Η συνάντηση ανάμεσα στον Βίκτορ Όρμπαν και τον Ματέο Σαβλίνι την περασμένη εβδομάδα ήταν κάτι περισσότερο από την αρχή μιας υπέροχης φιλίας. To αντιμεταναστευτικό μέτωπο που συγκρότησαν ο Ούγγρος πρωθυπουργός και ο Ιταλός υπουργός Εσωτερικών χρίζει προσοχής γιατί μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο μιας νέας συμμαχίας.
Είναι δύσκολο να οργανώσει κανείς πολιτικά πραξικοπήματα στην Ευρώπη. Το σύστημα είναι δυσκίνητο. Η εκλογική αριθμητική στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιοκαθιστά αδύνατο για οποιαδήποτε από τις δύο κομματικές ομάδες να σχηματίσει πλειοψηφία. Αλλά αν οι εθνικιστές τα πάνε καλά στις εκλογές της επόμενης χρονιάς, μπορεί να είναι σε θέση να σχηματίσουν μια ανεπίσημη συμμαχία.
Το Φίντες του κ. Όρμπαν είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, του κατά κύριο λόγο φιλοευρωπαϊκού κεντροδεξιού σχηματισμού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Λέγκα του κ. Σαλβίνι είναι μέλος του Κινήματος για μια Ευρώπη των Εθνών και της Ελευθερίας, η οποία περιλαμβάνει και τον μετονομασμένο Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν. Υπάρχει και μια ακόμα ακροδεξιά ομάδα, η οποία περιλαμβάνει τους απερχόμενους Βρετανούς Συντηρητικούς και το πολωνικό κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης.
Οι ομάδες αυτές δεν είναι ενωμένες, αλλά οι περισσότερες θέλουν να επανέλθει η μεταναστευτική πολιτική στη δικαιοδοσία των εθνικών κυβερνήσεων. Το ερώτημα είναι κατά πόσον οι εθνικιστές θα καταφέρουν να πάρουν με το μέρος τους μέλη του ΕΛΚ πέρα από τον κ. Όρμπαν. Αν το κάνουν, μπορεί να κερδίσουν.
Μέχρι τώρα έχουν καταφέρει να αποφύγουν μια προφανή παγίδα. Δεν αποδέχθηκαν την απαίτηση της Ιταλίας για ποσοστώσεις στην αποδοχή προσφύγων στην Ε.Ε. Ο κ. Όρμπαν είναι μεταξύ αυτών που μπλοκάρουν το αίτημα αυτό. Ως εκ τούτου ο κ. Σαλβίνι και ο κ. Όρμπαν υπερασπίζονται εκ διαμέτρου αντίθετα συμφέροντα. Αυτό που τους ενώνει είναι ένας κυρίαρχος στρατηγικός στόχος: να καταδείξουν πως η Ε.Ε. έχει αποτύχει να εφαρμόσει αποτελεσματικές πολιτικές. Όσο πιο προφανής είναι η αποτυχία αυτή, τόσο πιο εύκολο θα είναι για αυτούς να επανακρατικοποιήσουν τη μεταναστευτική πολιτική.
Ο αντιμεταναστευτισμός έχει βαθιές ρίζες στο ΕΛΚ. Η πιο πρόσφατη κυβερνητική κρίση στη Γερμανία πυροδοτήθηκε από μια πρόταση για την επαναπροώθηση μιας συγκεκριμένης κατηγορίας μεταναστών. Πολλοί Χριστιανοδημοκράτες βουλευτές έχουν επικρίνει τις φιλομεταναστευτικές πολιτικές της Άγκελα Μέρκελ.
Εντός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, οι λεγόμενοι φιλοευρωπαίοι αποτελούν πλειοψηφία. Δυσκολεύομαι ακόμα να αποδεχθώ τον χαρακτηρισμό της Γερμανίδας καγκελάριου ως φιλοευρωπαίας δεδομένης της επίμονης διστακτικότητας της να μεταρρυθμίσει την ευρωζώνη. Αλλά ακόμα και εγώ θα αποδεχόμουν πως υπάρχει μια ποιοτική διαφορά ανάμεσα στους κεντρώους υπερασπιστές του status quo όπως η κα Μέρκελ και τους ανοιχτά αντιευρωπαίους όπως ο κ. Όρμπαν.
