Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ανατρέπει τη φημολογία για ακύρωση του διαγωνισμού της Γραμμής 4 του Μετρό της Αθήνας, δίνοντας στην Αττικό Μετρό κατεύθυνση για τη συνέχιση του διαγωνισμού για το μοναδικό τόσο ώριμο δημόσιο έργο στην ελληνική αγορά, ύψους 1,8 δισ. ευρώ, το οποίο βρίσκεται ήδη στο τρίτο έτος από την προκήρυξή του.
Η ανησυχία που προκάλεσε αρχικά η αποδοχή των ασφαλιστικών μέτρων των δύο κοινοπραξιών από το ΣτΕ οφειλόταν στην πιθανότητα να προκύψει ανάγκη αποκλεισμού και των δύο. Προσεκτική μελέτη όμως της απόφασης καθιστά σαφές ότι το ανώτατο δικαστήριο αποδέχεται συγκεκριμένες αιτιάσεις των προσφυγών των δύο κοινοπραξιών και αναδεικνύει παράλληλα συγκεκριμένες ελλείψεις στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό. Ανοίγει, κατ’ επέκταση, το δρόμο για τη διόρθωση του πρακτικού της Επιτροπής Διαγωνισμού και την εκ νέου κατάθεσή του, με την προσαρμογή της τεχνικής αξιολόγησης των δύο κοινοπραξιών στα ζητούμενα της απόφασης του ΣτΕ.
Η ακύρωση του διαγωνισμού θα προκαλούσε ντόμινο αρνητικών εξελίξεων σε μία αγορά που βιώνει εδώ και πολύ καιρό τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Πέρα από τις οικονομικές επιπτώσεις και την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας στην κατασκευαστική αγορά, σε μία τέτοια περίπτωση, δεν θα έμεναν ανεπηρέαστοι και οι συνδεδεμένοι με αυτήν κλάδοι των μελετητικών εταιρειών και των βιομηχανιών παραγωγής χάλυβα, τσιμέντου κ.λπ. Επιπλέον, η επαναπροκήρυξη ενός διαγωνισμού του μεγέθους της Γραμμής 4 θα απαιτούσε τουλάχιστον 2-3 χρόνια, στην καλύτερη περίπτωση για να τελεσφορήσει όπως δείχνει άλλωστε και η εμπειρία αυτού διαγωνισμού.
Αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι ασχέτως αν έχει κατηγορηθεί εξαρχής η διακήρυξη του διαγωνισμού που προκηρύχτηκε επί Υπουργείας Σπίρτζη ως ελλιπής σε επίπεδο μελετών κι άλλων στοιχείων, οι προσφυγές των δυο κοινοπραξιών είναι παντελώς άσχετες με τέτοια ζητήματα και αφορούν αποκλειστικά ελλείψεις και λάθη που η μία κοινοπραξία καταλογίζει στον τεχνικό φάκελο της άλλης, κι όχι διατάξεις του διαγωνισμού. Το ίδιο ισχύει άλλωστε και με τις προηγούμενες προσφυγές, των υπολοίπων εταιρειών που αποκλείστηκαν σε προηγούμενα στάδια της διαδικασίας. Άρα είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς πως ένας νέος διαγωνισμός δεν θα απαιτούσε τουλάχιστον 3 χρόνια για να ολοκληρωθεί εξαιτίας αντίστοιχων προσφυγών.
Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος η πολιτεία σε αυτή τη φάση να λάβει απόφαση επί της ματαίωσης του διαγωνισμού, ούτε χρειάζεται να περιμένει 1,5 χρόνο για να εκδικαστούν οι αιτήσεις ακύρωσης, παίρνοντας το ρίσκο να βρεθεί στο χειρότερο σενάριο ενώπιον μίας απόφασης που θα αποκλείει και τους δύο συμμετέχοντες, καθιστώντας το διαγωνισμό άγονο και έχοντας χάσει άλλους 18 μήνες. Οφείλει να ζητήσει η Αττικό Μετρό να διορθώσει το πρακτικό της τεχνικής αξιολόγησης με βάση τις υποδείξεις του ΣτΕ, σεβόμενη και την απόφαση της Δικαιοσύνης. Αν το ΣτΕ σε δυο μήνες κάνει και πάλι δεκτά τα ασφαλιστικά μέτρα που οι εταιρείες πιθανότατα θα έχουν υποβάλλει, τότε θα μπορεί να αξιολογήσει εκ νέου τα δεδομένα που θα έχουν διαμορφωθεί. Πολύ περισσότερο, έτσι το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει σημαντικά μέχρι τις αρχές του Ιουνίου, αφού όπως έδειξε η μέχρι τώρα εμπειρία, η εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων δεν επηρεάζεται από το θέμα του κορωνοϊού και απαιτεί το πολύ δυο μήνες, χρονικό διάστημα που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστική καθυστέρηση σε έναν διαγωνισμό που κλείνει αισίως 3 χρόνια.