Νέα μεγάλη εθελουσία έξοδο εργαζομένων σχεδιάζει ο όμιλος ΟΤΕ ΟΤΕ για τη μητρική εταιρεία και την Cosmote, υπό την αίρεση ωστόσο τυχόν ρυθμίσεων γενικού περιεχομένου από την κυβέρνηση για το ασφαλιστικό. Θα αφορά περιπτώσεις που βρίσκονται κοντά σε σύνταξη, αλλά και άλλους εργαζόμενους που θα επιλέξουν να λάβουν ένα χρηματικό ποσό και να αποχωρήσουν.
Σε αυτήν τη φάση η εθελουσία θα αφορά όσους έχουν δικαίωμα σύνταξης το 2019 και το 2020 (πιθανότατα υπό άλλες προϋποθέσεις και αναστολή της σύνταξης και ένα μέρος όσων συνταξιοδοτούνται μέχρι το 2022). Δυνητικά αυτό αφορά περί τους 1.000 εργαζομένους. Στόχος της διοίκησης είναι να αποχωρήσει (πάντα εθελούσια) και μέρος όσων θα μπορούσαν να είχαν συμμετάσχει στην προηγούμενη εθελουσία και δεν το έπραξαν (περίπου 350 εργαζόμενοι).
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι μελετώνται και οικονομικά κίνητρα για την οικειοθελή αποχώρηση εργαζομένων (κυρίως όσων έχουν συμπληρώσει 15 χρόνια εργασίας) άσχετα από τον χρόνο συνταξιοδότησής τους και αυτό θα αφορά επιπλέον και την Cosmote.
Οι παραπάνω κινήσεις εκτιμάται ότι σχετίζονται με τις προθέσεις της διοίκησης του Ομίλου να προχωρήσει στην τελική ενοποίηση των εταιρειών ΟΤΕ - Cosmote, η οποία πρακτικά - λειτουργικά έχει επιτευχθεί και μένει να δούμε αν θα προχωρήσει και η τυπική ενοποίηση των δύο νομικών προσώπων.
Αυτό θα σημαίνει μια συνολική αλλαγή του προφίλ του Ομίλου, που θα έρθει ως επιστέγασμα όλων των μεταρρυθμίσεων των τελευταίων χρόνων υπό τη διοίκηση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου Μιχάλη Τσαμάζ στην κατεύθυνση του μετασχηματισμού του ΟΤΕ σε μια σύγχρονη ιδιωτική επιχείρηση του κλάδου των τηλεπικοινωνιών. Θα απαντά, επίσης, στον ανταγωνισμό που αναπτύσσεται στην τρέχουσα συγκυρία και πλέον αφορά τρεις μεγάλους παίκτες (όμιλος ΟΤΕ, Vodafone και Wind) που δεν αποκλείεται πολύ σύντομα να γίνουν δύο.
Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη μεγάλη εθελουσία έξοδος στον ΟΤΕ πραγματοποιήθηκε στο τέλος του 2013, αποχώρησαν 1.817 εργαζόμενοι με κόστος 250,9 εκατ. ευρώ, ενώ η ετήσια εξοικονόμηση δαπανών για τον Οργανισμό ήταν περίπου 94 εκατ. ευρώ.