Στο πλαίσιο της παγκόσμιας "μάχης” κατά του κορονοϊού, οι ερευνητές σε μια χούφτα χώρες δοκιμάζουν ένα εμβόλιο ηλικίας ενός αιώνα, το οποίο χορηγείται κατά της φυματίωσης, προκειμένου να διαπιστώσουν εάν μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα και να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19.
Κλινικές δοκιμές με το εμβόλιο κατά της φυματίωσης, Bacille Calmette-Guerin (BCG), το οποίο αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1920, δρομολογούνται ήδη στην Ευρώπη και την Αυστραλία ώστε να διερευνηθεί εάν μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό του επιπολασμού της νόσου και στη μείωση των σοβαρών συμπτωμάτων του κορονοϊού.
Ερευνητές από το Murdoch Children's Research Institute (MCRI) στη Μελβούρνη έχουν ξεκινήσει επί του παρόντος να εγγράφουν 4.000 εργαζομένους του τομέα υγείας από νοσοκομεία σε όλη την Αυστραλία σε μία μελέτη.
"Αυτή η κλινική δοκιμή θα επιτρέψει να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κατά των συμπτωμάτων του COVID-19, και ίσως βοηθήσει να σωθούν οι ζωές των ηρώων του τομέα υγείας που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης”, ανέφερε στη σχετική ανακοίνωσή της η διευθύντρια του MCRI, καθηγήτρια Kathryn North.
Μια Ξεχωριστή μελέτη μεγάλης κλίμακας σχεδιάζεται στη Γερμανία, η οποία θα συμπεριλάβει ηλικιωμένους ασθενείς και εργαζόμενους του τομέα υγείας σε αρκετά νοσοκομεία, ενώ παρόμοιες κλινικές δοκιμές βρίσκονται επίσης σε εξέλιξη στην Ολλανδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ελλάδα.
Οι συγκεκριμένες προσπάθειες είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που καταβάλλονται σε όλο τον κόσμο με στόχο την ανάπτυξη ενός εμβολίου που θα προσφέρει στοχευμένη ανοσία έναντι του νέου κορονοϊού SARS-CoV2. Εν τω μεταξύ, τα ιστορικά στοιχεία για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου BCG ακόμη και κατά της φυματίωσης, για την αντιμετώπιση της οποίας αναπτύχθηκε, είναι αμφιλεγόμενα. Ωστόσο, δεδομένου ότι αποτελεί ένα από τα λίγα διαθέσιμα "όπλα” για την καταπολέμησή της, χρησιμοποιείται εδώ και δεκαετίες, με αρκετές μελέτες να έχουν δείξει ότι μπορεί να έχει και άλλα οφέλη.
"Στη μακρά ιστορία του εμβολίου υπάρχουν αναφορές ότι το BCG παρέχει μια σειρά ευεργετικών ανοσοαποκρίσεων”, μου απάντησε ο Gonzalo H. Otazu του Τμήματος Βιοϊατρικών Επιστημών του New York Institute of Technology. "Για παράδειγμα, μια μελέτη στη Γουινέα-Μπισάου έδειξε ότι παιδιά που εμβολιάστηκαν με το BCG παρατηρήθηκε ότι εμφάνισαν μειωμένη θνησιμότητα κατά 50%, γεγονός που αποδόθηκε στη συμβολή του εμβολίου στη μείωση των λοιμώξεων του αναπνευστικού και της σηψαιμίας”, τόνισε.
Μια Έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας το 2014 κατέδειξε επίσης ότι το BCG μπορεί να μειώσει τη συνολική θνησιμότητα, με τα ευρήματα ωστόσο να παρέχουν πολύ χαμηλή αξιοπιστία. Άλλες έρευνες, όμως, επιτρέπουν περισσότερη αισιοδοξία.
Σε κάθε περίπτωση, οι ερευνητές ελπίζουν ότι το BCG θα μπορούσε να αποτελέσει ένα "πρώτο” όπλο για την αναχαίτιση των ευρύτερων επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού, έως ότου να αναπτυχθεί ένα στοχευμένο εμβόλιο κατά του COVID-19.
Οι επιστήμονες του Max Planck Institute of Infection Biology ανέπτυξαν το υποψήφιο εμβόλιο VPM1002, το οποίο βασίζεται στο BCG, και θα χρησιμοποιηθεί στην κλινική δομική που θα ξεκινήσει σύντομα στη Γερμανία. Το VPM1002, σε μελέτη που έγινε σε ποντίκια, έδειξε ότι προστατεύει τις αναπνευστικές οδούς των ποντικών από τις ιογενείς λοιμώξεις.
"Επιπρόσθετα, το VPM1002 μπορεί να παρασκευαστεί με μεθόδους τελευταίας τεχνολογίας, γεγονός που επιτρέπει την παρασκευή εκατομμυρίων δόσεων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα", λέει ο Adar C. Poonawalla, Διευθύνων Σύμβουλος και Εκτελεστικός Διευθυντής του Serum Institute of India σε ανακοίνωσή του.
Ο Otazu συνεργάζεται μάλιστα με άλλους ερευνητές προκειμένου να διερευνήσει τις πιθανές συσχετίσεις μεταξύ των εθνικών πολιτικών για τον εμβολιασμό με BCG και των επιπτώσεων του COVID-19 στον πληθυσμό μιας χώρας.
"Διαπιστώσαμε ότι έχει καταγραφεί μειωμένος αριθμός θανάτων που αποδίδονται στον COVID-19 ανά εκατομμύριο κατοίκους, στις χώρες όπου γίνεται εν γένει εμβολιασμός με BCG (συνήθως κατά τη γέννηση) σε σύγκριση με τις χώρες εκείνες που ποτέ δεν καθιέρωσαν ανάλογη πολιτική εμβολιασμού", σημειώνει. "Μάλιστα, όσο πιο νωρίς έχει καθιερωθεί αυτή η πολιτική, τόσο μεγαλύτερη είναι η μείωση της θνησιμότητας, κυρίως του ηλικιωμένου πληθυσμού που επηρεάζεται πιο σοβαρά από τον COVID-19", προσθέτει.
Η Ιταλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, δύο από τις χώρες που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία, δεν έχουν υιοθετήσει καθολικές πολιτικές εμβολιασμού με BCG.
Ο Otazu και οι συνάδελφοί του έχουν συντάξει έκθεση με τα συμπεράσματά τους και περιμένουν την αξιολόγησή τους από τους συναδέλφους τους. Ο ίδιος τονίζει πάντως πως "η μελέτη μας είναι μελέτη συσχετισμών και δεν αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα του BCG κατά του COVID-19, παρότι οι συσχετισμοί που προκύπτουν είναι ισχυροί".
Το BCG, αν τελικά έχει αποτελέσματα, μπορεί ωστόσο να μην είναι σε θέση να βοηθήσει όλους όσους νοσήσουν από τον κορονοϊό. Δεν συνίσταται εξάλλου για άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα ή έγκυες γυναίκες.
Ωστόσο, θα μάθουμε πιο αναλυτικά κατά πόσο θα ήταν χρήσιμο στους υπόλοιπους, σε λίγους μήνες.