Ορισμένοι εντός του ΕΛΚ θέλουν να τον ξεφορτωθούν, χωρίς επιτυχία μέχρι τώρα. Δεν έχουν την πολυτέλεια να τον χάσουν. Μετά το 2019, θα τον έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Το ΕΛΚ αναμένεται να χάσει πολλές έδρες στις εκλογές του 2019, αλλά η παρέα του κ. Όρμπαν αναμένεται να παραμείνει ισχυρή. Η βαρύτητα του στο μπλοκ θα ενισχυθεί.
Το μεγαλύτερο μέλος του ΕΛΚ, οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες είναι πιο αδύναμοι από ότι ήταν πριν από πέντε χρόνια. Η γαλλική κεντροδεξιά είναι πολύ μικρότερη σήμερα από ότι ήταν και πολύ πιο ευρωσκεπτικιστική. Η Φόρτσα Ιτάλιατου Σίλβιο Μπερλουσκόνι παίρνει λιγότερο από 10% στις δημοσκοπήσεις. Το Λαϊκό Κόμμα της Ισπανίας έχασε στήριξη στη Μαδρίτη και έχει αποδυναμωθεί.
Η κεντροαριστερά βρίσκεται σε τροχιά για να καταλήξει ο μεγαλύτερος χαμένος από όλους. Στη Γαλλία και στην Ολλανδία, τα κόμματα της κεντροαριστεράς κατέρρευσαν στις πρόσφατες εκλογές. Ο Ματέο Ρέντσι, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, έλαβε πάνω από 40% στις ευρωπαϊκές εκλογές του 2014. Το Δημοκρατικό Κόμμα του λαμβάνει πλέον λιγότερο από 20% στις δημοσκοπήσεις. Το ίδιο και οι Σοσιαλδημοκράτες.
Αυτό που μπορεί να προβλέψει κανείς με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας είναι πως η κεντροαριστερά και η κεντροδεξιά δεν θα είναι πλέον σε θέση να σχηματίσουν ένα μεγάλο συνασπισμό και να διαμορφώσουν την πολιτική ατζέντα. Θα συμπιεστούν από δύο νεοφερμένους στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, τους εθνικιστές που τάσσονται κατά της μετανάστευσης και της νέας ομάδας των φιλοευρωπαίων φιλελεύθερων που αναδύεται υπό την ηγεσία του Εμανουέλ Μακρόν. Ο Γάλλος πρόεδρος βρισκόταν σε ευρωπαϊκή περιοδεία την περασμένη εβδομάδα αναζητώντας πολιτικούς συμμάχους. Ένας φυσικός σύμμαχος είναι οι Θιουδαδάνος (σ.σ πολίτες στα ισπανικά), ένα φιλελεύθερο κόμμα και ανερχόμενο αστέρι στην πολιτική σκηνή της Ισπανίας. Αλλά δεν έχει συμμάχους στη Γερμανία ή την Ιταλία. Οι εκλογές του 2019 θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία του κ. Μακρόν να ηγηθεί μιας συμμαχίας φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.
Οι εθνικιστές έχουν ένα πλεονέκτημα. Από τη στιγμή που δεν έχουν μια θετική ατζέντα για την Ε.Ε., έχουν λιγότερο ανταγωνισμό μεταξύ τους από ότι οι κεντρώοι. Αντίθετα από ότι φαίνεται, η κα Μέρκελ και ο κ. Μακρόν είναι πολιτικοί αντίπαλοι, ειδικά τώρα που απέρριψε όλες τις ιδέες του για τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης.
Η πρόκληση που θέτουν οι εθνικιστές είναι πιο σοβαρή από ότι δείχνουν τα νούμερα τους στις δημοσκοπήσεις. Ο κ. Σαλβίνι και ο κ. Όρμπαν θέτουν την ατζέντα. Ο μόνος που κάνει το ίδιο από την άλλη πλευρά είναι ο κ. Μακρόν. Είναι οι πραγματικοί αντίπαλοι στην ευρωπαϊκή πολιτική αυτή τη στιγμή. Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι φιλοευρωπαίοι θα κυριαρχήσουν.
Η μάχη αυτή θα κριθεί στο νήμα.