Η πολιτική συζήτηση συχνά διατυπώνεται με όρους αρχών. Όμως το ισχυρότερο επιχείρημα για να μην πάνε οι ΗΠΑ σε τεχνολογικό πόλεμο κατά της Κίνας, δεν έχει να κάνει με το αν κάτι τέτοιο είναι σωστό ή λάθος, αλλά με το ότι οι ΗΠΑ μπορεί κάλλιστα να τον χάσουν.
Η Ουάσινγκτον, βεβαίως, έχει λόγους να αισθάνεται προσβεβλημένη. Έχει υπογράψει αρκετές διμερείς συμφωνίες με το Πεκίνο από τις αρχές του 1990 για να προστατεύσει την αμερικανική πνευματική ιδιοκτησία στην Κίνα, όμως κάθε μία από αυτές παραβιάστηκε με εντυπωσιακό τρόπο από κινεζικούς παράγοντες.
Για δεκαετίες, τα κινεζικά εμπορικά κέντρα έκαναν «χρυσές» πωλήσεις με «μαϊμού» παπούτσια Nike, iPhone της Apple και άλλα κλεμμένα αμερικανικά brands, ενώ γίνονταν κλοπές και εμπορικών μυστικών. Η Επιτροπή για την Κλοπή Αμερικανικής Πνευματικής Ιδιοκτησίας εκτιμά πως μόνο το 2015 οι απώλειες των ΗΠΑ ανέρχονταν σε 540 δισ. δολάρια –περισσότερο από ολόκληρο το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα.
Όμως, η δίκαιη αγανάκτηση, από μόνη της, δεν αποτελεί μια στρατηγική που κερδίζει. Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ καυχήθηκε αυτόν τον μήνα πως «όσο περισσότερο συνεχίζεται ο εμπορικός πόλεμος, τόσο πιο αδύναμη γίνεται η Κίνα και τόσο πιο ισχυροί γινόμαστε εμείς». Όμως άλλοι βλέπουν να εξελίσσεται η αντίθετη δυναμική: αυξανόμενες απώλειες για κορυφαίες αμερικανικές εταιρείες, καθώς οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας αποσυνδέονται για πρώτη φορά μετά από σχεδόν 40 χρόνια συνεργασίας.
Οι τεχνολογικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ στην Κίνα –περιορισμούς στις αμερικανικές εξαγωγές προς περισσότερες από 140 κινεζικές εταιρείες που βρίσκονται στην «λίστα οντοτήτων» της Ουάσινγκτον – αιτιολογήθηκαν ως τιμωρία για αδικοπραξίες. Το Πεκίνο τις θεωρεί ως επιθετικότητα που «γεννήθηκε» από τον φόβο ότι η Κίνα θα γίνει ο τεχνολογικός ηγέτης του κόσμου.
Μια πατριωτική βίαιη αντίδραση στην Κίνα έχει ήδη αρχίσει. Η Cisco, η αμερικανική εταιρεία κατασκευής εξοπλισμού δικτύων, έχει σημάνει συναγερμό. Ο διευθύνων σύμβουλος Τσακ Ρόμπινς δήλωσε αυτόν τον μήνα πως κινεζικές κρατικές εταιρείες κλείνουν τις πόρτες τους στα μούτρα της Cisco. «Είμαστε απρόσκλητοι στις δημοπρασίες», είπε. «Δεν μας επιτρέπουν καν να συμμετέχουμε πλέον».
Η Qualcomm, η αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ που βγάζει το 65% των εσόδων της από την Κίνα, αντιμετωπίζει παρόμοιους αντίθετους ανέμους. Η εταιρεία προειδοποίησε αυτόν τον μήνα πως τα έσοδα στο οικονομικό έτος 2019 θα μειωθούν σε χαμηλό επτά ετών, κυρίως λόγω της φθίνουσας κινεζικής ζήτησης. Οι ανταγωνίστριες αμερικανικές εταιρείες τσιπ Micron, Qorvo και Broadcom επίσης βγάζουν περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων εσόδων τους από την Κίνα.
«Γνωρίζουμε πως η αμερικανική τεχνολογία είναι συχνά η καλύτερη και πραγματικά θέλουμε να τη χρησιμοποιούμε», δήλωσε κατ’ ιδίαν ανώτατο στέλεχος κινεζικής τεχνολογικής εταιρείας. «Όταν όμως η προμήθεια από τις ΗΠΑ είναι τόσο αναξιόπιστη και τόσο πολιτικοποιημένη, αναγκαζόμαστε να βρούμε εναλλακτικές».
Το αίσθημα αυτό ενισχύεται από τους κινέζους καταναλωτές. Η Huawei, η μεγαλύτερη εταιρεία εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών του κόσμου, έχει δει τις πωλήσεις smartphones της να εκτινάσσονται στο εσωτερικό, μετά την απόφαση της Ουάσινγκτον να βάλει την εταιρεία στη «μαύρη λίστα» τον Μάιο. Εν τω μεταξύ, οι πωλήσεις των iPhone της Apple στην Κίνα έχουν κάνει «βουτιά».
