Ο Ματέο Σαλβίνι και ο Μπόρις Τζόνσον έχουν τουλάχιστον ένα κοινό σημείο. Αμφότεροι έκριναν λάθος την ικανότητά τους να προκαλέσουν εκλογές. Υπάρχει όμως και ένα επιπλέον μάθημα στην ξαφνική πτώση του κου Σαλβίνι: μια τακτικίστικη αποχώρηση από την κυβέρνηση μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ.
Ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης του λαϊκιστικού κόμματος της Ιταλίας «Λίγκα», αποχώρησε από τη συμμαχία με το Κίνημα Πέντε Αστέρων σε λάθος στιγμή. Δυο μήνες νωρίτερα ίσως μπορούσε να προκαλέσει εκλογές. Αποφασίζοντας, όμως, να εγκαταλείψει το σκάφος τον Αύγουστο έδωσε στο Κίνημα Πέντε Αστέρων, τον κυβερνητικό εταίρο, την τέλεια δικαιολογία να συνασπιστεί με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα, καθώς το εκλογικό καλεντάρι θα έκανε αδύνατη την ψήφιση του προϋπολογισμού του 2020. Η αδυναμία ψήφισης του προϋπολογισμού θα είχε πυροδοτήσει μια υποχρεωτική και επιζήμια αύξηση του ΦΠΑ.
Η Ιταλία, όπως πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχει κοινοβούλια με ορισμένη χρονική διάρκεια, όπως και η Μεγάλη Βρετανία, από το 2011. Όπως είδαμε δεν είναι πλέον δυνατό ένας πρωθυπουργός να προκηρύξει εκλογές χωρίς την συγκατάθεση της Βουλής των Κοινοτήτων. Ετσι, παρότι Μεγάλη Βρετανία και Ιταλία έχουν πολύ διαφορετικά πολιτικά συστήματα, οι κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες μπορούν να αξιώσουν οι ίδιες διαπραγματεύσεις και να σχηματίσουν εναλλακτικές κυβερνήσεις.
Υπάρχει ένας ακόμα συσχετισμός. Ενας λόγος που τα Πέντε Αστέρια και οι Εργατικοί ήταν διστακτικοί στο να στηρίξουν τις εκλογές ήταν ο φόβος της ήττας.Η Λίγκα του Μ. Σαλβίνι έλαβε το 36% των ψήφων στις ευρωεκλογές του Μαίου. Μαζί με ένα μικρό δεξιό κόμμα θα μπορούσε να έχει φτάσει το επίπεδο που απαιτείται για να ανέλθει στην εξουσία, αν το αποτέλεσμα επαναλαμβάνονταν σε εθνικές εκλογές.
Μετά την αποχώρηση από την κυβέρνηση η δημοτικότητα του Μ. Σαλβίνι έχει υποχωρήσει. Τα Πέντε Αστέρια και το Δημοκρατικό Κόμμα από κοινού είναι σε ευνοϊκή θέση, με τον αυτοκαταστροφικό Μ. Σαλβίνι στα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Δεν περιμένω να προκύψει κάτι καλό από την νέα ιταλική κυβέρνηση. Κανένα από τα κόμματα δεν έχει μια στρατηγική για το πώς θα αντιμετωπίσει την επερχόμενη ύφεση. Ο συνασπισμός όμως μπορεί να αποδειχθεί ισχυρός για όλους τους λάθος λόγους. Δεν θα απέκλεια ότι θα αντέξει μέχρι το 2023, οπότε είναι προγραμματισμένες οι επόμενες εκλογές.
Μπορεί να συμβεί κάτι ανάλογο στην Μεγάλη Βρετανία; Φυσικά και μπορεί. Αν ο Μπόρις Τζόνσον παραιτηθεί από πρωθυπουργός για να αποφύγει το να πρέπει να γράψει μια επιστολή παράτασης του Brexit, μια κυβέρνηση εθνικής ενότηταςμπορεί να σχηματιστεί, υποστηριγμένη από τους Εργατικούς, τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, το SNP και ανεξάρτητους βουλευτές.
