Τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στα οποία έχει δεσμευτεί η Ελλάδα αποτελούν δικλείδα ασφαλείας για την οικονομία και το χρέος, επανέλαβε ο Mario Draghi, ο διοικητής της ΕΚΤ στον Κυριάκο Μητσοτάκη, πρωθυπουργό της Ελλάδας, στη σημερινή 2 Οκτωβρίου 2019 συνάντησή τους στο Μέγαρο Μαξίμου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Draghi τόνισε ότι η ύπαρξη των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων μπορεί να αποτελεί μια σημαντική υποχρέωση της Ελλάδας προς τους δανειστές, ωστόσο ωφελείται ταυτόχρονα καθώς η ύπαρξή τους διασφαλίζει τη σταθερότητα της οικονομίας.
Για την ποσοτική χαλάρωση και την πιθανή ένταξη της Ελλάδας σε αυτό το πρόγραμμα τόνισε ότι βασική προϋπόθεση είναι η Ελλάδα να έχει αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης δηλαδή ΒΒΒ- και υψηλότερα, και μόνο όταν αυτό συμβεί θα αξιολογήσει όλες τις παραμέτρους η ΕΚΤ για να εντάξει το ελληνικό χρέος στο QE.
Ο Draghi ανέφερε για μια ακόμη φορά ότι η Ελλάδα μόνο με επιμονή στις μεταρρυθμίσεις θα μπορέσει ανα ανακτήσει την ανταγωνιστικότητα της και να επιτύχει υψηλούς ρυθμού ανάπτυξης.
Ο κ. Μητσοτάκης από την πλευρά του ανέφερε ότι η Ελλάδα θα παραμείνει σταθερά προσηλωμένη στις μεταρρυθμίσεις και ότι ο στόχος για υψηλό ρυθμό ανάπτυξης μπορεί να επιτευχθεί.
Ταυτόχρονα τόνισε ότι η ελληνική οικονομία δεν επιφυλάξει εκπλήξεις στο μέλλον.
Παράλληλα ο πρωθυπουργός παρουσίασε στον Mario Draghi, το οικονομικό του πρόγραμμα και κυρίως τη στρατηγική του προκειμένου να διατηρηθεί σε υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και επεσήμανε τις μεταρρυθμίσεις που θέλει να προωθήσει προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός επενδυτικός προορισμός, κάτι στο οποίο ποντάρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη για να δημιουργηθούν νέες και ποιοτικές θέσεις εργασίας.
Σε κάθε περίπτωση μεγάλο μέρος της συζήτησης αναλώθηκε στο μείζον ζήτημα των «κόκκινων δανείων» και στην πρόταση (σχέδιο «Ηρακλής») που έχει διατυπώσει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς η κυβέρνηση.
Σημειώνεται πως στην χθεσινή του ομιλία ο Mario Draghi, ο οποίος θα αποχωρήσει από τη διοίκηση της ΕΚΤ στα τέλη Οκτωβρίου (θα τον διαδεχθεί η Christine Lagarde), υπογράμμισε την ανάγκη να υπάρξουν οι κατάλληλες πολιτικές, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να επιτευχθεί η πραγματική σύγκλιση της Ελλάδας με τις υπόλοιπες αναπτυγμένες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Υπεραμύνθηκε για μια ακόμη φορά, της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων και ποσοτικής χαλάρωσης που υιοθέτησε η ΕΚΤ επί ημερών του, υποστηρίζοντας ότι «θα πρέπει να εφαρμόζονται για μεγάλο χρονικό διάστημα» και υποστήριξε ότι « πολλές χώρες και κυρίως η Ελλάδα, έχουν καταβάλει αξιοσημείωτες προσπάθειες για να ευημερήσουν ως μέλη της νομισματικής ένωσης».