Η ήττα του Ελληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ίσως ωφελήσει την ελληνική οικονομία, υποστηρίζει η Swaha Pattanaik, αρθρογράφος της στήλης Bewakingviews του Reuters.
Οπως αναφέρει, «οι άσχημες επιδόσεις στις ευρωεκλογές της Κυριακής οδήγησαν τον αριστερό ηγέτη σε προκήρυξη πρόωρων εκλογών, που ο ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να χάσει από τη Νέα Δημοκρατία.
Η διατήρηση του υφιστάμενου καθεστώτος για λίγους μήνες δεν θα άλλαζε πολλά στο τελικό αποτέλεσμα, αλλά θα ενίσχυε το ρίσκο περισσότερων λαθών πολιτικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται πίσω από τη ΝΔ στις δημοσκοπήσεις εδώ και λίγο καιρό, ανακοίνωσε μια σειρά μέτρων που σχεδιάστηκαν για να είναι αρεστά στους ψηφοφόρους. Μόνο τον Μάιο, η ελληνική βουλή ενέκρινε μια ακόμη σύνταξη για 2,5 εκατ. συνταξιούχους, μείωση στον ΦΠΑ βασικών ειδών διατροφής καθώς και χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές για ηλεκτρικό ρεύμα και φυσικό αέριο.
Ο Τσίπρας επιμένει ότι η Ελλάδα, που χρειάστηκε τρία πακέτα διάσωσης από το 2015 έως το 2018 για να αποφύγει τη χρεοκοπία, θα εκπληρώσει τη δέσμευση για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022. Οντως, η Αθήνα έχει δημοσιονομικά περιθώρια και ενδέχεται να πετύχει τον στόχο φέτος. Αλλά τα «δώρα» συνοδεύτηκαν και από την ανατροπή κάποιων μεταρρυθμίσεων.
Η κυβέρνηση ακύρωσε τη μεταρρύθμιση του 2019 στο συνταξιοδοτικό ενώ η έκθεση του ΔΝΤ τον Μάρτιο εξέφραζε τον προβληματισμό του Ταμείου για μειωμένη ευελιξία στην αγορά εργασίας και πιέσεις για άνοδο των μισθών. Οπως ανέφερε το ΔΝΤ, η κυβέρνηση ανέτρεψε τις μεταρρυθμίσεις του 2012 στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων και αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά σχεδόν 11%.
Οι πρόωρες κάλπες θα βάλουν ένα τέλος στις παρεκκλίσεις της Αθήνας από τη στενή και ευθεία οδό στην οποία δεσμεύτηκε ότι θα παραμείνει η χώρα. Αυτό καθώς και η φιλική προς τις αγορές ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη εξηγούν γιατί ενισχύθηκαν οι ελληνικές μετοχές και τα ομόλογα, από τη στιγμή που προκηρύχθηκαν πρόωρες εκλογές.
Ωστόσο,ο "μήνας του μέλιτος" του Κυριάκου Μητσοτάκη ίσως αποδειχθεί βραχύβιος, χωρίς δική του υπαιτιότητα. Η ανάπτυξη στην ευρωζώνη επιβραδύνεται και οι εμπορικές εντάσεις είναι κακή είδηση για μια χώρα που θέλει να ενισχύσει τις εξαγωγές της και να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις. Για τους επενδυτές, αυτά είναι προβλήματα με τα οποία θα ασχοληθούν σε μεταγενέστερη φάση...».