«Δεν καταργείται ο νόμος Κατσέλη από την 1η Ιανουαρίου, το μόνο που μπορεί να καταργηθεί θα ήταν το κομμάτι προστασίας της πρώτης κατοικίας και σε αυτό εμείς ψάχνουμε εναλλακτικές λύσεις που θα τις παρουσιάσουμε σύντομα, για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα», επεσήμανε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στη συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».
Πρόσθεσε δε, πως «όσοι είναι εντός του νόμου Κατσέλη έως τις 31/12/2018 δεν χάνουν κανένα δικαίωμα. Ακόμη και μόνο η αίτηση να έχει γίνει στον νόμο Κατσέλη, παραμένουν σε αυτό το σύστημα προστασίας πλήρως. Πολλές από τις διατάξεις, σχεδόν όλες οι διατάξεις του νόμου Κατσέλη-Σταθάκη θα παραμείνουν και μετά τον Γενάρη του 2019».
Σχετικά με το γενικότερο θέμα αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων, ο υπουργός ανέφερε ότι επεξεργαζόμαστε διάφορα σχέδια και εμείς και το ΤΧΣ και οι ίδιες οι τράπεζες, και νομίζω ότι σιγά σιγά θα αντιμετωπιστεί».
Ερωτηθείς για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας σήμερα, ο κ. Τσακαλώτος σχολίασε αρχικά για τον πήχη που θέτει η αντιπολίτευση ότι «θα μπορούσε να είναι πολύ ψηλότερος και θα τον περνάγαμε και γι' αυτό δεν καταλαβαίνω τη στρατηγική της ΝΔ. Δεν το λέω αυτό σαν ρητορικό σχήμα, πραγματικά δεν καταλαβαίνω τι κερδίζουν που λένε ότι όλα τα πράγματα είναι καταστροφικά, δεν θα βγούμε από το μνημόνιο, θα μειωθούν οι συντάξεις, δεν υπάρχουν αντίμετρα και τώρα όχι μόνο δεν μειώνονται οι συντάξεις αλλά υπάρχουν αντίμετρα και θα υπάρχει ανάπτυξη».
Είπε παράλληλα ότι ο πήχης για την ανάπτυξη βραχυπρόθεσμα έχει ξεπεραστεί και το θέμα είναι «εάν θα μπορέσουμε να κάνουμε βιώσιμη αυτή την ανάπτυξη και να έχουμε ανάπτυξη καλή και το 2021, και το 2022, και το 2023, και το 2024, και το 2025. Εδώ, πρόσθεσε, είναι θέμα και της κυβέρνησης με μία αναπτυξιακή στρατηγική, και των φορέων, και των κοινωνικών εταίρων, και των επιχειρήσεων, και του κοινωνικού τομέα, και του συνεταιριστικού τομέα, να μπορούν να εκμεταλλευτούν αυτή την καλή οικονομική κατάσταση για να κάνουμε ένα καινούργιο, διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα είναι και βιώσιμο».
Σχετικά με το «μακεδονικό ζήτημα», ο κ. Τσακαλώτος τόνισε πως «ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου είτε υποστηρίζει τη συμφωνία είτε έχει την άποψη ότι και να μην είναι η καλύτερη συμφωνία που θα μπορούσε να γίνει, δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλα 25 χρόνια μέχρι να βρεθεί η τέλεια λύση. Αυτό το βλέπω και σε πολλούς κεντρώους ανθρώπους και μάλιστα που είναι πολύ στεναχωρημένοι με τη στάση του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας». Συμπλήρωσε δε, ότι «θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική η λύση για τη Θεσσαλονίκη», εκφράζοντας την άποψη πως «όσο η Θεσσαλονίκη κοιτάει προς τον νότο, θα την κερδίζει πάντα η Αθήνα. Αν είναι κλεισμένη η οικονομική ανάπτυξη και η συν-ανάπτυξη με τα Βαλκάνια, η Θεσσαλονίκη δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να γίνει κέντρο των Βαλκανίων ούτε να είναι κέντρο ενεργειακό, εμπορικό, μεταφορικό».
Για τις καταλήψεις στα σχολεία για το συγκεκριμένο ζήτημα, σημείωσε πως «αυτό το κίνημα κινείται από ακροδεξιές δυνάμεις. Στεναχωριέμαι όταν καθηγητές βάζουν θέμα και τους υποστηρίζουν» και υπογράμμισε πως «η λύση είναι και τα σχολεία και οι καθηγητές να κάνουν ανοιχτές συζητήσεις -αυτό είναι το σχολείο όπως και το πανεπιστήμιο, είναι χώροι διαλόγου- να συζητήσουν τα θέματα με ανοιχτό τρόπο, πού είναι προβληματική αυτή η λύση, πού δεν είναι προβληματική αυτή η λύση. Νομίζω ότι οι καθηγητές ιδιαίτερα αλλά και το υπουργείο πρέπει να προωθήσει έναν ανοιχτό διάλογο με τα παιδιά, για να δούμε τους προβληματισμούς».
Τέλος, είπε ότι η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη συνολικά πρέπει να αποτελέσει έναν από τους καθοριστικούς παράγοντες για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Όπως δήλωσε, «πρέπει σε αυτές τις ευρωεκλογές οι δυνάμεις της Αριστεράς, της Σοσιαλδημοκρατίας που αποδεσμεύεται από τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό και οι Πράσινοι, να βάλουν μία ατζέντα η οποία να έχει διαχωριστικές γραμμές. Μία διαχωριστική γραμμή είναι η ανισότητα, γιατί η ανισότητα, η φτώχεια, οι κακές θέσεις εργασίας ή θέσεις εργασίας που δεν έχουν προοπτική, τροφοδοτεί την ακροδεξιά. Η δεύτερη διαχωριστική γραμμή είναι για τα δικαιώματα του πολίτη και τη δημοκρατία και γι' αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει και η κυβέρνησή μας τη συνταγματική αναθεώρηση, και η τρίτη διαχωριστική γραμμή έχει να κάνει με τον εθνικισμό».