Η ΕΕ αντιμετωπίζει «άνευ προηγουμένου κινδύνους» από τις ελλείψεις φυσικού αερίου αυτόν τον χειμώνα, από την ώρα που η Ρωσία μπλόκαρε περισσότερες αποστολές εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, δήλωσε η Διεθνής Οργάνωση Ενέργειας (ΙΕΑ). Σύμφωνα με την Οργάνωση οι ιδιοκτήτες κατοικιών πρέπει να προσαρμόσουν τους θερμοστάτες στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας για να συμβάλουν στη μείωση της χρήσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη κατά 13% ως προετοιμασία για μια ενδεχόμενη συνολική διακοπή αερίου.
«Η πλήρης διακοπή της παροχής φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον ρωσικό αγωγό δεν μπορεί να αποκλειστεί ενόψει της περιόδου θέρμανσης 2022/23, όταν η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου είναι τόσο ευάλωτη», αναφέρεται, χαρακτηριστικά, στην τριμηνιαία έκθεση της ΙΕΑ για φυσικό αέριο. Η ΕΕ πρέπει να επικεντρωθεί στο να φτάσει τα επίπεδα υπόγειων αποθεμάτων φυσικού αερίου στο 90% της χωρητικότητας σε περίπτωση πλήρους διακοπής του ρωσικού εφοδιασμού. Η αποθήκευση της ΕΕ είναι επί του παρόντος περίπου στο 88% της χωρητικότητας -πάνω από τον στόχο του 80%.
Η διεθνής οργάνωση προειδοποίησε, επίσης, την Ευρώπη ότι πρέπει να διασφαλίσει πως τα αποθέματα φυσικού αερίου δεν θα πέφτουν κάτω από το 33% αυτόν τον χειμώνα, ώστε να υπάρχει επάρκεια ενέργειας σε περίπτωση ξαφνικού κρύου καιρού.
Τα οικιακά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας -συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των θερμοστατών κατά 1°C και της ρύθμισης σε χαμηλότερη θερμοκρασία της λειτουργίας/απόδοσης του λέβητα- θα βοηθήσουν στην ενίσχυση των επιπέδων αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Αυτά τα μέτρα θα πρέπει να συντονιστούν με την ελαχιστοποίηση της καύσης φυσικού αερίου στον τομέα της ενέργειας της ΕΕ και τη μείωση της χρήσης φυσικού αερίου στα κτίρια, ανέφεραν οι ειδικοί.
Η ανάλυση της ΙΕΑ δείχνει ότι η διατήρηση επαρκών επιπέδων αποθήκευσης μέχρι το τέλος της περιόδου θέρμανσης -στο 33% τουλάχιστον της συνολικά παραγόμενης ενέργειας- θα είναι κρίσιμη για έναν ασφαλή χειμώνα.
Εκτιμάται, πάντως, ότι τα επίπεδα αποθήκευσης κάτω από αυτό το όριο ενδέχεται να μην επαρκούν για την αντιμετώπιση των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών που εμφανίζονται στο τέλος της περιόδου θέρμανσης, παρόμοιο με αυτό που αντιμετώπισε η Ευρώπη τον Μάρτιο του 2018.