Οι πολύ αυστηρές οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει στη Ρωσία οι ΗΠΑ και η ΕΕ μπορεί να απομονώνουν τη χώρα, να προκαλούν οικονομικό σοκ, κρίση και ύφεση στο εσωτερικό, βραχυπρόθεσμα όμως και όσο συνεχίζονται οι συναλλαγές για τις πρώτες ύλες- ενεργειακές και μη- που εξάγει η Ρωσία, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να οδηγηθεί μηχανικά σε πλεόνασμα 200 δισ. $ για το 2022, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Algebris Investments (Ireland). Limited.
“Ο πόλεμος προκάλεσε άνοδο στις τιμές των εμπορευμάτων και την κατάρρευση του ρουβλίου. Η ζήτηση εμπορευμάτων είναι αναμφισβήτητα ανελαστική, ενώ μια βαθιά υποτίμηση θα προκαλέσει την κατάρρευση των εισαγωγών. Η χώρα μπορεί έτσι να αναγκαστεί σε μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα που εξισορροπούν εν μέρει τις αδυναμίες που προκαλούνται από τις κυρώσεις” αναφέρει η ανάλυση της Algebris.
Η Ρωσία έκλεισε το 2021 με πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών περίπου 10% του ΑΕΠ.
Το μηχανικό πλεόνασμα των 200 δισ. δολαρίων που δίνει συνδυαστικά η αύξηση της τιμής των εμπορευμάτων και η συρρίκνωση των εισαγωγών είναι περισσότερο από 2,5 φορές τις βραχυπρόθεσμες αποσβέσεις του χρέους. Με άλλα λόγια, η Ρωσία μπορεί να εξυπηρετήσει τις οικονομικές της υποχρεώσεις ακόμη και αν η παγκόσμια ζήτηση για την παραγωγή της συρρικνωθεί κατά το ήμισυ και χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει στα (μειωμένα) διεθνή αποθέματά της, αναφέρει η μελέτη.
Από την άλλη πλευρά, η μείωση του εμπορίου, τα υψηλότερα επιτόκια και το ασθενέστερο νόμισμα θα δημιουργήσουν βαθιά ύφεση και υψηλό πληθωρισμό – τα πρώτα σημάδια του οποίου είναι ήδη ορατά. Ωστόσο, ο πλήρης αντίκτυπος στην οικονομία θα φανεί μετά από κάποιους μήνες. Το ρούβλι υποτιμήθηκε κατά περίπου 50% μέσα στην πρώτη εβδομάδα από την εισβολής, τιμολογώντας την αυξημένη οικονομική απομόνωση της Ρωσίας.
Οι τρέχουσες κυρώσεις δεν επαρκούν για να δημιουργήσουν δραματική μείωση των ροών δολαρίων προς τη Ρωσία, εκτιμά η έκθεση, θεωρώντας ότι εάν οι ΗΠΑ, η ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς συνεργαστούν και επιβάλουν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αυτό θα εξαφάνιζε ουσιαστικά το «πλεόνασμα δολαρίου» από την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων και θα επιτάχυνε την εξάντληση των ρωσικών αποθεμάτων συναλλάγματος. Ταυτόχρονα όμως, είναι ένα μέτρο που θα είχε υψηλό οικονομικό και πολιτικό κόστος για τις εμπλεκόμενες χώρες, ορισμένες από τις οποίες και κυρίως η Ευρώπη έχουν πολύ μεγάλη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, το πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες.
Κυρώσεις της Κεντρικής Τράπεζας
Το πιο ισχυρό πακέτο κυρώσεων που έχουν επιβληθεί μέχρι στιγμής στοχεύουν την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας (CBR), απαγορεύοντας οποιεσδήποτε συναλλαγές που σχετίζονται με τη διαχείριση των αποθεματικών και των περιουσιακών στοιχείων της CBR.
Η Ρωσία έχει περίπου 640 δισ. δολάρια σε διεθνή αποθέματα. Μετά την εισβολή στην Κριμαία το 2014, το CBR έχει σταδιακά μετατρέψει τα αποθέματα από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ σε χρυσό (που κατέχεται στη Ρωσία) και γιουάν. Ωστόσο, το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων και των λογαριασμών του CBR σε όλες τις χώρες της G7 σημαίνει ότι το CBR έχει χάσει την πρόσβαση στο περίπου 65% των αποθεματικών του και μπορεί πλέον να έχει ελεύθερα πρόσβαση μόνο στο τμήμα που διατηρείται σε χρυσό και γιουάν, δηλαδή περίπου 277 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Τόσο ο χρυσός όσο και το γιουάν είναι άχρηστα για τη διατήρηση της σταθερότητας στην εγχώρια αγορά συναλλάγματος – και το CBR έχει αναγνωρίσειαυτή την αδυναμία διαχείρισης. Τα αποθέματα χρυσού και γιουάν δεν επιτρέπουν στη Ρωσία να πληρώσει το εξωτερικό της χρέος – το οποίο εκφράζεται σε μεγάλο βαθμό σε ευρώ και δολάρια.
