Μικρό καλάθι κρατάει η κυβέρνηση ως προς τις αξιολογήσεις της S&P και της DBRS την ερχόμενη Παρασκευή. Την ερχόμενη Παρασκευή είναι προγραμματισμένες οι ανακοινώσεις δύο πιστοληπτικών αξιολογήσεων για το ελληνικό αξιόχρεο (DBRS και S&P) οι οποίες θα έχουν αναφορές για τις προθέσεις των οίκων αξιολόγησης όταν θα υπάρξει επιστροφή στην κανονικότητα (ή σε κάποιο σημαντικό βαθμό της) καθώς και την άποψη τους για τις τάσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Το ελληνικό 10ετές παρά το γεγονός ότι ανέβαινε χθες, βρισκόταν σε απόσταση ασφαλείας από τα ιστορικά χαμηλά αποδόσεών του, 0,76%, αγγίζοντας το 0,81%. Σε ιστορικά χαμηλά κινείται πλέον το 5ετές, στα επίπεδα του 0,172, αν και βρέθηκε παρακάτω στο 0,16%.
«Γιατί νομίζετε ότι τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται σε ιστορικά χαμηλά», ρωτούσε ρητορικά κορυφαίο στέλεχος του οικονομικού επιτελείου. Για να δώσει στη συνέχεια μόνο του την απάντηση: «α) η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε μόνιμα μέτρα, τέτοια που θα μπορούσαν να δεσμεύσουν την κυβέρνηση απέναντι στους θεσμούς και μεσούσης της πανδημίας να μην μπορούσε να ανταποκριθεί στην υλοποίησή τους διευρύνοντας αχρείαστα το έλλειμμα, β) καλλιεργείται κουλτούρα πληρωμών, τόσο από την πλευρά του Δημοσίου, όσο και από πλευράς των ιδιωτών, νοικοκυριών και επιχειρήσεων, και γ) είναι μεγάλη η συνεισφορά του προγράμματος επαναγορών από την ΕΚΤ, ενώ υπάρχει σοβαρή προοπτική μεγάλης ρευστότητας στην οικονομία από το ταμείο ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ από το 2021 κι έπειτα».
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση μεθοδικά εργάζεται για να παγιωθεί η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω από το στόχο του 3,5%. Σύμφωνα με τον ίδιο συνομιλητή, «είναι κάτι που έχουμε στην άκρη του μυαλού μας και θα τεθεί όταν έρθει η ώρα». Πότε θα έρθει η ώρα; «Στο Εurogroup του ερχόμενου Μαρτίου κι εφόσον η πανδημία θα βρίσκεται σε ύφεση, δεν θα πρέπει να ανακοπεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας». Ο στόχος που βάζει η κυβέρνηση, όπως αναφέρουν πηγές από το οικονομικό επιτελείο δεν είναι καν 2%, είναι πολύ πιο κάτω. Ακόμα και στο 2% να συμφωνηθεί με τους θεσμούς ο στόχος για τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, απελευθερώνονται πόροι της τάξης των 2,7 δις. ευρώ. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός όμως, η κυβέρνηση θα πρέπει να συνεχίσει να υλοποιεί τις μεταρρυθμίσεις, να είναι συνεπείς στις δεσμεύσεις της και να προχωρήσει τις αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες, όπως το Ελληνικό, φαίνεται ότι έχουν μπει σε μία σειρά.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι σε όρους Ενισχυμένης Εποπτείας θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα ύψους 10,643 δισ. ευρώ ή 6,23% του ΑΕΠ. Σε όρους ESA εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε έλλειμμα ύψους 9,723 δισ. ευρώ ή 5,7% του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι παρά το γεγονός ότι προσεγγίζουμε στο τέλος του έτους οι εκτιμήσεις αυτές εξακολουθούν να εμπεριέχουν στοιχείο αβεβαιότητος ως συνέπεια της αντίστοιχης αβεβαιότητας για την εξέλιξη της πανδημίας.