Στη διαιτησία, όπως όλα δείχνουν, οδηγούνται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η κοινοπραξία του Nord Stream 2, του αγωγού φυσικού αερίου που προωθούν Ρωσία και Γερμανία, παρά τη διαφωνία Ουάσιγκτον και Βρυξελλών.
Ο Nord Stream 2 αποτελεί την επέκταση, με την τοποθέτηση δεύτερης γραμμής, του υφιστάμενου Nord Stream, του αγωγού αερίου που συνδέει απ’ευθείας τη Ρωσία με τη Γερμανία, μέσω της Βαλτικής Θάλασσας
Η προθεσμία που είχε δώσει ο Nord Stream 2 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την επίλυση της διαφοράς έληξε στις 12 Ιουλίου και το επόμενο βήμα, όπως όλοι εκτιμούν, είναι η προσφυγή σε νομική διαιτησία στο πλαίσιο της Συνθήκης για τη Χάρτα της Ενέργειας, μία διαδικασία που συνεπάγεται σημαντικούς κινδύνους και για τις δύο πλευρές.
Ο αμφιλεγόμενος νέος αγωγός, προϋπολογισμού 11 δισ. Ευρώ, στοχεύει στον διπλασιασμό της απ’ ευθείας μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου προς τη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, τη Γερμανία
Επικεφαλής του πρότζεκτ για τον Nord Stream 2 είναι ο ρωσικός κολοσσός Gazprom, ενώ συμμετέχουν και μεγάλοι δυτικοευρωπαϊκοί ενεργειακοί όμιλοι, όπως η γαλλική Engie, η αυστριακή OMV, η βρετανο-ολλανδική πολυεθνική Shell και οι γερμανικοί Uniper και Wintershall.
Η Γερμανία υποστηρίζει σθεναρά το έργο, ενώ οι κύριοι αρνητές του είναι η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής, οι οποίες παρακάμπτονται στη διαδρομή του ρωσιικού αερίου, όπως και η Ουκρανία.
Όταν κατασκευάστηκε ο πρώτος αγωγός Nord Stream δεν είχαν διατυπωθεί ενστάσεις και αντιρρήσεις. Τα εγκαίνιά του έγιναν πανηγυρικά το 2011.
Οι διαμαρτυρίες ξέσπασαν όταν ανακοινώθηκε το σχέδιο επέκτασης με τον Nord Stream II. Η ένταση κλιμακώθηκε μετά τη ρωσο-ουκρανική κρίση και την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, λαμβάνοντας σοβαρές γεωπολιτικές διαστάσεις, το μέγεθος των οποίων έγινε εμφανές παγκοσμίως όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιτέθηκε δημόσια στη Γερμανία για τον Nord Stream 2, κατά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, τον Ιούλιο του 2018 στις Βρυξέλλες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που έχει πιεστεί από την Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής να αναλάβει νομοθετική πρωτοβουλία για το Nord Stream 2, υπέβαλε τον Νοέμβριο του 2017.μια τροποποίηση στην οδηγία της ΕΕ για το φυσικό αέριο
Ενώ οι τροποποιήσεις - που αφορούν την πρόσβαση τρίτων, τη ρύθμιση των τιμολογίων, τον διαχωρισμό ιδιοκτησίας και τη διαφάνεια - δεν στρέφονται επισήμως κατά ενός συγκεκριμένου έργου, έχουν προφανώς σχεδιαστεί για να σταματήσουν την κατασκευή του Nord Stream 2, αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμα το Euractiv, επικαλούμενο νομικούς κύκλους.
Οι ίδιοι νομικοί υποστήριξαν πρόσφατα ότι η τροπολογία της οδηγίας έχει καταρτιστεί κατά τρόπον ώστε όλοι οι υπάρχοντες αγωγοί να μπορούν να τύχουν παρέκκλισης από τους κανόνες της ΕΕ για την αγορά φυσικού αερίου βάσει της αναθεωρημένης οδηγίας για το φυσικό αέριο, εκτός του Nord Stream 2. Η παρέκκλιση είναι πράγματι διαθέσιμη για αγωγούς που έχουν ολοκληρωθεί πριν την " ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας ", η οποία είναι η 23η Μαΐου 2019.
Κατά την άποψή τους, η διακριτική μεταχείριση της Nord Stream 2 οφείλεται στο γεγονός ότι είναι ο μόνος αγωγός εισαγωγής αερίου που δεν μπορεί να επωφεληθεί από την παρέκκλιση, επειδή η τελική απόφαση επένδυσης ελήφθη πριν από την ημερομηνία αυτή, πρότιι είχε δεσμευτεί σημαντικό κεφάλαιο για το έργο.
Τα συμφέροντα των δυτικών επενδυτών που διακυβεύονται
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημιούργησε μια "νομοθεσία που εισάγει διακρίσεις", η οποία επηρεάζει όχι μόνο τα συμφέροντα της Nord Stream 2 και της μετοχής της Gazprom αλλά και τα σχέδια των πέντε δυτικοευρωπαϊκών ομίλων που συμμετέχουν στο πρότζεκτ, δήλωσε στο Euractiv ο κ. Sebastian Sass, ο επικεφαλής του λόμπυ υπέρ του Nord Stream 2 στα θεσμικά όργανα της ΕΕ . Τόνισε ότι υπονομεύεται η ευρύτερη εμπιστοσύνη οποιουδήποτε επενδυτή στην εσωτερική αγορά ενέργειας, "Αυτό οδηγεί σε σημαντικούς νομικούς κινδύνους για την ΕΕ στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένων πιθανών αιτήσεων αποζημίωσης στο πλαίσιο της Συνθήκης Χάρτας για την Ενέργεια", πρόσθεσε.
Η Συνθήκη για την Χάρτα της Ενέργειας (ECT) είχε αρχικά ως στόχο την ενσωμάτωση του τομέα της Ενέργειας χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και της Ανατολικής Ευρώπης στην ευρύτερη ευρωπαϊκή και παγκόσμια αγορά, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Οι διακανονισμοί διαφορών βάσει της συνθήκης για την Χάρτα της Ενέργειας μερικές φορές φθάνουν σε ποσά της τάξης των δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2014, στην υπόθεση της ρωσικής πετρελαϊκής Yukos επιδικάστηκε υπέρ των εναγόντων ποσό ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ η Ρωσία, που ήταν διάδικος, αποφάσισε να αποχωρήσει από τον Χάρτη Ενέργειας.