Η οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνθηκε το πρώτο εξάμηνο του έτους, όμως αναμένεται να παραμείνει ανθεκτική, παρά τους αντίθετους ανέμους του ισχνότερου εξωτερικού περιβάλλοντος, σημειώνει στην έκθεσή της η Κομισιόν.
Η συνεχιζόμενη ανάκαμψη πιθανότατα θα στηριχθεί από τα κέρδη στα μερίδια των εξαγωγικών αγορών και από τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής, που στόχο έχουν να τονώσουν τις επενδύσεις και να μειώσουν τα κόστη εργασίας. Το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να καταγράψει πλεόνασμα το 2019 για τέταρτη συνεχόμενη χρονιά, κάτι που θα διευκολύνει μια ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους. Η Ελλάδα, τονίζει η Κομισιόν, προβλέπεται να επιτύχει τους συμφωνημένους δημοσιονομικούς της στόχους, βελτιώνοντας ταυτόχρονα την ποιότητα των δημόσιων οικονομικών της.
Όπως επισημαίνει η Κομισιόν στην έκθεσή της, η οικονομική ανάπτυξη συνεχίζεται, αλλά με ελαφρώς βραδύτερο ρυθμό. Ο ρυθμός ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ μειώθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2019 στο 1,5% (σε ετήσια βάση). Η άτονη επίδοση σε επίπεδο ανάπτυξης το α' τρίμηνο (1,1% σε ετήσια βάση) οφείλεται σε μια μείωση των καθαρών εξαγωγών καθώς και σε μείωση της κρατικής κατανάλωσης. Αυτά αντισταθμίστηκαν εν μέρει το β' τρίμηνο (1,9%), ωστόσο ο ρυθμός ανάπτυξης σε σταθερές τιμές παρέμεινε χαμηλότερος από τον μέσο όρο του 2018.
Παρά τα υψηλότερα διαθέσιμα εισοδήματα μέσω της βελτίωσης των συνθηκών στην αγορά εργασίας, η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε κατά -0,1% (σε ετήσια βάση) το α' εξάμηνο του 2019. Λόγω των ισχυρών βελτιώσεων στην επιχειρηματική και καταναλωτική εμπιστοσύνη κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η κατανάλωση αναμένεται αυξημένη το β' εξάμηνο του 2019.
Κατά την Κομισιόν, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες θα έχουν θετική επίπτωση στην ανάπτυξη, εν μέσω εξωτερικών αντίθετων ανέμων. Όπως επισημαίνει, η υποτονική προοπτική για την οικονομία της ευρωζώνης αναμένεται να περιορίσει την ανάπτυξη των εξαγωγών, αν και αυτή η επίπτωση πιθανότατα θα ανακοπεί κάπως από τις αυξήσεις των μεριδίων αγορών των ελληνικών εξαγωγών.
Επιπλέον, η μεταβολή στη σύνθεση των φορολογικών εσόδων προς λιγότερο στρεβλωτικούς φόρους, που συνοδεύονται από μέτρα κοινωνικής πολιτικής, αναμένεται να στηρίξει την ανάπτυξη των επενδύσεων και της απασχόλησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάπτυξη του ΑΕΠ προβλέπεται πως θα ενισχυθεί στο 2,3% το 2020, για να υποχωρήσει στο 2,0% το 2021.
Ο ρυθμός ανάπτυξης της απασχόλησης αναμένεται να παραμείνει πάνω από το 2% το 2019 και το 2020 και να επιβραδυνθεί κάπως στη συνέχεια, φέρνοντας το ποσοστό της ανεργίας στο 14% το 2021. Ο πληθωρισμός αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 0,5% για το 2019 λόγω της επίπτωσης της μείωσης του ΦΠΑ το β’ τρίμηνο καθώς και της χαμηλότερης του αναμενόμενου αύξησης των τιμών του πετρελαίου. Το 2020 και 2021 ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί στο 0,6% και 0,9% αντίστοιχα, ευθυγραμμιζόμενος με τη συνεχιζόμενη ανάκαμψη και τις πληθωριστικές πιέσεις από τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις.
Τα πτωτικά ρίσκα ως προς τις προβλέψεις, σημειώνει η Κομισιόν, πηγάζουν από μια επιβράδυνση στην εξωτερική ζήτηση, καθώς και από μια επίμονη υποεκτέλεση του προϋπολογισμού των δημοσίων επενδύσεων. Τα ανοδικά ρίσκα σχετίζονται με μια αξιοσημείωτη βελτίωση στο επιχειρηματικό και καταναλωτικό κλίμα, που ακόμα δεν έχει «μεταφραστεί» σε σημαντικές αυξήσεις στις δαπάνες. Η βελτιωμένη πρόσβαση στη χρηματοδότηση και στον τραπεζικό δανεισμό θα δώσουν περαιτέρω ώθηση στην ανάπτυξη.
Οι αριθμοί
Στα δημοσιονομικά, η Κομισιόν προβλέπει πλεόνασμα 1,3% του ΑΕΠ για το 2019, για τέταρτη σερί χρονιά. Η πρόβλεψη στηρίζεται στην εικόνα των εσόδων χάρη στη βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος και στη μείωση των δαπανών μέσω της «οροφής», η οποία βοήθησε να ληφθούν μόνιμα μέτρα αξίας 0,7% του ΑΕΠ την άνοιξη του 2019. Το πρωτογενές αποτέλεσμα όπως παρακολουθείται με τους όρους του προγράμματος εκτιμάται στο 3,8% το ΑΕΠ για το 2019. Η πρόβλεψη αυτή υποθέτει ότι το ποσό που θα διατεθεί για τη ΔEH θα καλυφθεί από το αποθεματικό και ότι δεν θα υπάρξει επιπρόσθετο πακέτο παροχών.
Η πρόβλεψη για το 2020 λαμβάνει υπόψη τις προβλεπόμενες μειώσεις σε φόρους και περιορισμένη αύξηση σε κοινωνικά επιδόματα προς οικογένειες. Το πακέτο (αξίας 0,6% του ΑΕΠ) περιλαμβάνει μείωση κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες στον φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων, μεταρρύθμιση στη φορολόγηση του εισοδήματος φυσικών προσώπων που περιλαμβάνει την εισαγωγή φορολογικού συντελεστή 9% για τα χαμηλά εισοδήματα και μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης.
Το πακέτο συνοδεύεται από μέτρα που εξασφαλίζουν ότι είναι δημοσιονομικά ουδέτερο, στηρίζοντας την υψηλότερη εισροή έμμεσων φόρων (σ.σ. ηλεκτρονικές αποδείξεις) και αναθεωρήσεις στις οροφές δαπανών. Συνολικά η Ελλάδα αναμένεται να πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους το 2020 και το 2021.