Ωστόσο, οι κυρώσεις της ΕΕ δεν επεκτείνεται στις τράπεζες Sberbank και την Gazprombank και τα μέτρα των ΗΠΑ και της Βρετανίας όσον αφορά στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, αφορούν σε ένα πολύ μικρό ποσοστό των ενεργειακών εξαγωγών της χώρας. Ας σημειωθεί ότι η ενέργεια αντιπροσωπεύει περίπου το 50% των ρωσικών εξαγωγών.
Αυτά τα κενά στις κυρώσεις επιτρέπουν τη συνέχιση σημαντικών ροών διασυνοριακών πληρωμών σε δολάρια και ευρώ εντός και εκτός Ρωσίας, γεγονός που διευκολύνει τη Μόσχα να πληρώσει για το εκκρεμές εξωτερικό χρέος της.
Η Ρωσία είχε ανεξόφλητο εξωτερικό χρέος περίπου 491 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ (κατά το τρίτο τρίμηνο του 2021). Περίπου 80 δισεκατομμύρια δολάρια από αυτά θα καταβληθούν τους επόμενους 12 μήνες. Λίγο περισσότερο από το 1/4 (25 δισ.) αφορά σε χρέος της ρωσικής κυβέρνησης – ο μόνος τομέας στη ρωσική οικονομία που παρουσιάζει καθαρά αρνητικά εξωτερικά περιουσιακά στοιχεία – και η πλειοψηφία (~20,5 δισ.) είναι με τη μορφή ευρωομολόγων που κατέχονται από μη κατοίκους της Ρωσίας.
Στο τέλος του τρίτου τριμήνου 2021, οι ρωσικές τράπεζες και εταιρείες είχαν περίπου 200 δισεκατομμύρια δολάρια εξωτερικές υποχρεώσεις για δάνεια και καταθέσεις. Ωστόσο, αυτοί οι τομείς περιλαμβάνουν και σημαντικά ξένα περιουσιακά στοιχεία.
Το πότε οι οικονομικές κυρώσεις θα εξαντλήσουν τα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας θα εξαρτηθεί από το μέγεθος του πλεονάσματος τουισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο με τη σειρά του εξαρτάται από την ικανότητα της Ρωσίας να συνεχίσει να εξάγει τα βασικά της προϊόντα (πετρέλαιο και φυσικό αέριο) στις ίδιες τις χώρες που σήμερα τις επιβάλλουν τώρα κυρώσεις.
Με το φυσικό αέριο στα 160 ευρώ/MWh και πετρέλαιο (Ουράλια) στα 90 δολ/βαρέλι, για κάθε ημέρα κατά την οποία η ΕΕ συνεχίζει να εισάγει ρωσικά ορυκτά καύσιμα προσθέτει περίπου 800 εκατομμύρια ευρώ στο πλεόνασμα του ρωσικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Οι εξαγωγές ενέργειας είναι ανελαστικές ως προς τις τιμές: ακόμη και συνυπολογίζοντας μια μείωση όγκου 20%, αν υποθέσουμε ένα σοκ 30% στις τιμές του φυσικού αερίου και ένα σοκ 10-20%. στις τιμές του πετρελαίου καθ' όλη τη διάρκεια του 2022, η Ρωσία θα απολαύσει ένα μεγάλο απροσδόκητο κέρδος από τις τιμές της ενέργειας. Ταυτόχρονα, οι εισαγωγές είναι πολύ ελαστικές ως προς την υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος, επομένως μια κατάρρευση των εισαγωγών κατά 30% θα ενίσχυε περαιτέρω την επίδραση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών – που θα έφτανε πάνω από 200 δισ. USD σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης
Αυτό το σενάριο προϋποθέτει ότι οι όγκοι και οι τιμές άλλων ρωσικών εξαγωγών παραμένουν αμετάβλητοι. Σχεδόν το 75% των ρωσικών εξαγωγών συγκεντρώνεται σε αγαθά που είναι σπάνια παγκοσμίως (ενέργεια, ορυκτά, σιτηρά, μέταλλα) και ως εκ τούτου πιθανότατα θα επωφεληθούν από μια υψηλή τιμή. Σύμφωνα με αυτές τις συντηρητικές παραδοχές, η Ρωσία δεν θα είχε καμία δυσκολία να αποπληρώσει το εξωτερικό της χρέος που θα λήξει το 2022 και θα έμενε με ένα «πλεόνασμα δολαρίων» 20-30 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ που θα βοηθούσε στην αναπλήρωση των αποθεμάτων της σε ευρώ/δολαρίου (που επί του παρόντος δεν είναι προσβάσιμα από κυρώσεις).
Αν η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς αποφασίσουν να επιβάλουν πλήρες εμπάργκο στις εισαγωγές ρωσικού αερίου τότεη Ρωσία θα αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει το σύνολο του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών του 2022 για να αποπληρώσει το εξωτερικό χρέος που θα λήξει κατά τη διάρκεια του έτους,
Ταυτόχρονα, όμως η αποσύνδεση από τη ρωσική ενέργεια, ειδικά για την Ευρώπη, θα ήταν πολύπλοκη και πολύ δαπανηρή βραχυπρόθεσμα.