Από την άποψη των Κινέζων, η αμερικανική προσέγγιση μοιάζει το τέχνασμα του αυτοτραυματισμού προκειμένου να ξεγελάσεις τον αντίπαλο και να αποκτήσεις πλεονέκτημα, καθώς θα σε θεωρεί πιο αδύναμο. Στην κινεζική λαϊκή παράδοση, ένα τέτοιο απεγνωσμένο τέχνασμα είναι αποτελεσματικό μόνο αν καταφέρει στο τέλος να επιφέρεις μεγαλύτερο τραύμα στον αντίπαλό σου.
Μέχρι στιγμής η Κίνα απορροφά τις πιέσεις. Τα επίσημα στοιχεία της δείχνουν πως το εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ έχει εκτιναχθεί φέτος, παρά την επιβολή εμπορικών δασμών στη λογική «οφθαλμός αντί οφθαλμού». Ορισμένες αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες, περιλαμβανομένων των HP, Dell, Microsoft, Amazon και Apple, εξετάζουν το ενδεχόμενο να μεταφέρουν μέρος της παραγωγής τους από την Κίνα. Όμως, ούτε αυτό, ούτε η ένταξη σε αμερικανικές μαύρες λίστες δεν έχει καταφέρει να φρενάρει την τεχνολογική εξέλιξη της Κίνας.
Πράγματι, σε ορισμένους τομείς-κλειδιά, οι κινεζικές εταιρείες βρίσκονται ήδη μπροστά. Οι σιδηροτροχιές υψηλής ταχύτητας, οι γραμμές μεταφοράς υψηλής τάσης, οι ΑΠΕ, τα οχήματα που κινούνται με νέες μορφές ενέργειας, οι ψηφιακές πληρωμές και οι τηλεπικοινωνίες 5G είναι κάποιοι μόνο από τους τομείς στους οποίους θεωρείται ευρύτερα πως οι κινεζικές εταιρείες ηγούνται έναντι των αντίστοιχων αμερικανικών εταιρειών.
Οι γνώμες διίστανται ως προς το αν οι ΗΠΑ ή η Κίνα έχει την πιο ζωηρή κουλτούρα start-up. Μελέτη που διεξήγαγαν κινεζικοί θεσμοί το 2017 βρήκαν πως η χώρα είχε 164 «μονόκερους» -δηλαδή start-ups αξίας άνω του 1 δισ. δολαρίων- έναντι 132 στις ΗΠΑ. Όμως η Credit Suisse τον Μάρτιο σε έκθεσή της ανέφερε πως οι ΗΠΑ είχαν 156 «μονόκερους» έναντι 93 της Κίνας –και πως οι κινεζικοί ήταν χαμηλότερης ποιότητας.
Σχεδόν όλες οι πηγές συμφωνούν πως η Κίνα καλύπτει γρήγορα το χαμένο έδαφος –ακόμα και σε θεμελιώδεις κλάδους όπως είναι η τεχνητή νοημοσύνη. «Παρά την τολμηρή πρωτοβουλία της Κίνας στην ΑΙ, οι ΗΠΑ ηγούνται σε απόλυτους όρους», δήλωσε αυτήν την εβδομάδα το Information Technology and Innovation Foundation. «Αυτή η τάξη θα μπορούσε να αλλάξει τα επόμενα χρόνια καθώς η Κίνα φαίνεται να σημειώνει πιο γρήγορη πρόοδο απ’ ότι οι ΗΠΑ ή η Ευρωπαϊκή Ένωση», πρόσθεσε.
Με το διακύβευμα να είναι η κυριαρχία, καμία πλευρά δεν φαίνεται έτοιμη να κάνει έστω και μισό βήμα πίσω. Ο Dan Wang, αναλυτής της ερευνητικής εταιρείας Gavekal, ανέφερε πως είναι πιθανό να μπουν στη «μαύρη λίστα» των ΗΠΑ περισσότερες κινεζικές εταιρείες. Στα περαιτέρω μέτρα θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται περιορισμοί στην εξαγωγή ευρύτερων κατηγοριών τεχνολογιών κατασκευασμένων στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τον ίδιο.
Τους κινδύνους κλιμάκωσης έδειξαν τα θυμωμένα σχόλια του κ. Τραμπ αυτήν την εβδομάδα. «Κάποιος έπρεπε να τα βάλει με την Κίνα», είπε. «Καιρός ήταν, είτε αυτό θα είναι καλό για τη χώρα μας ή κακό για τη χώρα μας βραχυπρόθεσμα».
Το πρόβλημα για την Ουάσινγκτον είναι πως τέτοια μέτρα μπορεί πράγματι να είναι άσχημα για την Αμερική –βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα. Οι αμερικανικές εταιρείες και οι εταίροι τους που λειτουργούν στην Κίνα πωλούν εννέα φορές περισσότερα απ’ ότι πωλούν οι κινεζικές αντίστοιχες εταιρείες στις ΗΠΑ, σύμφωνα με την Gavekal.
Καθώς θα αποσυνδέονται οι υπερδυνάμεις, οι ΗΠΑ έχουν περισσότερα να χάσουν.