Ισχυρά πτωτικά κινήθηκαν την Πέμπτη οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες στην Wall Street, καθώς η αισιοδοξία των επενδυτών και η ανανεωμένη εμπιστοσύνη τους στις τεχνολογικές μετοχές έπεσαν στην "μαύρη τρύπα" των απογοητευτικών αποτελεσμάτων της Meta, μητρικής εταιρείας της Facebook, η μετοχή της οποίας κυριολεκτικά συνετρίβη, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση στην ιστορία της.
Στο ταμπλό, ο βιομηχανικός Dow Jones υποχώρησε κατά 518,17 μονάδες ή 1,45%, στις 35.111,16 μονάδες, με τον ευρύτερο S&P 500 να "χάνει" 109,12 μονάδες ή 2,38%, στις 4.480,20 μονάδες, ενώ ο τεχνολογικός Nasdaq υπέστη απώλειες 538,7 μονάδων ή 3,74%, στις 13.878,80 μονάδες.
Η πτώση για τον τεχνολογικό δείκτη ήταν η μεγαλύτερη ημερήσια του από τις 8 Σεπτεμβρίου 2020, ενώ για τον S&P 500 η μεγαλύτερη από τις 25 Φεβρουαρίου 2021.
Η μετοχή της Meta Platforms βυθίστηκε κατά 26,39%, καθώς τα κέρδη τριμήνου της εταιρείας απογοήτευσαν τους αναλυτές. Το δε guidance για την κερδοφορία του επόμενου τριμήνου κινείται επίσης κάτω από τις προσδοκίες.
"H Facebook είναι δείκτης εμποστοσύνης", σημείωσε ο JJ Kinahan, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής στην TD Ameritrade. "Είναι μια ευρύτατα κατεχόμενη μετοχή και σημαντικό μέρος πολλών χαρτοφυλακίων οπότε, όταν τα πηγαίνει τόσο άσχημα, τότε κλονίζεται η συνολική εμπιστοσύνη. Το ερώτημα, αυτή τη στιγμή, είναι εάν αυτό ένα ειδικό ζήτημα που αφορά αποκλειστικά την Meta ή θα μετατραπεί σε γενικότερο ζήτημα της αγοράς;", τονίζει.
"Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή με τα εταιρικά αποτελέσματα είναι ότι δεν φτάνει να είναι καλά, αλλά χρειάζεται να συμπληρώνονται και με ένα πλάνο προς το μέλλον, το οποίο να εμπνέει στους επενδυτές αισιοδοξία. "Καλά αλλά όχι όσο εντυπωσιακά καλά θα θέλαμε" τείνει να γίνει το μότο σχετικά με τα αποτελέσματα αυτής της περιόδου", υπογράμμισε.
Αυτός ο υπερυψωμένος πήχης, συνέχισε ο Kinahan, έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με τις επικείμενες αυξήσεις επιτοκίων από πλευράς Fed, τις οποίες οι επενδυτές είχαν ελαφρώς ξεχάσει λόγω των θετικών αποτελεσμάτων των εταιρειών τεχνολογίας. Ωστόσο αυτές συνεχίζουν να καθορίζουν εν πολλοίς την επενδυτική ψυχολογία.
"Όλα τα assets έχουν πια διαφορετική αξία από εκείνη που είχαν. Έχει κανείς μπροστά του όλη αυτή τη σειρά υποθετικών αυξήσεων επιτοκίων και προσπαθεί να ανατιμολογήσει όλα αυτά τα περιουσιακά στοιχεία με βάση αυτή την προσδοκία, λαμβάνοντας υπ' όψιν τι θα σημάνει αυτή η εξέλιξη για τα μελλοντικά εταιρικά κέρδη", κατέληξε.
Η πτώση της Πέμπτης διέκοψε ένα τετραήμερο ανοδικό σερί, με τη μητρική της Google, Alphabet, να "τραβά" την αγορά υψηλότερα την Τετάρτη. Οι επενδυτές φαινόταν να αγοράζουν τη βουτιά, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή εγκατέλειπαν θέσεις αναμένοντας τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής που επίκειται από πλευράς Federal Reserve στις ΗΠΑ.
Microsoft, Apple και Alphabet έχουν ανακοινώσει ισχυρά αποτελέσματα, υπενθυμίζοντας ότι τα θεμελιώδη μεγέθη των κολοσσών της τεχνολογίας παραμένουν υγιέστατα, ωστόσο η Meta φαίνεται να άλλαξε το κλίμα.
Άλλα ονόματα του ευρύτερου κλάδου μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως η Snap και η Twitter, ακολούθησαν την Facebook στη "βουτιά", με τη Snap να χάνει 23,6% και την Twitter 5,5%.
Η Spotify Technology, την ίδια ώρα, σημείωσε ισχυρή πτώση 16,7%, καθώς τα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε δείχνουν επιβράδυνση της ανάπτυξης της συνδρομητικής της βάσης.
Στο πεδίο των κεντρικών τραπεζών, η κεντρική τράπεζα του Ηνωμένου Βασιλείου (Bank of England) ανακοίνωσε αύξηση του βασικού επιτοκίου της κατά 0,25%, στο 0,5%, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατήρησε το επιτόκιό της σταθερό, παρά τα επίπεδα-ρεκόρ του πληθωρισμού στην ευρωζώνη.
