Εκτενές άρθρο για την αναθέρμανση των σχέσεων των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου φιλοξενεί στην ηλεκτρονική της έκδοση η οικονομική Handelsblatt. Σύμφωνα με την εφημερίδα, η ένταση με την Τουρκία οδηγεί την Ουάσιγκτον στην ενίσχυση των δεσμών της με την Ελλάδα και την Κύπρο. Για τις δύο τελευταίες χώρες όμως αυτό είναι ριψοκίνδυνο, εκτιμά ο αρθρογράφος. Το δημοσίευμα αναφέρεται εκτενώς στην ένταση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων με αφορμή τους S-400, στις τουρκικές παραβιάσεις και διεκδικήσεις στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο, στην προωθούμενη εμβάθυνση της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας και ΗΠΑ αλλά και στη στήριξη της Ουάσιγκτον στα σχέδια Αθήνας και Λευκωσίας για τον αγωγό EastMed.
Η εφημερίδα σχολιάζει: «Οι σχέσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Αθήνας είναι στο μεταξύ τόσο στενές όσο ήταν τελευταία φορά τη δεκαετία του 1960, πριν το καλοδεχούμενο από τις ΗΠΑ πραξικόπημα των συνταγματαρχών της Αθήνας, που προκάλεσε ένα κύμα αντιαμερικανισμού στην Ελλάδα. Αθήνα και Ουάσιγκτον έρχονται πιο κοντά ειδικά τώρα, υπό τον αριστερό πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος μέχρι πριν από λίγα χρόνια και ως αρχηγός της αντιπολίτευσης εξαπέλυε μύδρους κατά του ‘αμερικανικού ιμπεριαλισμού'. Πρόκειται για άλλο ένα παράδειγμα της εκπληκτικής μετάλλαξης του Τσίπρα από έναν ακροαριστερό αντάρτη σε έναν νηφάλιο πραγματιστή πολιτικό».
Σύμφωνα με την ΗΒ και το ρεπορτάζ της DW, «η ρήξη μεταξύ Άγκυρας και Ουάσιγκτον αυξάνει τη γεωστρατηγική βαρύτητα της Ελλάδας. Αυτό εγκυμονεί όμως και περισσότερους κινδύνους. Σε περίπτωση κλιμάκωσης της έντασης με τις ΗΠΑ για τους S-400, η Τουρκία θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έναν τελείως απρόβλεπτο γείτονα για τους Έλληνες και τους Κύπριους. Ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Ακάρ θέλει να εγκαταστήσει μέρος των S-400 στην Κωνσταντινούπολη. Οι πύραυλοι έχουν βεληνεκές που φτάνει τα 380 χλμ. Με αυτούς η Τουρκία θα μπορούσε να καταρρίψει αεροσκάφη πάνω από τη βόρεια Ελλάδα και το ανατολικό Αιγαίο».