Δεν φαίνεται να παίρνει ακόμα τον δρόμο για τη Βουλή το νομοσχέδιο για το νέο πλαίσιο προστασίας των αδύναμων δανειοληπτών γεγονός που σημαίνει πως οι πιθανότητες να είναι έτοιμο για το Eurogroup της Δευτέρας απομακρύνονται.
Μετά από τις χθεσινές ολοήμερες τηλεδιασκέψεις των τεχνικών κλιμακίων κυβέρνησης - δανειστών προκειμένου να οριστικοποιηθεί το σχέδιο νόμου για το διάδοχο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη, σημαντικά θέματα συνεχίζουν να παραμένουν ανοιχτά με βασική ένσταση των δανειστών, στο ύψος των περιουσιακών κριτηρίων για την δυνατότητα υπαγωγής στον νέο νόμο Κατσέλη, αλλά και τη διεύρυνση της «ομπρέλας» προστασίας στα επαγγελματικά δάνεια, τα οποία έχουν προσημείωση κύριας κατοικίας, καθώς η ΕΚΤ θεωρεί ότι αυτό το έκτακτο πλαίσιο με διάρκεια ενός ενός έτους, θα πρέπει να αφορά μόνο σε στεγαστικά δάνεια.
Σε ό,τι αφορά την πρώτη ένσταση, αυτό που ισχύει είναι ότι οι καταθέσεις που έχει ο οφειλέτης δεν πρέπει να είναι υψηλότερες από το 50% της οφειλής του και το σύνολο της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει δεν θα υπερβαίνει το 200% της οφειλής του. Τα ποσοστά αυτά, εφόσον υπολογιστεί το ύψος του συνολικού υπολειπόμενου δανεισμού του οφειλέτη που ορίζεται στις 130.000 ευρώ και το οποίο αποτελεί τον πρώτο «κόφτη» για την επιλεξιμότητά του στον νέο νόμο , αντιστοιχούν σε «προστατευόμενες» καταθέσεις 65.000 ευρώ και ακίνητη περιουσία 260.000 ευρώ. Οι δανειστές πιέζουν για σημαντική μείωση των ορίων, ενδεχομένως και κατά 50%.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, χθες οι τράπεζες απέστειλαν χθες στην ΤτΕ το επίσημο «πόρισμα» για τις επιπτώσεις που θα έχει στο τραπεζικό σύστημα το νέο πλαίσιο προστασίας αδύναμων δανειοληπτών που προωθεί η κυβέρνηση.
Τα νεότερα στοιχεία τα οποία η ΤτΕ επεξεργάστηκε από κοινού με την PwC, βρίσκονται ήδη στη Φρανκφούρτη. Μετά από λεπτομερή ανάλυση για το πόσοι δανειολήπτες αναμένεται να ενταχθούν στον νέο νόμο, με τι ύψος δανείων και με τι ποσοστό κάλυψης από προβλέψεις, οι τράπεζες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο νέος νόμος δεν θα επηρεάσει την κεφαλαιακή τους κατάσταση, δημιουργώντας ανάγκες νέων κεφαλαίων. Όσο για τις επιπλέον προβλέψεις που μπορεί να χρειαστούν, αυτές υπολογίζονται σε 300 – 400 εκατ. ευρώ, ένα ποσό διαχειρίσιμο αν υπολογιστεί πως το ύψος της επιδότησης δόσεων που θα λάβουν οι δανειολήπτες για την εξυπηρέτηση των δανείων τους και θα καταλήξει στις τράπεζες, θα ανέλθει φέτος σε 200 εκατ. ευρώ.