Η αρχική εντολή θα είναι να ζητήσει παράταση και μετά να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Φυσικά οι συμμετέχοντες ίσως αλλάξουν γνώμη όταν συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από μια ψηφοφορία. Ετσι, αυτό που θα ξεκινήσει ως προσωρινή κυβέρνηση μπορεί να μείνει στην εξουσία έως το 2022, οπότε είναι προγραμματισμένες οι επόμενες εκλογές. Μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορούσε ταυτόχρονα να καταστρέψει τις πολιτικές καριέρες του Μπόρις Τζόνσον και του Τζέρεμι Κόρμπιν. Και μπορεί να σταματήσει το Brexit. Ως τέτοια είναι ελκυστική στους «remainers». Αυτό είναι ένα σχέδιο μηδενισμού του χρονομέτρου.
Ο Μ. Σαλβίνι υποτίμησε τους αντιπάλους του. Ο Μπ. Τζόνσον θα κάνει το ίδιο λάθος αν πιστέψει ότι μπορεί να επανέλθει γρήγορα μετά την παραίτηση. Μπορεί να ανακαλύψει ότι ακόμα και αν ανεβαίνει η δημοτικότητά του, το κοινοβούλιο συνεχίζει να του αρνείται τις εκλογές που θα κερδίσει.
Για να καταλάβετε πιο ξεκάθαρα την σημασία που έχει για τον Μπ. Τζόνσον να συνεχίσει να κυβερνά, σκεφτείτε το πώς δείχνει η υφιστάμενη κατάσταση από την πλευρά του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του οποίου μέλη είναι πρωθυπουργοί και πρόεδροι. Αυτό το σώμα δεν παίρνει εντολές από κοινοβούλια, ούτε από δικαστές σε εθνικά δικαστήρια. Αν ο Μπ. Τζόνσον γράψει ένα γράμμα ζητώντας παράταση του Brexit οι άλλοι ηγέτες σίγουρα θα τον ρωτήσουν, σε μια κλειστή συνεδρίαση, αν πραγματικά το εννοεί. Μπορεί να δράσουν ενάντια στις ανεπίσημες παραινέσεις του, αλλά δεν θα στοιχημάτιζα σε αυτό. Κάποιοι έχουν τη δική τους ατζέντα.
Ο νόμος που ψηφίστηκε στη Βουλή για να αναγκάσει τον Μπ. Τζόνσον να ζητήσει παράταση είναι καλά σχεδιασμένη αλλά όχι αδιαμφισβήτητη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα μπορούσε να πει, για παράδειγμα, ότι θα δώσει παράταση στο Brexit πέραν της 31ης Οκτωβρίου, αλλά μόνο αν στη Μεγάλη Βρετανία διεξαχθούν εκλογές ή δημοψήφισμα. Αυτή δεν θα είναι παράλογη αντίδραση. Τι γίνεται τότε;
Αυτός είναι ο λόγος που πιστεύω ότι οι «remainers» έκαναν λάθος διαλέγοντας τον κοινοβουλευτικό δρόμο αντί να προσπαθήσουν να στραφούν κατά του ίδιου του Μπόρις Τζόνσον αντικαθιστώντας στην θέση του πρωθυπουργού. Πολλοί βρετανοί πολιτικοί, δημοσιογράφοι, ακόμα και δικηγόροι δεν έχουν διαβάσει ή αναλογιστεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβώνας. Ο ευρωπαϊκός νόμος επιτρέπει μονομερή ανάκληση του άρθρου 50. Δεν επιτρέπει, όμως, στη Μεγάλη Βρετανία να βγάλει από το τραπέζι την έξοδο άνευ συμφωνίας χωρίς να επιλέξει μια εναλλακτική. Οι παρατάσεις είναι πιθανές, εξαρτώνται, όμως, από άλλους.
Το καλύτερο στο οποίο μπορούν να ελπίζουν τώρα οι «remainers» είναι να πάρουν την εκτελεστική εξουσία. Ο μόνος τρόπος τελικά να ματαιωθεί το Brexit είναι μέσω μιας κυβέρνησης που πιστεύει σε αυτή την πορεία.
Δεν υπάρχει άλλος.