Καθώς το αποτέλεσμα είναι περίπου αναμενόμενο από όλους (151 θετικές ψήφοι), άπαντες εντός και εκτός Βουλής από νωρίς έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στη Συμφωνία των Πρεσπών και υπό αυτό το πρίσμα, οι υπολογισμοί των συσχετισμών ενόψει της επόμενης μεγάλης ψηφοφορίας για την επικύρωσή της, κυριαρχούν στα πολιτικά παρασκήνια. Σε αυτό το πλάνο, στο επίκεντρο βρίσκεται ο κ. Στ. Θεοδωράκης και οι εναπομείναντες βουλευτές του Ποταμιού, αφού από τη στάση τους θα κριθεί εάν η Συμφωνία εγκριθεί από τουλάχιστον 151, δηλαδή την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, ή με σχετική πλειοψηφία (150 ή λίγότερες θετικές ψήφοι), γεγονός το οποίο -όπως λέγεται- θα προκαλέσει σοβαρό πολιτικό πρόβλημα στο εσωτερικό της χώρας και θα τροφοδοτήσει φαινόμενα διχασμού στην κοινωνία.
«To αίτημα για παροχή εμπιστοσύνης υπερβαίνει τις ανάγκες μιας κοινοβουλευτικής αριθμητικής, έχει ένα πολιτικό βάθος και αφορά όχι μόνο το παρόν αυτής της κυβέρνησης αλλά την προοπτική της», είπε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ι. Δραγασάκης στη σημερινή ομιλία του. Δίδοντας δε ευθέως τη «γραμμή», πρόσθεσε: «Η ψήφος εμπιστοσύνης δεν αφορά μια ευκαιριακή πλειοψηφία, με στόχο την παράταση της ζωής της κυβέρνησης για κάποιους μήνες, αλλά είναι η απαρχή μιας γενικότερης αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού, με στόχο μια νέα προοδευτική πλειοψηφία, μια ευρεία συμπαράταξη που θα οργανώσει το σχέδιο για την Ελλάδα της επόμενης μέρας».
Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι τυχαίο ότι κατά την πρώτη ομιλία της ημέρας, ο κ. Ι. Μπαλάφας, σημείωνε: Τώρα είναι η ώρα να χαράξουμε νέες προοδευτικές πολιτικές με νέες προοδευτικές συμμαχίες. Τώρα είναι η ώρα που όλοι θα κριθούμε «με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε», όπως λέει κι ο Διονύσης Σαββόπουλος». Και αργότερα, ο κ. Ν. Φίλης, με αναφορά στο μακεδονικό, τόνιζε: «Η ψήφος εμπιστοσύνης με αφορμή την επικείμενη κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών σηματοδοτεί μία νέα αφετηρία της αριστερής διακυβέρνησης. Η νέα πολιτική πραγματικότητα, οδηγεί στη διαμόρφωση δύο αντιπαρατιθέμενων προγραμματικών προτάσεων εξουσίας, μίας προοδευτικής και μίας συντηρητικής. Υπάρχει ανάγκη διαμόρφωσης ενός νέου κοινωνικού πλειοψηφικού ρεύματος».