Μεταξύ των 30 μετοχών του Dow, 5 μετοχές κινήθηκαν με θετικό πρόσημο και 25 με αρνητικό. Των κερδών ηγήθηκαν οι UnitedHealth, Procter & Gamble, Coca Cola, ενώ των απωλειών ηγούνται εκείνες των Honeywell, Salesforce, Microsoft.
Μάκρο
Μείωση κατέγραψαν οι νέες αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας στις ΗΠΑ την προηγούμενη εβδομάδα, συνεχίζοντας πτωτικά για δεύτερη διαδοχική εβδομάδα, καθώς το "κύμα" της παραλλαγής Όμικρον του κορονοϊού εξασθενεί επιτρέποντας σε περισσότερους Αμερικανούς να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας.
Ειδικότερα, οι νέες αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας μειώθηκαν κατά 23.000 και διαμορφώθηκαν στον εποχικά προσαρμοσμένο αριθμό των 238.000 για την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 29 Ιανουαρίου, από τον αναθεωρημένο αριθμό των 260.000 που ήταν μια εβδομάδα νωρίτερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ.
Η μέτρηση ήταν ελαφρώς χαμηλότερη από τις 245.000 αιτήσεις που ανέμεναν οι οικονομολόγοι.
Η μείωση για δεύτερη διαδοχική εβδομάδα φαίνεται να επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων ότι η "δύσκολη" εικόνα του Ιανουαρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου εκατομμύρια Αμερικανοί έχασαν την εργασία τους λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, θα αντιστραφεί.
Σημειώνεται ότι στα τέλη Δεκεμβρίου και στις αρχές Ιανουαρίου οι νέες αιτήσεις επιδομάτων ανεργίας είχαν αυξηθεί, μετά την υποχώρησή τους σε χαμηλό άνω των 50 ετών, κάτω από τις 200.000, στις αρχές Δεκεμβρίου.
Εν τω μεταξύ, μείωση κατέγραψαν την προηγούμενη εβδομάδα και οι συνεχιζόμενες αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας, καθώς υποχώρησαν κατά 44.000 σε 1,63 εκατομμύρια αιτήσεις. Ο κινητός μέσος όρος τεσσάρων εβδομάδων για τις αιτήσεις, ο οποίος βοηθά στην προσαρμογή της εβδομαδιαίας μεταβλητότητας, υποχώρησε στα 1,62 εκατομμύρια, το χαμηλότερο επίπεδο από τις 4 Αυγούστου 1973.
Σημαντική βελτίωση κατέγραψε στο τέταρτο τρίμηνο του 2021 η παραγωγικότητα στις ΗΠΑ, σημειώνοντας αύξηση κατά 6,6% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ.
Οι οικονομολόγοι σε δημοσκόπηση του MarketWatch ανέμεναν βελτίωση της παραγωγικότητας, μετά την πτώση κατά 5% στο γ' τρίμηνο του έτους, αλλά ηπιότερη, κατά 4,4%.
Στο σύνολο του 2021, η παραγωγικότητα στις ΗΠΑ βελτιώθηκε κατά 1,9%, ήτοι με ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το 2020, οπότε ενισχύθηκε κατά 2,4%.
Η σημαντική βελτίωση της παραγωγικότητας οφείλεται στην αύξηση της παραγωγής κατά 9,2% στο δ' τρίμηνο, την ώρα που οι ώρες εργασίας αυξήθηκαν μόλις κατά 2,4%.
Εν τω μεταξύ, μικρή αύξηση κατέγραψε στο δ' τρίμηνο του 2021 και το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις ΗΠΑ, που αποτελεί βασικό δείκτη μέτρησης των μισθών. Συγκεκριμένα, το κόστος εργασίας αυξήθηκε κατά 0,3%, με την αύξηση όμως να είναι σημαντικά ηπιότερη σε σύγκριση με το +9,3% που καταγράφηκε στο γ' τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Σε χαμηλό 11μήνου κινήθηκε τον Ιανουάριο ο δείκτης ISM Υπηρεσιών, ο οποίος αφορά τη δραστηριότητα του μη μεταποιητικού κλάδου της οικονομίας των ΗΠΑ.
Η αναθέρμανση του κύματος λοιμώξεων COVID-19 έπληξε τη ζήτηση σε σειρά δραστηριοτήτων, ενώ πολλοί εργαζόμενοι έμειναν για πολλές ημέρες κατ' οίκον.
Το ISM ανέφερε ότι ο δείκτης μη μεταποιητικής δραστηριότητας τον Ιανουάριο υποχώρησε στις 59,9 μονάδες, στα χαμηλότερα επίπεδά του από τον Φεβρουάριο του 2021, από 62,3 μονάδες τον Δεκέμβριο.
Οι τιμές άνω των 50 μονάδων υποδηλώνουν επέκταση, ενώ κάτω των 50 συρρίκνωση δραστηριότητας. Οι υπηρεσίες αντιστοιχούν στα δύο τρίτα της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ. Οικονομικοί αναλυτές σε έρευνα του Reuters προέβλεπαν διαμόρφωση του δείκτη στις 59,5 μονάδες.