύνδεσμο ως άκρως ανησυχητικό, καθώς κατ’ αυτόν τον τρόπο η εξωστρέφεια του «νέου» παραγωγικού προτύπου της χώρας παραπέμπεται στις καλένδες.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στο τελευταίο μηνιαίο δελτίο του ΣΕΒ για την οικονομική δραστηριότητα, η μεταφορά πόρων (5 π.μ. του ΑΕΠ) από την κατανάλωση στις επενδύσεις είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά δεν πρόκειται να γίνει χωρίς τον μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου προς μια εξωστρεφή οικονομία. Χωρίς την αύξηση δηλαδή εξαγωγών και παράλληλη υποκατάσταση εισαγωγών, που αυξάνουν την παραγωγή, την απασχόληση και τα εισοδήματα. «Διαφορετικά, -σημειώνεται αρμοδίως-, οι επενδύσεις αυξάνουν το κεφαλαιακό απόθεμα των χαμηλής παραγωγικότητας κλάδων των μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών, της παραδοσιακής, δηλαδή, παραγωγικής βάσης της οικονομίας, απορροφώντας την όποια αύξηση της ιδιωτικής αποταμίευσης (μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης). Το αναπτυξιακό αυτό σενάριο είναι μεν εσωτερικά συνεπές, αλλά δεν είναι το ζητούμενο για να βγούμε οριστικά από αυτήν. Επιπλέον, η δημιουργία υπερμεγέθους δημοσιονομικού χώρου (με πρωτογενή πλεονάσματα μεγαλύτερα των 3,5 π.μ. του ΑΕΠ), κυρίως μέσω αύξησης φορολογικών εσόδων τα επόμενα χρόνια που συνοδεύεται με αόριστες υποσχέσεις επιστροφών στην οικονομία, είτε μέσω μείωσης της φορολογίας είτε μέσω παροχών, παραπέμπει στο ρητό «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι»!»
Μελετώντας, πιο ειδικά, τις πιο πρόσφατες εξελίξεις, ο ΣΕΒ καταλήγει στο ότι η οικονομική δραστηριότητα επεκτείνεται ικανοποιητικά με μοχλούς ανάπτυξης τις εξαγωγές και τις επενδύσεις, αλλά με την αύξηση των εισαγωγών να περιορίζει τη διάχυση των ωφελειών στην εγχώρια παραγωγή, την απασχόληση και τα εισοδήματα, και κατ’ επέκταση την ιδιωτική κατανάλωση. Εν προκειμένω, η απασχόληση μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων αυξήθηκε το 1ο τρίμηνο του 2018 σε ετήσια βάση κατά +1,7% και οι αμοιβές μισθωτών κατά +0,8%, χωρίς να γίνει δυνατή μια αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (που μειώθηκε κατά -0,4%) λόγω γενικότερης συμπίεσης του διαθέσιμου εισοδήματος στην οικονομία, που οφείλεται και στην υπερφορολόγηση. Το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα είναι ότι η οικονομία χρειάζεται μεγαλύτερη εξωστρέφεια (μεγαλύτερες επενδύσεις και εξαγωγές, αλλά με υποκατάσταση εισαγωγών), ώστε η ανάπτυξη να διαχυθεί σε όλη την οικονομία. Όσο δεν γίνεται αυτό και όσο η πρόκληση τεχνητής ζήτησης με δημοσιονομικά ελλείμματα και εξωτερικό δανεισμό δεν είναι εφικτή, η κατανάλωση θα παραμένει καθηλωμένη, υπογραμμίζουν οι αναλυτές.
Κατά τον ΣΕΒ, οι παράγοντες που συνθέτουν την αύξηση κατά 2,3% του ελληνικού ΑΕΠ το 1ο τρίμηνο του 2018 συνδέονται κυρίως με τις εξαγωγές αγαθών (+10,5%) και υπηρεσιών (+3,8%), αλλά και τις επενδύσεις. Οι επενδύσεις (μαζί με τη μεταβολή αποθεμάτων) κατέγραψαν μια μείωση κατά -12,1% (σε πάγια κατά -10,4%), που οφείλεται, όμως, σε μια τεράστια πτώση των εισαγωγών πλοίων από €1447 εκατ. το α’ τρίμηνο 2017 σε €394 εκατ. το 1ο τρίμηνο 2018 ή κατά -73%, και κατ’ επέκταση των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό που μειώθηκαν κατά -54,8% και των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών που μειώθηκαν κατά -2,8%. Χωρίς αυτή τη συγκυριακή επίπτωση από τις εισαγωγές πλοίων, εκτιμάται ότι οι επενδύσεις (μαζί με τη μεταβολή αποθεμάτων) και οι επενδύσεις σε πάγια θα είχαν αυξηθεί αντιστοίχως κατά +3,4% και +10,7%, και οι εισαγωγές κατά +3,9. Πέραν, όμως, αυτού, οι επενδύσεις σε επιμέρους κατηγορίες αυξήθηκαν κατά +10,7% σε κατοικίες, κατά +3,9% σε λοιπές κατασκευές, κατά +18,6% σε μηχανολογικό εξοπλισμό, και, κατά +23,1% σε εξοπλισμό ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών). Συνεπώς, από την πλευρά των επενδύσεων η οικονομία ανακάμπτει με ταχείς ρυθμούς. Επίσης, οι αυξήσεις των εξαγωγών αγαθών (+10,5%) και υπηρεσιών (+3,8%), συμβάλλουν κατά +2,3 π.μ. στο ρυθμό ανάπτυξης, δηλαδή κατά 100%, καθώς, εξαιρουμένων των εισαγωγών πλοίων, η συμβολή των επενδύσεων (+1,5 π.μ.) και της κατανάλωσης (-0,2 π.μ.) αντισταθμίζεται πλήρως από τη συμβολή των εισαγωγών (-1,3 π.μ.), με αποτέλεσμα ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ να ισούται με τη συμβολή των εξαγωγών (+2,3 π.μ.).