Μία εναλλακτική ποσοτική χαλάρωση (QΕ) πρότεινε ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης στο οικονομικό φόρουμ Αμπροζέτι στο Κόμο της Ιταλίας, σύμφωνα με τα ιταλικά ΜΜΕ.
Η πρόταση αφορά ποσοτική χαλάρωση που να χρηματοδοτηθεί σε ποσοστό 100% με ομόλογα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και η ΕΚΤ να αγοράσει τα ομόλογα αυτά στη δευτερογενή αγορά.
Σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη, με τον τρόπο αυτόν «θα λύνονταν τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, διότι θα αγόραζε ένα μόνον χαρτί με αξιολόγηση τριπλού A, χωρίς να πρέπει να ενδιαφέρεται για να ομόλογα των διαφόρων χωρών».
Επίσης, κατά τον ΥΠΟΙΚ «θα μπορούσαν να αποφευχθούν τα προβλήματα που το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης αντιμετώπισε σε άλλες περιπτώσεις και θα αντιμετωπίζει όλο και περισσότερο στην Ευρώπη καθώς οι τομείς επενδύσεων είναι υπερτιμημένοι και η προσπάθεια επανεκκίνησης των επενδύσεων αποτυγχάνει».
«Αυτό το είδος του Quantitative Easing, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα προσφέρει απευθείας στήριξη στις επενδύσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι η εναλλακτική αυτή ποσοτική χαλάρωση θα του άρεσε να ονομασθεί «πρόγραμμα Μέρκελ».
Σύμφωνα με τα ιταλικά ΜΜΕ, ο κ. Βαρουφάκης στην ομιλία του παρατήρησε πως δόθηκαν δάνεια σε χώρες που διατηρούν χρέη, όπως η χώρα του, με ειδικές διαδικασίες. «Το τελικό αποτέλεσμα», πρόσθεσε, «ήταν η μετάθεση εν δυνάμει απωλειών από τα λογιστικά βιβλία των τραπεζών στους Ευρωπαίους φορολογούμενους. Με τον τρόπο αυτόν, όλο το βάρος της κρίσης έπεφτε πάνω στις χώρες που βρίσκονταν σε μεγαλύτερη δυσκολία. Το αποτέλεσμα ήταν εμφανές, στις χρηματαγορές, επί περίπου μια διετία».
Ο υπουργός Οικονομικών υποστήριξε ότι ο Μάριο Ντράγκι αντιμετώπισε με μεγάλο θάρρος την κατάσταση αυτή το καλοκαίρι του 2012, δυστυχώς όμως -όπως είπε- η πετυχημένη αυτή παρέμβαση, έστω και αν ηρέμησε τις χρηματαγορές, ώθησε την κρίση να παρουσιάσει μετάσταση στην πραγματική οικονομία, με μια ασύμμετρη επίθεση κατά των επενδύσεων, σε μια στιγμή που αναπτυσσόταν μια κρίση εμπιστοσύνης, με αποπληθωριστικές δυνάμεις σε όλη την ήπειρό μας.
«Και στην περίπτωση αυτή ο Μάριο Ντράγκι παρενέβη διαμέσου του Quantitative Easing. H κρίση κορυφώθηκε στην Ευρώπη, η Ευρώπη έχασε εγκυρότητα στα μάτια των πολιτών της και μεγάλος μέρος της αξιοπιστίας της έναντι του υπόλοιπου πλανήτη. Θεωρητικά η Ευρώπη τάσσεται υπέρ μιας μεγαλύτερης ενότητας και σταθερότητας, αλλά στην πράξη, τα πιο σοβαρά της προβλήματα επανεθνικοποιήθηκαν», σχολίασε.
«Yπάρχει, λοιπόν, μια υπαρξιακή κρίση, η οποία είναι εντελώς άσχετη με την Ελλάδα. Μια κρίση, η οποία επιδεινώνεται και δεν βελτιώνεται, σύμφωνα με πολλές εκτιμήσεις. Αποτελεί μια πρόκληση για όλους μας. Ούτε η φορολογικά "ενάρετη" συμπεριφορά, ούτε τα κεϋνσιανά κίνητρα μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Το να μείνουμε αγκυλωμένοι σε συζητήσεις του παρελθόντος, για τη μείωση ή την αύξηση του ελλείμματος, για τον προϋπολογισμό της Ρώμης ή των Παρισίων, είναι στείρες συζητήσεις. Χρειαζόμαστε κάτι άλλο, με μια καινούρια λογική. Πρέπει να αποδράσουμε από τις φυλακές των ψεύτικων διλημμάτων, από τις ψεύτικες επιλογές ανάμεσα σε σταθερότητα και ανάπτυξη. Δεν πρέπει να υπάρχει ένα τέτοιο δίλημμα», κατέληξε ο κ. Βαρουφάκης.