Την απόρριψη της αναίρεσης της εταιρίας Μυτιληναίος ΑΕ για το προτιμησιακό τιμολόγιο ηλεκτρικής ενέργειας της Αλουμίνιον της Ελλάδος ανακοίνωσε χθες το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Πρόκειται για παλαιά υπόθεση που σχετίζεται με την προτιμησιακή τιμολόγηση του ρεύματος προς την Αλουμίνιο για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, για την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε το 2010 διαδικασία ελέγχου. Οπως αναφέρει η ανακοίνωση του Δικαστηρίου: “ Το Δικαστήριο απορρίπτει στο σύνολό της την αναίρεση της Μυτιληναίος και, ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται η απόφαση της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2011 κατά την οποία η επίμαχη κρατική ενίσχυση είναι μη συμβατή με την εσωτερική αγορά και υποχρεώνεται η Ελλάδα να την ανακτήσει”.
Aναλυτικότερα, η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου έχει ως εξής:
“Το 1960 η Αλουμίνιον της Ελλάδος με δραστηριότητα στον κλάδο της παραγωγής αλουμινίου στην Ελλάδα, συνήψε σύμβαση με τη ΔΕΗ, η οποία προέβλεπε, ως προς την Αλουμίνιον, προτιμησιακό τιμολόγιο ηλεκτρικής ενεργείας. Η σύμβαση επρόκειτο να λήξει στις 31 Μαρτίου 2006, εκτός αν παρατεινόταν. Το 1992 η Επιτροπή εκτίμησε ότι το προτιμησιακό τιμολόγιο το συνιστούσε κρατική ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά. Τον Φεβρουάριο του 2004, η ΔΕΗ κοινοποίησε στην Αλουμίνιον καταγγελία της σύμβασης και, από τα τέλη Μαρτίου του 2006, έπαυσε να εφαρμόζει ως προς αυτή το προτιμησιακό τιμολόγιο. Κατόπιν αιτήματος της Αλουμίνιον, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, στις 5 Ιανουαρίου 2007, ανέστειλε προσωρινώς την καταγγελία του προτιμησιακού τιμολογίου. Κατόπιν αιτήματος της ΔΕΗ το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, τον Μάρτιο 2008, ακύρωσε την αναστολή. Κατά συνέπεια, κατά το διάστημα μεταξύ Μαρτίου 2004 και 5ης Ιανουαρίου 2007, όπως και από τον Μάρτιο 2008, η ΔΕΗ δεν εφάρμοζε το προτιμησιακό τιμολόγιο. Επιπλέον, μεταξύ 5ης Ιανουαρίου 2007 και 6ης Μαρτίου 2008 (επίμαχη περίοδος) η Αλουμίνιον χρεώνονταν βάσει του προτιμησιακού τιμολογίου.
Μετά από καταγγελίες που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή σχετικά με κρατικές ενισχύσεις που φέρονταν να έχουν χορηγηθεί στην Αλουμίνιον, οι οποίες συνίσταντο στο προτιμησιακό τιμολόγιο, το 2010 η Επιτροπή κίνησε διαδικασία ελέγχου και στις 13 Ιουλίου 2011 εξέδωσε την απόφαση 2012/339/ΕΕ σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.26117 – C 2/2010 (πρώην NN 62/2009), την οποία εφάρμοσε η Ελλάδα υπέρ της Αλουμίνιον. Έκρινε ότι, κατά την επίμαχη περίοδο, η εν λόγω εταιρία επωφελήθηκε από τη διαφορά μεταξύ των προτιμησιακών τιμολογίων της και των συνήθων τιμών για τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές, η οποία ισοδυναμεί με 17,4 εκατ. ευρώ. Η τιμολογιακή διαφορά προσέφερε αδικαιολόγητο πλεονέκτημα στην εταιρία αυτή έναντι των ανταγωνιστών της, οι οποίοι έπρεπε να καταβάλλουν τα συνήθη τιμολόγια και, συνεπώς, προκάλεσε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Η Επιτροπή διέταξε την Ελλάδα να ανακτήσει το ανωτέρω ποσό.
