Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2,1% το 2020 (έναντι 2,8% του ΑΕΠ που υπολογίζει η κυβέρνηση), έναντι 1,8% το 2019, και επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το επόμενο έτος προβλέπει ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) στην εξαμηνιαία έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Σημειώνει ακόμη ότι η σχεδιαζόμενη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική μπορεί να δώσει μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία απ' ό,τι προβλέπει.
Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η αύξηση της απασχόλησης και των πραγματικών μισθών θα στηρίξει την κατανάλωση και η βελτίωση των χρηματοδοτικών συνθηκών και της εμπιστοσύνης θα ενισχύσει τις επιχειρηματικές επενδύσεις, ενώ η υποτονική ζήτηση στο εξωτερικό θα περιορίσει κάπως τον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών. «Παρά την υιοθέτηση επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων στα μέσα του 2019, το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα θα παραμείνει υψηλό, στο 3,8% του ΑΕΠ το 2019. Ο προϋπολογισμός του 2020 -που περιλαμβάνει μεγάλες φορολογικές μειώσεις μαζί με μέτρα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και, σε μικρότερο βαθμό, για τον εξορθολογισμό των δαπανών- θα στηρίξει την ανάπτυξη και θα περιορίσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ», αναφέρεται στην έκθεση. «Φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες για τη διαρκή αύξηση της απασχόλησης, ιδιαίτερα των γυναικών και των νέων, καθώς και για την αύξηση των επενδύσεων και την επιτάχυνση της παραγωγικότητας», προσθέτει.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η οικονομική ανάπτυξη συνεχίζεται με μοχλό τις εξαγωγές, οι οποίες ενισχύονται από τις τουριστικές εισπράξεις, ενώ η αύξηση της ανταγωνιστικότητας όσον αφορά τις τιμές στηρίζει τις εξαγωγές αγαθών, παρά την υποτονική ζήτηση στο εξωτερικό. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών εκτιμάται ότι θα αυξηθούν 3,9% φέτος και 3,6% το 2020. Σημειώνει, επίσης, ο ΟΟΣΑ ότι η αύξηση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης, η βελτίωση των χρηματοδοτικών συνθηκών και τα χαμηλά επιτόκια χορηγήσεων-ρεκόρ στηρίζουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις, οι οποίες εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 7,3% φέτος και 10,3% το 2020.
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να δημιουργεί θέσεις εργασίας, χάρη στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στο παρελθόν και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας όσον αφορά τις τιμές, με το ποσοστό απασχόλησης να έχει αυξηθεί πάνω από το 57% -που είναι το υψηλότερο από το 2010- και το ποσοστό της ανεργίας να έχει υποχωρήσει κάτω από το 17%. Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί στο 16,3% το 2020 και περαιτέρω στο 14,8% το 2021. «Η αύξηση της απασχόλησης τονώνει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, αλλά η αναπλήρωση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων και η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας κρατούν σε χαμηλά επίπεδα τις αυξήσεις των μισθών και τον πληθωρισμό».
Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές είναι κρίσιμης σημασίας για τη μείωση του δημόσιου χρέους, το οποίο προβλέπει να υποχωρεί φέτος στο 176,9% του ΑΕΠ και περαιτέρω το 2020, στο 171,4%. Εκτιμά ακόμη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 3,5% για τη διετία 2020-21. Το κόστος δανεισμού, σημειώνει, θα συνεχίσει να μειώνεται, με συνέπεια ένα γενικό πλεόνασμα του προϋπολογισμού ύψους 1% του ΑΕΠ το 2020-21. Η έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του σχεδίου «Ηρακλής» αναμένεται να επιταχύνει τη μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζών, η οποία είναι απαραίτητη για την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού και των επενδύσεων, προσθέτει.
Όσον αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι θα σταθεροποιηθεί περί το 2% το 2020-21, τονίζοντας ότι η σχεδιαζόμενη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική μπορεί να δώσει μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία από ό,τι προβλέπει. Επισημαίνει, επίσης, ότι η προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων προϋποθέτει πρόοδο στη μείωση των «κόκκινων» δανείων και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.