Το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις που δυνητικά θα στηρίξουν την ανάπτυξη, αλλά οι αλλαγές στη δημοσιονομική πολιτική παραμένουν μια πρόκληση, σημειώνει σε έκθεσή της για την Ελλάδα η Fitch.
Η ατζέντα της Νέας Δημοκρατίας περιλαμβάνει φοροελαφρύνσεις, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και δέσμευση για μείωση της γραφειοκρατίας -μέτρα που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις επενδύσεις. Αυτό μπορεί να υποστηρίξει περαιτέρω την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, καθώς υπάρχει προοπτική σημαντικής αύξησης των επενδύσεων σε μια σειρά κλάδων.
Ο νέος υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα παρουσιάσει ένα πακέτο μέτρων στη Βουλή στις 23 Ιουλίου, που θα περιλαμβάνει φοροελαφρύνσεις για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, οι οποίες αναμένεται να εφαρμοστούν από τον Ιανουάριο του 2020. Η κυβέρνηση εκτιμά το κόστος στα 5,5 - 6 δισ. ευρώ (3% του ΑΕΠ), με τα ελληνικά ΜΜΕ να αναφέρουν ότι το κόστος θα μπορούσε να μοιραστεί σε τρεις χρήσεις.
Εν τω μεταξύ το πρωτογενές πλεόνασμα 4,4% του 2018, που διαμορφώθηκε σχεδόν μία ποσοστιαία μονάδα πάνω από τον στόχο, έχει δημιουργήσει περιθώρια για δημοσιονομική χαλάρωση, ενώ οι προτεινόμενες φοροελαφρύνσεις θα μπορούσαν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη. Εάν υπάρξουν περισσότερες λεπτομέρειες, ο οίκος θα τις συμπεριλάβει στην επόμενη προγραμματισμένη αναθεώρηση του ελληνικού αξιόχρεου, στις 2 Αυγούστου.
Η νέα κυβέρνηση κληρονομεί την πρόκληση της αλλαγής στο δημοσιονομικό μείγμα, που μέχρι στιγμής βασιζόταν στις αυξήσεις φόρων και στην υποεκτέλεση δημόσιων δαπανών, για να επιτευχθεί η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή στη χώρα. Η αβεβαιότητα για το πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο αυξήθηκε προεκλογικά, όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ανακοίνωσε την άρση του συμφωνημένου μέτρου μείωσης του αφορολόγητου, που αναμενόταν να υλοποιηθεί το 2020. Η αποτυχία διεύρυνσης της φορολογικής βάσης καθιστά δυσκολότερη την αλλαγή στο δημοσιονομικό μείγμα, ταυτόχρονα με την επίτευξη των στόχων για τα πλεονάσματα (στο 3,5% ως το 2022), ιδίως αν μειωθούν και οι φόροι.