Με ιδιαίτερη νευρικότητα αντέδρασαν οι αγορές στο αίτημα της κυβέρνησης της Αργεντινής να υπάρξει αναδιάταξη της οφειλής της προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Στο κλείσιμο του χρηματιστηρίου του Μπουένος Άιρες ο δείκτης Merval κατέγραψε πτώση 5,79%, στις 23.984,23. Οι τίτλοι αργεντίνικων εταιρειών που είναι εισηγμένες στη Νέα Υόρκη και στην Ευρώπη υπέστησαν επίσης απώλειες, σύμφωνα με εξειδικευμένους ιστοτόπους.
Η επέμβαση της κεντρικής τράπεζας, που διέθεσε 200 εκατομμύρια δολάρια στην αγορά συναλλάγματος, επέτρεψε πάντως να περιοριστεί η πτώση του πέσο, του νομίσματος της Αργεντινής. Μετά την υποχώρησή του κατά 3,5% κατά την έναρξη των συναλλαγών, η πτώση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του πέσο μετριάστηκε. Στο τέλος της συνεδρίασης έχασε 0,61%, με την ισοτιμία του έναντι του αμερικάνικου δολαρίου να διαμορφώνεται στο επίπεδο 60,54:1.
Ο κεντροδεξιός πρόεδρος Μαουρίσιο Μάκρι κάλεσε τους επενδυτές να δείξουν ψυχραιμία και διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του θα συμβάλλει να κατευναστούν "ο φόβος και η σύγχυση".
Η κυβέρνηση, πέραν της αναδιάταξης του χρέους προς το ΔΝΤ (57 δισεκ. δολάρια, η αποπληρωμή του τυπικά θα αρχίσει το 2021) υπέβαλε στο Κογκρέσο σχέδιο νόμου για την εθελοντική αναχρηματοδότηση του χρέους προς τον ιδιωτικό τομέα με την παραίτηση των ωριμάνσεών του "χωρίς απώλεια κεφαλαίου ή τόκων", σύμφωνα με τον Λακούνσα.
Η οικονομία της Αργεντινής πλήττεται από το υψηλό δημόσιο χρέος (σχεδόν 100% του ΑΕΠ), τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος συγκαταλέγεται στους υψηλότερους στον κόσμο (25,1% την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου, ήταν 54,4% το δωδεκάμηνο), την κατάρρευση της κατανάλωσης, το κλείσιμο επιχειρήσεων και την εξάπλωση της φτώχειας (στο 32% του πληθυσμού το 2018) και της ανεργίας (10,1%).