Η Αλουμίνιον ζήτησε από το ΓΔΕΕ την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής αμφισβητώντας τον χαρακτηρισμό του μέτρου ως νέα ενίσχυση και την υποχρέωση ανάκτησής της. Με την απόφαση της 8ης Οκτωβρίου 2014, το ΓΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής (υπόθεση Τ-542/11, Αλουμίνιον κατά Επιτροπής).
Στην συνέχεια, η ΔΕΗ άσκησε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου (υπόθεση C-590/14 P, ΔΕΗ και Επιτροπή κατά Αλουμίνιον) κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Οκτωβρίου 2014. Το Δικαστήριο ακύρωσε την τελευταία απόφαση και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου (Τ-542/11 RENV), το οποίο, ακολούθως, απέρριψε την προσφυγή της Αλουμίνιον με την απόφαση της 13ης Μαρτίου 2018, επιβεβαιώνοντας, ως εκ τούτου, την απόφαση της Επιτροπής.
Με την παρούσα αναίρεση, η διάδοχος επιχείρηση Μυτιληναίος επικαλούμενη νομικά σφάλματα και στρεβλώσεις των πραγματικών περιστατικών, ζήτησε από το Δικαστήριο να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2018 στην υπόθεση Τ-542/11 RENV, Αλουμίνιον της Ελλάδος ΒΕΑΕ κατά Επιτροπής, να εκδικάσει το ίδιο την υπόθεση, να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2011 και να καταδικάσει την Επιτροπή να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.
Κατά την αναιρεσείουσα, η εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με την ύπαρξη πλεονεκτήματος, τον επιλεκτικό χαρακτήρα του προβαλλόμενου πλεονεκτήματος, καθώς και τον αντίκτυπο του επίμαχου μέτρου στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και στον ανταγωνισμό, είναι εσφαλμένη. Ισχυρίζεται ότι το ΓΔΕΕ παρέβη την υποχρέωση αιτιολόγησης που υπέχει και υπέπεσε σε νομικό σφάλμα καθόσον δεν δέχτηκε ότι προσβλήθηκαν τα δικαιώματα άμυνας.
Με την τρέχουσα απόφαση το Δικαστήριο επισημαίνει καταρχάς ότι το Γενικό Δικαστήριο ορθώς έκρινε ότι η αναιρεσείουσα δεν μπορούσε να προβάλει προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας.
Έπειτα, διαπιστώνει ότι το επίμαχο μέτρο, δηλαδή εκείνο που προκύπτει από την πρώτη απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, δεν συνιστά γενικό καθεστώς ενισχύσεων, αλλά ατομική ενίσχυση, όπως έκρινε το Γενικό Δικαστήριο. Τα αποτελέσματα της πρώτης απόφασης ασφαλιστικών μέτρων περιορίστηκαν στους διαδίκους εκείνης της δίκης, δηλαδή στην Μυτιληναίος και στη ΔΕΗ, και, επομένως, το μέτρο αυτό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως γενικό καθεστώς ενισχύσεων.
Επιπλέον, κατά το Δικαστήριο η εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου εκτίμηση των αποτελεσμάτων του επίμαχου μέτρου στο εμπόριο και τον ανταγωνισμό δεν πάσχει ούτε από παραμόρφωση των αποδεικτικών στοιχείων ούτε από νομικό σφάλμα.
Επίσης, τονίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο, αφενός, δεν υπέπεσε σε νομικά σφάλματα και παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών κατά την εκτίμηση της ύπαρξης πλεονεκτήματος, και, αφετέρου, δεν παρέβη την υποχρέωση αιτιολόγησης που υπέχει.
Βάσει των παραπάνω, το Δικαστήριο απορρίπτει στο σύνολό της την αναίρεση της Μυτιληναίος και, ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται η απόφαση της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2011 κατά την οποία η επίμαχη κρατική ενίσχυση είναι μη συμβατή με την εσωτερική αγορά και υποχρεώνεται η Ελλάδα να την ανακτήσει.”