«Η εφαρμογή του σχεδίου αυξάνει τον λόγο των φορολογικών εσόδων προς το ΑΕΠ κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες, δημιουργώντας έτσι δημοσιονομικό χώρο που επιτρέπει τη μείωση των φόρων ή/και την αύξηση των δημόσιων δαπανών, κάτι που μπορεί να δώσει περαιτέρω ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα», σημειώνεται στη μελέτη της ΤτE, η οποία ενσωματώνεται στο αναλυτικό σχέδιο για την αξιοποίηση των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο υπέβαλε σήμερα στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θ. Σκυλακάκης.
Η μελέτη της TτΕ αρχικά εκτιμά τις επιδράσεις των επιχορηγήσεων και των δανείων που εντάσσονται στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στις βασικές μακροοικονομικές μεταβλητές, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την επίδραση των μεταρρυθμίσεων.
Σε αυτό το πρώτο σετ αποτελεσμάτων, η από κοινού επίδραση των επιχορηγήσεων και των δανείων (χωρίς την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του Σχεδίου) οδηγεί σε αύξηση του επιπέδου του ΑΕΠ το 2026 κατά 4,31%. Αυτό μεταφράζεται σε θετική συνεισφορά στον ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,72 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο κάθε χρόνο την περίοδο 2021-2026. Οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξάνονται επίσης, φτάνοντας τη μέγιστη αύξησή τους κατά 21% το 2025.
Η απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα αυξάνεται περισσότερο από 2% κατά την εξαετία 2021-2026. Η αύξηση ΑΕΠ διευρύνει τη φορολογική βάση και ενισχύει τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 1,56 ποσοστιαίες μονάδες το 2026. Σημειώνεται ότι μετά το 2026, όταν και τελειώνει η εκταμίευση των πόρων, η οικονομία επανέρχεται σταδιακά στην αρχική κατάσταση μακροχρόνιας ισορροπίας. Ωστόσο, η ταχύτητα σύγκλισης είναι μικρή, με αποτέλεσμα οι θετικές επιδράσεις στο ΑΕΠ να έχουν υψηλή χρονική διάρκεια, ακόμα και 20 χρόνια μετά, γεγονός που οφείλεται κυρίως στη σημαντική αύξηση του αποθέματος κεφαλαίου κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του Σχεδίου.